SONNENBLUME, die


=  ο ηλίανθος  //  το ηλιοτρόπιο


Weitere Wörter:

Vorher
  • SONDERSENDUNG, die... = το έκτακτο δελτίο:...
  • SONDERSITZUNG, die... • die 20....
  • SONDERZEICHEN, das... = ο ειδικός χαρακτήρας: • Texte, die Sonderzeichen enthalten (z.B. mathematische Symbole) ° κείμενα τα οποία περιέχουν ειδικούς χαρακτήρες (π....
  • SONDERZUG, der... = το έκτακτο τρένο: • Sonderzüge [die zusätzlich eingesetzt werden,...
  • SONNABEND, der... [lt. Duden insbesondere nord- und mitteldeutsch für: Samstag] vgl. Samstag, der ...
  • SONNE, die... 1) ο ήλιος: • die Sonne brannte [vom Himmel] ° ο ήλιος έκαιγε • Die Sonne stand hoch. [es war schon Mittag geworden] ° Ο ήλιος βρισκόταν ψηλά. [bzw.]:...
  • SONNEN (sich)... 1) λιάζομαι: • sie sonnen sich ° λιάζονται 2) Sonstiges: • sich sonnen / ein Sonnenbad nehmen [zB. an einem Strand, an einem Swimming-Pool,...
  • SONNENAUFGANG, der... = η ανατολή του ήλιου (bzw. του ηλίου) ...
  • SONNENBAD, das... = η ηλιοθεραπεία: • ein Sonnenbad nehmen / sich sonnen [zB. an einem Strand, an einem Swimming-Pool,...
  • SONNENBESTRAHLUNG, die... • direkte Sonnenbestrahlung / direkte Sonneneinstrahlung [der zB....
Nachher:
  • SONNENBLUMEN+... • der Sonnenblumenkern ° ο ηλιόσπορος (Pl. / Akk.:...
  • SONNENBRAND, der... 1) το κάψιμο (από τον ήλιο): • Sie drückte das [kühle] Glas an ihre Wange und genoss das Kältegefühl,...
  • SONNENBRILLE, die... = τα γυαλιά ηλίου: • meine Sonnenbrille ° τα γυαλιά ηλίου μου ...
  • SONNENCREME, die... s. unter Sonnenschutz+ ...
  • SONNENDACH, das... [aufrollbar; über einem Balkon] = η τέντα ...
  • SONNENEINSTRAHLUNG, die... s. unter Sonnenbestrahlung, die ...
  • SONNENENERGIE, die... (Solarenergie, die) = η ηλιακή ενέργεια ...
  • SONNENFINSTERNIS, die... = η έκλειψη (του) ηλίου ...
  • SONNENLICHT, das... 1) το φως του ήλιου (auch: το φως του ηλίου) 2) το ηλιακό φως 3) Sonstiges: • Die Sonne sank (ging unter),...