φέρνω [bzw.] φέρω
Übersicht: 1. Grundbedeutungen 2. φέρνω κοντά 3. τη φέρνω (σε κάποιον) [bzw.] μου την έφερε 4.1. το φέρνει (τα φέρνει) η μοίρα [bzw.] το φέρνει (τα φέρνει) η τύχη 4.2. τα φέρνει ο χρόνος [bzw.] τα φέρνει ο καιρός 5. φέρ’ ειπείν 6. φέρεται (να) 7. με πάει και με φέρνει: s. unter πάω (Z 23) |
1. Grundbedeutungen:
a) [aktiv]:
- φέρνω: bringen
- φέρω: tragen
b) [passiv]: ….
2. φέρνω κοντά:
• το πάθος που τους είχε φέρει κοντά ° die Leidenschaft, die sie [sc. diesen Mann und diese Frau] zusammengeführt hatte [GF+DF aus: Όσες φορές]
3. τη φέρνω (σε κάποιον) ° κοροϊδεύω, εξαπατώ (κάποιον) [ΑΓΝ, σ. 148]
[bzw.]
μου την έφερε ° με εξαπάτησε [Εμμ.]
π.χ.:
• Κάποιος μας την έφερε! [Anm.: vgl. die zweite griechische Übersetzung desselben deutschen Satzes: |
Wir sind verschaukelt worden! |
• Δεν θέλει όμως να της τη φέρει έτσι της Μπρίτα, [...] |
Aber sie [= Karmen] möchte Britta nun auch nicht in den Rücken fallen, […] [indem sie die verantwortungsvolle Aufgabe, die sie ihr zunächst zur Erledigung anvertraut hatte, wieder an sich zieht] [DF+GF aus: Gaby Hauptmann: Suche …] |
vgl. aber auch folgende BSe:
• Τους τη φέραμε για άλλη μια φορά. ° Denen haben wir's wieder mal gezeigt. [GF+DF aus: Σκούρτης: Μπαρμπα-Τζωρτζ]
• Όλο με κατηγορούσε ότι δεν διαβάζω. Του την έφερα όμως. Πήρα 20 στη Φυσική και τώρα δεν μπορεί να πει τίποτα. [Ι. Αντωνίου-Κρητικού: Επικοινωνώ στα Ελληνικά, σ. 106]
[Anm.: "του την έφερα" hat hier also eindeutig nicht die Bedeutung eines Hereinlegens, Beschwindelns etc., sondern eines Überzeugens, eines Es-jemandem-gezeigt-Habens durch eine echte Leistung, eines Recht-gehabt-Habens.] |
4.1. το φέρνει (τα φέρνει) η μοίρα [bzw.] το φέρνει (τα φέρνει) η τύχη:
• Έτσι το ’φερε η μοίρα. ° Das Schicksal hat es so gewollt. [DF+GF aus: Friedrich: Currywurst]
• Η τύχη τα ’φερε να πέσω μαζί μ’ άλλους έξι στα χέρια ενός καλού νοικοκύρη. ° Das Schicksal wollte es, dass ich mit noch sechs anderen [zur Feldarbeit verpflichteten jungen Männern] zu einem guten Herrn kam. [GF+DF aus: Σωτηρίου: Χώματα]
• η τύχη το ’φερε να φτάσω στη Σκιάθο σούρουπο ° der Zufall wollte es, dass ich in der Abenddämmerung auf Skiathos ankam [GF+DF aus: Μηλιώνης: Καλαμάς]
4.2. τα φέρνει ο χρόνος [bzw.] τα φέρνει ο καιρός:
• "Αμφιβάλλω αν θα το ξέρει / πως ακόμα είμαι εκεί. / Κοίτα ο χρόνος πώς τα φέρνει / κάποτε χτίζαμε μαζί." [Γιάννης Μπέης: τραγούδι "Κοίτα ο χρόνος πώς τα φέρνει"]
• Κοίτα λοιπόν πώς τα ’φερε ο καιρός· ένα τουριστικό ταξίδι [...] με ξανάφερε τελικά σε τούτη την ερειπωμένη σκάλα, [...]. ° Sieh an, wie die Zeit es gefügt hat: eine organisierte Reise […] hat mich am Ende zurückgebracht zu dieser verfallenen Treppe, […]. // Sieh nun, wie die Zeit es gefügt hat: eine touristische Reise […] hat mich schließlich zu dieser verfallenen Treppe zurückgebracht, […]. [GF + (synonyme) DF aus: Μηλιώνης: Καλαμάς / Anm.: Hochpunkt nach "ο καιρός"]
5. φέρ’ ειπείν ° (για να εισαγάγουμε στον λόγο ή στη συζήτηση ένα παράδειγμα) παραδείγματος χάριν, για παράδειγμα, λόγου χάριν [ΛΜΠ, σ. 1899]
π.χ.:
• Πολλοί άνθρωποι πλούτισαν χωρίς να δουλέψουν καθόλου· ο αδελφός τού Λούη, φέρ’ ειπείν, πού τα βρήκε τόσα λεφτά; [ΛΜΠ]
• φέρ’ ειπείν στην Κρήτη ° zum Beispiel nach Kreta [GF+DF aus: Όσες φορές]
• Φέρ’ ειπείν στην πρώτη σελίδα σημείωσα: [...] ° Auf der ersten Seite [des Hefts] habe ich etwa [iS von: beispielsweise] notiert: […] [GF+DF aus: Όσες φορές]
6. φέρεται (να) ° es heißt / man sagt / angeblich / soll [etc.] – π.χ.:
• Ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται τις πηγές που φέρεται να χρησιμοποιεί, σπάνια ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις μιας επιστημονικής εργασίας. ° Sein Umgang mit den von ihm (angeblich oder tatsächlich) benutzten Quellen genügt selten den Ansprüchen einer wissenschaftlicher Arbeit. [Kritik an der Methodik eines Historikers] [DF + GF (Übersetzung aus dem Deutschen) aus einem wissenschaftlichen Aufsatz]
Weitere Wörter:
- ΦΑΣΑΡΙΑ, η...φασαρία, η • ευτυχώς, οι περισσότερες φασαρίες συμβαίνουν στο Κάιρο,...
- ΦΑΣΙΝΑ, η...φασίνα, η γενικό καθάρισμα ενός σπιτιού, ενός χώρου (κυρ. σκούπισμα, σφουγγάρισμα, ξεσκόνισμα) [ΛΚΝ] – π.χ.: • Είμαι πτώμα· σήμερα είχαμε φασίνα στο σπίτι....
- ΦΑΣΚΕΛΟ, το...φάσκελο, το 1. Συνήθως: "πέντε (ή και δέκα) φάσκελα": πέντε (ή δέκα) ακτινωτά τεντωμένα δάχτυλα του χεριού που σχηματίζουν την μούντζα*....
- ΦΑΣΟΥΛΙ, το...φασούλι, το 1. Grundbedeutung: [volkstümlich:] το φασόλι = die Bohne 2. φασούλι το φασούλι γεμίζει το σακούλι:...
- ΦΑΤΑ ΜΟΡΓΚΑΝΑ, η...Φάτα Μοργκάνα, η βρ.μυθ. Morgan LeFay, ιταλ. Fata Morgana: η διεστραμμένη μάγισσα αδελφή του βασιλιά Αρθούρου,...
- ΦΑΥΛΟΣ, -η, -ο...φαύλος, -η, -ο • οι φαύλοι ° jenes [wörtl.: das] Gesindel [GF+DF aus: Καβάφης: Ithaka] ...
- ΦΑΩ (θα, να, ...)...φάω (θα, να, ...) s. τρώω ...
- ΦΕΓΓΑΡΙ, το...φεγγάρι, το 1. έχει φεγγάρι: • Είχε φεγγάρι ακόμα σαν έπιασε να γαλανιάζει η αυγή. ° Der Mond stand noch am Himmel, als die [Morgen-]Dämmerung anbrach....
- ΦΕΓΓΙΤΗΣ, ο...φεγγίτης, ο • Το σπίτι της είναι παλαιϊκό, έχει πάνω από την οξώπορτα [= εξώπορτα] δυο στρογγυλούς φεγγίτες με θαμπά τζάμια. ° Ihr Haus ist uralt,...
- ΦΕΡΕΤΡΟ, το...φέρετρο, το = der Sarg [Anm.: τo φέρετρο ist zu unterscheiden von: το θέρετρο (= der Urlaubsort / der Ferienort {etc.})!] ...
- ΦΕΥ...φευ • […], τότε, φευ, έχεις να κάνεις με […]. ° […], dann hat man es, leider, mit […] zu tun. [GF+DF aus: Ζατέλη:...
- ΦΕΥΓΩ...φεύγω 1. [allgemein]: • αισθάνθηκε το όνειρο να φεύγει ° sie spürte, wie der Traum verflog [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] 2. φεύγω από τη ζωή:...
- ΦΗΛΙ, το...φηλί, το [Anm.: φηλί – mit ήτα! Zu unterscheiden von: το φιλί und η φυλή !] - ΛΚΝ: μόνο στη φράση φηλί κλειδί: για πολύ στενούς, αχώριστους φίλους - ebenso ΛΜΠ:...
- ΦΗΜΗ, η...φήμη, η 1) das Gerücht vgl. auch: • Στο μεταξύ θα οργιάζουν οι φήμες. ° In der Zwischenzeit wird die Gerüchteküche brodeln. [DF+GF aus: Μάρκαρης:...
- ΦΘΑΝΩ...φθάνω s. φτάνω ...
- ΦΙΓΟΥΡΑ, η...φιγούρα, η [u.a.]: • φιγούρες ° Tanzschritte [GF+DF aus: Τριανταφύλλου: Εργοστάσιο] ...
- ΦΙΛΑΡΑΚΙ, το...φιλαράκι, το • Το φιλαράκι ο Μπιλ [...] πρότεινε [...] Der gute, alte Bill […] schlug vor, […] [GF+DF aus: Σκούρτης:...
- ΦΙΛΙ, το...φιλί, το [Anm.: το φιλί ist zu unterscheiden von: η φυλή !] = der Kuss ...
- ΦΙΛΙΚΟΣ, -ή, -ό...φιλικός, -ή, -ό 1. Grundbedeutungen: - freundlich - freundschaftlich 2. το φιλικό παιχνίδι // ο φιλικός αγώνας ° das Freundschaftsspiel [zB. im Fußballsport] 3....