φθάνω
Weitere Wörter:
Vorher
- ΦΑΥΛΟΣ, -η, -ο...φαύλος, -η, -ο • οι φαύλοι ° jenes [wörtl.: das] Gesindel [GF+DF aus: Καβάφης: Ithaka] ...
- ΦΑΩ (θα, να, ...)...φάω (θα, να, ...) s. τρώω ...
- ΦΕΓΓΑΡΙ, το...φεγγάρι, το 1. έχει φεγγάρι: • Είχε φεγγάρι ακόμα σαν έπιασε να γαλανιάζει η αυγή. ° Der Mond stand noch am Himmel, als die [Morgen-]Dämmerung anbrach....
- ΦΕΓΓΙΤΗΣ, ο...φεγγίτης, ο • Το σπίτι της είναι παλαιϊκό, έχει πάνω από την οξώπορτα [= εξώπορτα] δυο στρογγυλούς φεγγίτες με θαμπά τζάμια. ° Ihr Haus ist uralt,...
- ΦΕΡΕΤΡΟ, το...φέρετρο, το = der Sarg [Anm.: τo φέρετρο ist zu unterscheiden von: το θέρετρο (= der Urlaubsort / der Ferienort {etc.})!] ...
- ΦΕΡΝΩ [bzw.] ΦΕΡΩ...φέρνω [bzw.] φέρω Übersicht: 1. Grundbedeutungen 2. φέρνω κοντά 3. τη φέρνω (σε κάποιον) [bzw.] μου την έφερε 4.1. το φέρνει (τα φέρνει) η μοίρα [bzw....
- ΦΕΥ...φευ • […], τότε, φευ, έχεις να κάνεις με […]. ° […], dann hat man es, leider, mit […] zu tun. [GF+DF aus: Ζατέλη:...
- ΦΕΥΓΩ...φεύγω 1. [allgemein]: • αισθάνθηκε το όνειρο να φεύγει ° sie spürte, wie der Traum verflog [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] 2. φεύγω από τη ζωή:...
- ΦΗΛΙ, το...φηλί, το [Anm.: φηλί – mit ήτα! Zu unterscheiden von: το φιλί und η φυλή !] - ΛΚΝ: μόνο στη φράση φηλί κλειδί: για πολύ στενούς, αχώριστους φίλους - ebenso ΛΜΠ:...
- ΦΗΜΗ, η...φήμη, η 1) das Gerücht vgl. auch: • Στο μεταξύ θα οργιάζουν οι φήμες. ° In der Zwischenzeit wird die Gerüchteküche brodeln. [DF+GF aus: Μάρκαρης:...
Nachher:
- ΦΙΓΟΥΡΑ, η...φιγούρα, η [u.a.]: • φιγούρες ° Tanzschritte [GF+DF aus: Τριανταφύλλου: Εργοστάσιο] ...
- ΦΙΛΑΡΑΚΙ, το...φιλαράκι, το • Το φιλαράκι ο Μπιλ [...] πρότεινε [...] Der gute, alte Bill […] schlug vor, […] [GF+DF aus: Σκούρτης:...
- ΦΙΛΙ, το...φιλί, το [Anm.: το φιλί ist zu unterscheiden von: η φυλή !] = der Kuss ...
- ΦΙΛΙΚΟΣ, -ή, -ό...φιλικός, -ή, -ό 1. Grundbedeutungen: - freundlich - freundschaftlich 2. το φιλικό παιχνίδι // ο φιλικός αγώνας ° das Freundschaftsspiel [zB. im Fußballsport] 3....
- ΦΙΛΟΔΟΞΙΑ, η...φιλοδοξία, η 1) der Ehrgeiz 2) die Zielsetzung, die Bestrebung; die Ambition [zB.: οι επαγγελματικές μου φιλοδοξίες] ...
- ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ, η...φιλολογία, η • ένας καθηγητής της φιλολογίας ° ein Literaturprofessor [DF+GF aus den Aphorismen von Karl Kraus bzw....
- ΦΙΛΟΦΡΟΝΗΣΗ, η...φιλοφρόνηση, η [Anm.: η φιλοφρόνηση ist zu unterscheiden von: η φιλοφροσύνη!] = das Kompliment: • Εάν μας γίνει μια φιλοφρόνηση,...
- ΦΙΛΟΦΡΟΣΥΝΗ, η...φιλοφροσύνη, η [Anm.: η φιλοφροσύνη ist zu unterscheiden von: η φιλοφρόνηση!] = die Liebenswürdigkeit:...
- ΦΙΛΩ...φιλώ (-άς) [Anm.: φιλώ ist zu unterscheiden von φυλώ !] 1. [allgemein]: küssen: • Ξαφνικά ο Μαξίμ άρχισε να με φιλάει όπως δε με είχε φιλήσει ποτέ. [Anm.:...