JAPANER, der / JAPANERIN, die


1) der Japaner  °  ο Ιάπωνας *  //  ο Γιαπωνέζος **

       *(Gen.: του Ιάπωνα // Pl.: οι Ιάπωνες / Gen.: των Ιαπώνων)

**[Anm.: "Γιαπωνέζος" lt. Καρζής, Τα σωστά ελληνικά, σ. 85, "σε ανεπίσημη και

περισσότερο οικεία εκδοχή".]


2) die Japanerin  °  η Ιαπωνίδα  //  η Γιαπωνέζα

       [Anm.: ΛΜΠ erwähnt nur die Form Γιαπωνέζα]


Weitere Wörter:

Vorher
  • JAHRZEHNT, das... = η δεκαετία: • Jahrzehnte, Jahrhunderte, Jahrtausende ° δεκαετίες, αιώνες, χιλιετίες ...
  • JAHRZEHNTELANG... [Adverb] = επί δεκαετίες ...
  • JÄHZORN, der... = η οξυθυμία ...
  • JÄHZORNIG... = οξύθυμος, -η, -ο ...
  • JAKARTA... (frühere Schreibweise: Djakarta) [Hauptstadt Indonesiens] = η Τζακάρτα (Gen.: της Τζακάρτας) ...
  • JAMAIΚA... = η Τζαμάικα ...
  • JÄMMERLICH... 1) αξιοθρήνητος, -η, -ο:...
  • JAMMERN... 1) γκρινιάζω: • Er klagte und jammerte. [immer wenn er unglücklich war] ° Παραπονιόταν και γκρίνιαζε. 2) Sonstiges: • "Ich bin hungrig",...
  • JAMMERSCHADE... • Schade, ~jammerschade [wörtl.: tausend mal schade]. ° Κρίμα, χίλιες φορές κρίμα. ...
  • JAPAN... = η Ιαπωνία ...
Nachher:
  • JAPANISCH... 1) [personenbezogen]: ιάπωνας / ιαπωνίδα [bzw.] γιαπωνέζα 2) [sachbezogen]: ιαπωνικός, -ή, -ό // [alltagssprachlich auch:] γιαπωνέζικος, -η,...
  • JASMIN, der... [Pflanze] = το γιασεμί ...
  • JÄTEN... • (das) Unkraut jäten ° ξεριζώνω τα ζιζάνια ...
  • JAULEN... s. winseln ...
  • JAZZ, der... = η τζαζ [Anm.: η !] [bzw.] die Jazzmusik = η τζαζ μουσική ...
  • JAZZ+... • die Jazzmusik ° η τζαζ μουσική • der Jazzmusiker ° ο τζαζίστας ...
  • JE... Übersicht: 1) [zum Ausdruck von quantitativen Zuordnungen] 2.1) je nach 2.2) je nachdem 3) [iS von: jemals] 4) je ... desto ... [bzw.] je ... umso ......
  • JEAN, die [bzw.] JEANS, die... [Anm.: die Jean: Singular (lt. Duden ein in Österreich gebräuchlicher Ausdruck für "die Jeans") // die Jeans: lt....
  • JEDENFALLS... 1) πάντως: • Eines ist jedenfalls sicher. Dass [...] ° Πάντως ένα είναι σίγουρο. Πως [...] • Sicher ist jedenfalls, dass [......