ANRECHNEN


• In diesem Fall [sc.: ein Zivildienstpflichtiger wechselt zum Wehrdienst] wird die absol­vier­te Zeit des Zivildienstes zur Hälfte als Zeit bewaffneten Wehrdienstes ange­rechnet [wörtl.: anerkannt].  °  Στην περίπτωση αυτή ο χρόνος πολιτικής υπηρεσίας που διανύθηκε, αναγνωρίζεται ως χρόνος ένοπλης θητείας κατά το ήμισυ.

• Bei der Pension wird die Zeit des Militärdienstes angerechnet (hinzugezählt).  °  Στην σύνταξη προσμετράται ο χρόνος της θητείας.


Weitere Wörter:

Nachher: