POKAL, der


=  το κύπελλο:

• etliche Fußball-Pokale [standen auf der Kommode]  °  αρκετά κύπελλα ποδοσφαίρου


Weitere Wörter:

Vorher
  • PLÜNDERN... = λεηλατώ (-είς):...
  • PLÜNDERUNG, die... = η λεηλασία: (Pl.: οι λεηλασίες / Gen.: των λεηλασιών) • die Plünderung des nationalen Reichtums und des Vermögens der Bürger [zB....
  • PLURAL, der... (Mehrzahl, die) = ο πληθυντικός αριθμός [bzw.] ο πληθυντικός: • Während des ganzen 18....
  • PLURALISMUS, der... = ο πλουραλισμός:...
  • PLUS (plus) // PLUS, das... A) plus [Präposition ("zuzüglich"), Konjunktion (zB. "fünf plus drei ist acht"), Adverb (zB....
  • PLÜSCH, der... • eine hellgelbe mit braunem Plüsch gefütterte Decke ° μια ανοιχτή κίτρινη κουβέρτα φοδραρισμένη με καφέ χνουδωτό ύφασμα [DF+GF aus: Schnitzler:...
  • PLÜSCH+... • auf den Plüschbänken [eines (Wiener) Kaffeehauses] ° πάνω στους βελούδινους καναπέδες [DF+GF aus: Menasse:...
  • PLUTO, der... 1) [Planet]: ο Πλούτωνας 2) Pluto [Comicfigur (Hund) in den Geschichten von Walt Disney] = ο Πλούτο [Anm.: ο !] ...
  • PLUTONIUM, das... = το πλουτώνιο ...
  • PODIUM, das... [von dem aus zB. dirigiert wird] = το πόδιο ...
Nachher:
  • POKALSPIEL, das... • Pokalspiele [im Fußballsport] ° αγώνες κυπέλλου ...
  • PÖKELN... [in Salz einlegen] = παστώνω ...
  • POKER, das/der... = το πόκερ ...
  • POKERFACE, das... • [Chris] hatte ein Pokerface aufgesetzt. [wörtl.: Sein Gesicht war ausdruckslos.] ° Το πρόσωπό του ήταν ανέκφραστο. [DF+GF aus: Friedrich:...
  • POL, der... = ο πόλος:...
  • POLARISIERUNG, die... = η πόλωση:...
  • POLE, der / POLIN, die... 1) der Pole ° ο Πολωνός (Pl.:...
  • POLEMIK, die... = η πολεμική ...
  • POLEN... = η Πολωνία ...