μπαρμπα-


1. zur Schreibweise:

- Auch im Nominativ lautet sie "μπαρμπα" (und nicht "μπαρμπας").

- Am Ausdruck wird kein Betonungszeichen gesetzt (s. nachfolgende BSe).


2. Übersetzungsbeispiele:

• Μια μέρα [...] μπήκε ο μπαρμπα-Τζωρτζ σε μια σοφίτα. Κι έμεινε.*

Eines Tages […] zog der alte George in eine Dach­kammer. Und da blieb er. *

[GF+DF aus: Σκούρτης: Μπαρμπα-Τζωρτζ]

• Θα σας πω ιστορίες μυθικές του μπαρμπα-Τζωρτζ.*

Ich erzähl euch sagenhafte Stories vom alten  George. *

[GF+DF aus: Σκούρτης: Μπαρμπα-Τζωρτζ]

*[Anm. 1: kein Betonungszeichen am Wort(teil) "μπαρμπα"

Anm. 2: Schreibweise im polytonischen System: "μπαρμπα-Τζώρτζ", 

also Betonungszeichen (nur) am Wort(teil) "Τζωρτζ"]

• την ιστορία [...] που μου τη διηγήθηκε κάποτε ένας γέρος Σκιαθίτης, ο μπαρμπα-Οδυσσέας **

die Geschichte [Akk.] […], die mir einmal ein alter Mann aus Skiathos, Väterchen Odysseas, erzählt hat  //  die Geschichte […], die mir einmal ein alter Mann aus Skiathos, Barba-Odysseas, erzählte 

[GF + (synonyme) DF aus: Μηλιώνης: Καλαμάς]

**[Anm.: Schreibweise im griechischen Text (gedruckt im polytonischen System): 

(gleich­falls) "μπαρμπα-Οδυσσέας", also ohne Betonungszeichen am (Wort)teil "μπαρμπα"]



Weitere Wörter:

Vorher
  • ΜΠΑ...μπα 1. μπα! [allgemein]: a) ach was! [als Ausdruck der Geringschätzung der Äußerung des Anderen]: • Μπα, δεν το ξέρεις αυτό ... ° Ach was,...
  • ΜΠΑΓΛΑΜΑΣ, ο...μπαγλαμάς, ο (Pl.: οι μπαγλαμάδες) [Musikinstrument]: μουσικό όργανο με τρεις χορδές που μοιάζει με μπουζούκι, αλλά είναι πιο μικρό [ΛΚΝ] [Anm.:...
  • ΜΠΑΖΑ, η...μπάζα, η • χάρη στη δική μου μεσολάβηση, εσείς, αυτή τη στιγμή,...
  • ΜΠΑΙΛΝΤΙΖΩ ...richtig: ΜΠΑΪΛΝΤΙΖΩ ...
  • ΜΠΑΪΛΝΤΙΖΩ...μπαϊλντίζω • Αλλά μια κι η Τζο είχε μπαϊλντίσει απ’ […] ° Aber Jo hatte von […] die Schnauze voll, […] [wörtl.: Aber weil Jo …] [GF+DF aus: Σκούρτης:...
  • ΜΠΑΙΝΩ...μπαίνω 1. μπαίνει (+ Monats- oder Jahreszeitenangabe): • Έρχεται χειμώνας. Άνοιξη. Μπαίνει το καλοκαίρι. ° Es kommt der Winter. Frühling. Der Sommer fängt an....
  • ΜΠΑΚΑΚΟΣ (o) [bzw.] ΜΠΑΚΑΚΟΥ (στου)...Μπακάκος (ο) [bzw.] Μπακάκου (στου) Vgl. zum Lied "Δέκα χόνια στου Μπακάκου" (μουσική: Χρήστος Νικολόπουλος, στίχοι: Θοδωρής Γκόνης, ερμηνεία:...
  • ΜΠΑΚΛΑΒΑΣ, ο...μπακλαβάς, ο [Süßspeise]: γλυκό ταψιού καμωμένο από φύλλα ζύμης και καρύδια και περιχυμένο με σιρόπι [ΛΚΝ] [Anm.: o μπακλαβάς ist zu unterscheiden von:...
  • ΜΠΑΛΑ, η...μπάλα, η (κάτι) με παίρνει μπάλα [bzw.] με παίρνει η μπάλα: • Στην έξοδο την [= τη Μπέμπα] πήρε μπάλα ο κόσμος, την έσυρε μέσα από σουβλατζίδικα,...
  • ΜΠΑΡΑΚΙ, το...μπαράκι, το 1) die Kneipe * / das "Beisel" // die kleine Bar * [als Lokal] *[GF+DF jeweils aus: Σκούρτης: Μπαρμπα-Τζωρτζ] 2) die kleine Bar [zB....
Nachher:
  • ΜΠΑΡΟΒΙΑ, η...μπαρόβια, η weibliche Form zu μπαρόβιος, ο ...
  • ΜΠΑΡΟΒΙΟΣ, ο...μπαρόβιος, ο = άτομο που περνάει τα βράδια του πίνοντας στα μπαρ [ΛΠΑ] π.χ.: • Μέχρι τότε [ο θείος Ανέστης] νυκτόβιος, μπαρόβιος, καμπαρόβιος, πορνόβιος, [......
  • ΜΠΑΣ ΚΑΙ...μπας και = (προφορ.-καθημ.) μήπως [ΛΜΠ] // μήπως και / μήπως (χρησιμοποιείται μόνο σε ερωτήσεις με την σημασία του ίσως) [ΛΔΗ] π.χ.: • θα του τηλεφωνήσω,...
  • ΜΠΑΣΟΣ, -α, -ο...μπάσος, -α, -ο • με τη σταθερή μπάσα φωνή του ° mit seiner tiefen, festen [GF: festen, tiefen] Stimme [sagte der Soldat: …] [GF+DF aus: Μυριβήλης:...
  • ΜΠΑΣΤΟΥΝΙ, το...μπαστούνι, το 1. Grundbedeutungen: - der Stock [Spazierstock, Gehstock etc.] - der Schläger [Sportgerät, zB. Golfschläger] - das (österreichisch auch:...
  • ΜΠΑΤΣΟΣ, ο...μπάτσος, ο = der Bulle [Slang für: der Polizist] ...
  • ΜΠΑΦΙΑΖΩ...μπαφιάζω = πλήττω [ΛΔΗ] // ζαλίζομαι, αποβλακώνομαι [ΛΔΑ] π.χ.: • Ράβω απ’ το πρωί. Θα βγω τώρα λίγο έξω, θα πάω στην φιλενάδα μου, γιατί μπάφιασα!...
  • ΜΠΕΛΑΣ, ο...μπελάς, ο • Τώρα ξέρετε σε τι μπελάδες μας βάζετε! ° Wissen Sie eigentlich, in was für eine Klemme Sie uns jetzt bringen! [GF+DF aus: Βασιλικός:...
  • ΜΠΙΖΑΡΩ...μπιζάρω = da capo rufen [Wendt] ...