EXPLORER, der
• der Microsoft Internet Explorer [Browser] ° ο Microsoft Internet Explorer [Anm.: ο !]
Weitere Wörter:
Vorher
- EXPANDIEREN... = επεκτείνομαι:...
- EXPANSION, die... = η επέκταση:...
- EXPANSIV... = επεκτατικός, -ή, -ό: • die expansive Geldpolitik [zB....
- EXPEDITION, die... = η επιστημονική αποστολή [bzw. im weiteren Verlauf desselben Texts auch nur:] η αποστολή ...
- EXPERIMENT, das... = το πείραμα ...
- EXPERIMENTAL+... • der Experimentalfilm ° η πειραματική ταινία • die Experimentalgruppe [bei der Durchführung von wissenschaftlichen Experimenten]: vgl....
- EXPERIMENTELL... = πειραματικός, -ή, -ό: • die experimentelle Studie ° η πειραματική έρευνα ...
- EXPERIMENTIEREN... 1) πειραματίζομαι: • experimentierend [zB. mit ausgefallenen Zutaten beim Kochen] ° πειραματιζόμενος, ‑η, -ο 2) Sonstiges: • Was macht [iS von:...
- EXPERTE, der / EXPERTIN, die... 1) der Experte: a) ο ειδικός: • Meine eigene Beschäftigung mit der Musik liegt [wörtl.: ist] im Amateur-Bereich....
- EXPLODIEREN... 1) εκρήγνυμαι [bzw.] εκρηγνύομαι: • sie neigen dazu,...
Nachher:
- EXPLOSION, die... = η έκρηξη:...
- EXPONENT, der... [in der Mathematik] = ο εκθέτης: • Die natürliche Zahl a heißt Basis (Grundzahl) der Potenz und (die Zahl) n Exponent (Hochzahl)....
- EXPONENTIAL+... • die Exponentialfunktion [in der Mathematik] ° η εκθετική συνάρτηση ...
- EXPONENTIELL... • das exponentielle Wachstum ° η εκθετική ανάπτυξη ...
- EXPORT, der... (Ausfuhr, die) = η εξαγωγή ...
- EXPORT+... (Ausfuhr+) • der Exportanteil [einer Volkswirtschaft] ° το μερίδιο των εξαγωγών [Anm.: vgl. im selben Sinn:...
- EXPORTEUR, der... = ο εξαγωγέας (Pl.: οι εξαγωγείς) ...
- EXPORTIEREN... = εξάγω:...
- EXPRESS [Adverb]... • Den Brief schickte Eleni express. ° Το γράμμα η Ελένη το ’στειλε εξπρές. • Ich schickte ihn [sc....