LEITER, der / LEITERIN, die


1) ο διευθυντής  //  η διευθύντρια


2) ο διοικητής  //  η διοικητής [bzw.] η διοικήτρια


3) ο επικεφαλής  //  η επικεφαλής (Akk.: την επικεφαλής [keine Deklination!])


4) Sonstiges:

• Wiedemann ist unser Bezirksleiter [beim Rotary-Club].  °  Ο Βίντερμαν [richtig: Βίντεμαν] είναι ο αρχηγός του παραρτήματος της περιοχής μας. *  [DF+GF aus: Gaby Hauptmann: Suche …]

*[Anm.: praktikable Übersetzungsalternativen wären wohl auch:

ο διευθυντής της περιφέρειάς μας (bzw.) ο τοπικός μας διευθυντής]


Weitere Wörter:

Vorher
Nachher:
  • LEITER, die... 1) η σκάλα: • eine lange, mit wenigen Schrauben befestigte Leiter ° μια μακριά σκάλα, στερεωμένη με λιγοστές βίδες • die Aluminiumleiter [wie sie zB....
  • LEITFADEN, der... = το εγχειρίδιο [Pons online; Langenscheidt online] // ο οδηγός [Hueber-Kita] ...
  • LEITLINIE, die... 1) η κατευθυντήρια γραμμή: • als Leitlinien / als Orientierungshilfe [können diese Gegebenheiten dienen] ° ως κατευθυντήριες γραμμές 2) Sonstiges:...
  • LEITPLANKE, die... [am Straßenrand] s. Leitschiene, die ...
  • LEITSCHIENE, die... (Leitplanke, die) [am Straßenrand] = η προστατευτική μπάρα ...
  • LEITUNG, die... I. [beim Telefon; für Flüssigkeiten, Gase etc.]: 1) [Telefonleitung]: a) η γραμμή: • Möglicherweise legen sie neue Telefonleitungen....
  • LEITUNGSWASSER, das... [im Gegensatz zu Mineralwasser etc.] = το νερό (της) βρύσης ...
  • LEKTION, die... = το μάθημα: • Wir sind [im Französichs-Kurs] bei Lektion 20. ° Είμαστε στο μάθημα 20. • Damals beschloss ich, Ihnen eine Lektion zu erteilen....
  • LEKTOR, der / LEKTORIN, die... 1) [von Büchern]: ο επιμελητής (εκδόσεων) [bzw.] ο επιμελητής κειμένου // η επιμελήτρια (εκδόσεων) [bzw....