SONNENENERGIE, die (Solarenergie, die)


=  η ηλιακή ενέργεια


Weitere Wörter:

Vorher
  • SONNENAUFGANG, der... = η ανατολή του ήλιου (bzw. του ηλίου) ...
  • SONNENBAD, das... = η ηλιοθεραπεία: • ein Sonnenbad nehmen / sich sonnen [zB. an einem Strand, an einem Swimming-Pool,...
  • SONNENBESTRAHLUNG, die... • direkte Sonnenbestrahlung / direkte Sonneneinstrahlung [der zB....
  • SONNENBLUME, die... = ο ηλίανθος // το ηλιοτρόπιο ...
  • SONNENBLUMEN+... • der Sonnenblumenkern ° ο ηλιόσπορος (Pl. / Akk.:...
  • SONNENBRAND, der... 1) το κάψιμο (από τον ήλιο): • Sie drückte das [kühle] Glas an ihre Wange und genoss das Kältegefühl,...
  • SONNENBRILLE, die... = τα γυαλιά ηλίου: • meine Sonnenbrille ° τα γυαλιά ηλίου μου ...
  • SONNENCREME, die... s. unter Sonnenschutz+ ...
  • SONNENDACH, das... [aufrollbar; über einem Balkon] = η τέντα ...
  • SONNENEINSTRAHLUNG, die... s. unter Sonnenbestrahlung, die ...
Nachher:
  • SONNENFINSTERNIS, die... = η έκλειψη (του) ηλίου ...
  • SONNENLICHT, das... 1) το φως του ήλιου (auch: το φως του ηλίου) 2) το ηλιακό φως 3) Sonstiges: • Die Sonne sank (ging unter),...
  • SONNENMILCH, die... s. unter Sonnenschutz+ ...
  • SONNENÖL, das... s. unter Sonnenschutz+ ...
  • SONNENSCHEIN, der... 1) η λιακάδα 2) η ηλιοφάνεια: • Morgen werden wird Sonnenschein haben, der aber von klirrender Kälte begleitet sein wird....
  • SONNENSCHIRM, der... 1) η ομπρέλα ηλίου: • der Sonnenschirm [den eine Frau in der Hand hält] ° η ομπρέλα ηλίου 2) Sonstiges: • der Sonnenschirm [wie er zB....
  • SONNENSCHUTZ+... 1) der Sonnenschutzfaktor ° ο δείκτης προστασίας:...
  • SONNENSTICH, der... = η ηλίαση: • Du wirst einen Sonnenstich bekommen, so wie du (= wenn du so) herumläufst. ° Θα πάθεις ηλίαση έτσι που τριγυρνάς....
  • SONNENSTRAHL, der... 1) η ακτίνα του ήλιου (auch: η ακτίνα του ηλίου) // η ηλιακή ακτίνα:...