FAMILIENSINN, der


• Ein Familienvater, welcher jahrzehntelang wegen eines sogenannten außerordent­lichen Familiensinnes gerühmt und beliebt gewesen war […]  °  Ένας οικογενειάρχης που επί δεκαετίες ήταν γνωστός και αγαπητός για το ασυνήθιστο οικογενειακό πνεύμα που τον διέκρινε [...]    [DF+GF aus: Th. Bernhard: Der Stimmenimitator]


Weitere Wörter:

Vorher
  • FALTE, die... 1) [Gesichtsfalte]: η ρυτίδα:...
  • FALTEN... = διπλώνω: • gefaltet / zusammengefaltet [zB. ein Stück Papier] ° διπλωμένος, -η, -ο ...
  • FAMILIÄR... = οικογενειακός, -ή, -ό: • die familiären Angelegenheiten / die Familienangelegenheiten ° τα οικογενειακά ...
  • FAMILIE, die... 1) η οικογένεια (Gen.: της οικογένειας): • Wie hast du Klarinette (spielen) gelernt? Hat jemand in deiner Familie gespielt?...
  • FAMILIENGESCHICHTE, die... • Ihre Familiengeschichte [iS von: Kindheit etc....
  • FAMILIENLEBEN, das... = η οικογενειακή ζωή ...
  • FAMILIENNAME, der... (Nachname, der / Zuname, der) = το επίθετο // το επώνυμο [synonym] [vgl.:...
  • FAMILIENOBERHAUPT, das... = ο αρχηγός της οικογένειας // ο οικογενειάρχης ...
  • FAMILIENPLANUNG, die... = ο οικογενειακός προγραμματισμός ...
  • FAMILIENRECHT, das... = το οικογενειακό δίκαιο ...
Nachher:
  • FAMILIENSTAND, der... [sc. ledig, verheiratet; Anzahl der Kinder, etc.] = η οικογενειακή κατάσταση ...
  • FAMILIENTREFFEN, das... 1) η οικογενειακή συγκέντρωση: • bei den Familientreffen ° στις οικογενειακές συγκεντρώσεις 2) η συνάντηση συγγενών:...
  • FAMILIENVATER, der... = ο οικογενειάρχης ...
  • FAN, der... 1) ο οπαδός 2) ο θαυμαστής 3) [beim Sport (auch)]: ο φίλαθλος: • Wien ist (bestens) gerüstet, um den Ansturm der Fans zu empfangen....
  • FANATISCH... = φανατικός, -ή, -ό: • die fanatischen Islamisten ° οι φανατικοί ισλαμιστές ...
  • FANATISMUS, der... = ο φανατισμός ...
  • FANCLUB, der [bzw.] FANKLUB, der... [zB. einer Fußballmannschaft] = ο σύνδεσμος οπαδών // η λέσχη οπαδών ...
  • FANGARM, der... [eines Tintenfisches] = το πλοκάμι ...
  • FANGEN... 1) πιάνω: • Fische fangen ° πιάνω ψάρια 2) Sonstiges:...