SHERIFF, der


=  ο σερίφης

• der Hilfssheriff  °  ο βοηθός σερίφης


Weitere Wörter:

Vorher
  • SEUFZER, der... = o αναστεναγμός: • mit Seufzern der Erleichterung ° με αναστεναγμούς ανακούφισης ...
  • SEVILLA... = η Σεβίλλη ...
  • SEXUALERZIEHUNG, die... = η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση ...
  • SEXUALITÄT, die... = η σεξουαλικότητα ...
  • SEXUALKUNDE+... • die Einführung von Sexualkundeunterricht in der Schule ° η εισαγωγή μαθήματος της σεξολογίας στα σχολεία ...
  • SEXUALPARTNER, der... = ο ερωτικός σύντροφος ...
  • SEXY... = σέξι [keine Deklination]: • eine sexy Frau mit (einer) sexy Stimme ° μια σέξι γυναίκα με σέξι φωνή ...
  • SEYCHELLEN, die... = οι Σεϋχέλλες * [bzw.] οι Σεϊχέλες *(Gen.: των Σεϋχελλών / Akk.: τις Σεϋχέλλες) ...
  • SHAMPOO, das... [zum Haarewaschen] = το σαμπουάν ...
  • SHANGHAI... [Stadt in China] vgl. Schanghai ...
Nachher:
  • SHORTS, die... [im Deutschen: Pluralwort] [kurze Hose] = το σορτς: [Anm.: το, also Singular! – so zB....
  • SHOW, die... 1) [allgemein]: a) το σόου (Pl.: τα σόου): • die Fernsehshows ° τα τηλεοπτικά σόου b) το θέαμα 2) die Show stehlen ° κλέβω την παράσταση:...
  • SHOW+... • das Showgeschäft / das Showbusiness [sc. die Show- bzw. Unterhaltungsbranche/-industrie] ° ο χώρος του θεάματος ...
  • SHRIMP, der... (Plural: die Shrimps) vgl. Garnele, die [bzw.] Krabbe, die [Anm.: s. Wikipedia (Eintrag "Garnele"):...
  • SHUTTLE+... • Einen Shuttle-Service (Shuttle-Dienst / Shuttle-Bus) [von unserem Hotel zum Flug­hafen] bieten wir leider nicht an....
  • SIAMESISCH... • zwei siamesische Zwillinge ° δυο σιαμαία δίδυμα [bzw.] • die (weiblichen) siamesischen Zwillinge ° οι σιαμαίες (Gen.: των σιαμαίων) [bzw. synonym:...
  • SIBIRIEN... = η Σιβηρία ...
  • SICH... 1) [als Reflexivpronomen im Allgemeinen]: s. unter mich (lit. B) sowie unter mir (lit. B) 2) [als Reflexivpronomen iS von: einander / sich gegenseitig]: s....
  • SICHEL, die... • die Sichel / die Sense [zum Grasmähen] ° το δρεπάνι • Hammer und Sichel [zB....