MAGENSCHMERZEN, die


=  ο στομαχόπονος [bzw.] οι στομαχόπονοι:

• sie wachte etliche Male in der Nacht mit Magenschmerzen auf  °  ξύπνησε αρκετές φορές τη νύχτα με στομαχόπονο

• Anna klagte über Magenschmerzen.  °  Η Άννα παραπονιόταν για στομαχόπονους.

• Ihre Magen- und Zahnschmerzen [Akk.]  °  τους πόνους σας απ’ το στομάχι και τα δόντια


Weitere Wörter:

Vorher
  • MÄDCHEN, das... = η κοπέλα // το κορίτσι [synonym] ...
  • MÄDCHEN+... 1) das Mädchengymnasium ° το γυμνάσιο θηλέων 2) der Mädchenname: s. eigenes Stichwort ...
  • MÄDCHENNAME, der... • ihr Mädchenname [war ...] ° το πατρικό της όνομα ...
  • MADEIRA... [portugiesische Insel im Atlantik] = η Μαδέρα ...
  • MADRID... = η Μαδρίτη (Gen.: της Μαδρίτης) ...
  • MAFIA, die... = η μαφία ...
  • MAFIOSO, der... [= Angehöriger der Mafia] = ο μαφιόζος (Pl.: die Mafiosi = οι μαφιόζοι) ...
  • MAGAZIN, das... 1) [iS von: Lager]: η αποθήκη 2) [Zeitschrift bzw. Radio- oder Fernsehsendung]:...
  • MAGEN, der... 1) το στομάχι: • der leere Magen ° το άδειο στομάχι • der volle Magen ° το γεμάτο στομάχι • Vorgestern Abend aßen wir Muscheln im Piräus,...
  • MAGENGESCHWÜR, das... = το έλκος του στομάχου ...
Nachher:
  • MAGENSPÜLUNG, die... [zB. als Maßnahme nach einer Vergiftung] = η πλύση του στομάχου ...
  • MAGER... 1) [iS von: dünn]: a) αδύνατος, -η, -ο: • Obwohl er [= dieser Mann] schlank, fast mager, war,...
  • MAGERSÜCHTIG... • die magersüchtigen Frauen / die Magersüchtigen ° οι ανορεξικές γυναίκες ...
  • MAGHREB, der... • das Arabisch [= die arabische Sprache] der Länder des Maghreb (der Maghreb-Län­der) [wörtl.:...
  • MAGIE, die... = η μαγεία ...
  • MAGNAT, der... = ο μεγιστάνας:...
  • MAGNESIUM, das... = το μαγνήσιο ...
  • MAGNET, der... = ο μαγνήτης ...
  • MAGNETFELD, das... = το μαγνητικό πεδίο ...