MOTORSCHADEN, der (Maschinenschaden, der)
[zB. eines Flugzeugs]
= η μηχανική βλάβη
Weitere Wörter:
Vorher
- MOTIVIEREN... 1) παρακινώ (-είς): • und das [sc.:...
- MOTOR, der... 1) ο κινητήρας: • der Motor [zB. eines Autos] ° ο κινητήρας [Anm.: auch: η μηχανή] • der Benzinmotor ° ο βενζινοκινητήρας 2) η μηχανή:...
- MOTORBOOT, das... = η βενζινάκατος [Anm.: η !] ...
- MOTORHAUBE, die... [des Autos] = το καπό (Gen.: του καπό [also keine Deklination!]) ...
- MOTORIK, die... [zB. eines Kindes] = οι κινήσεις [wörtl.: die Bewegungen] ...
- MOTORISCH... = κινητικός, -ή, -ό: • die motorischen Fähigkeiten [zB. eines Kindes] ° οι κινητικές δεξιότητες ...
- MOTORRAD, das... = η μοτοσικλέτα [bzw.] η μοτοσυκλέτα * // η μηχανή *[die zB. nach ΛΜΠ zu bevorzugende Schreibweise] ...
- MOTORRAD+... - der Motorradfahrer ° ο μοτοσικλετιστής [bzw.] ο μοτοσυκλετιστής - die Motorradfahrerin ° η μοτοσικλετίστρια [bzw....
- MOTORROLLER, der... = το σκούτερ * [bzw.] το παπάκι * [bzw.] η βέσπα * *[Anm.: es handelt sich nicht um idente,...
- MOTORSÄGE, die... [zB. zum Baumfällen] = το μηχανικό πριόνι // το ηλεκτρικό πριόνι ...
Nachher:
- MOTTE, die... = ο σκόρος: • Ich hoffe, er hat keine Motten. [sc. dieser alte Teppich, den du mir hier (zusammengebunden) gibst] ° Ελπίζω να μην έχει σκόρο. [Anm.:...
- MOTTEN+... - das Mottenschutzmittel / der Mottenschutz ° το αντισκορικό: [Anm.: vgl.:...
- MOTTO, das... 1) το σύνθημα: • Unser Motto ist: Kultur verbindet. ° Το σύνθημά μας είναι: Ο πολιτισμός ενώνει. [DF+GF von diablog....
- MOUNTAINBIKE, das... (auch: Mountain-Bike,...
- MOUSSAKA, das/die... [Anm.: bestimmter Artikel "das" und "die" lt. Duden online; lt. Pons online hingegen "der" (!)] = ο μουσακάς ...
- MÖWE, die... = ο γλάρος ...
- MOZAMBIQUE... vgl. Mosambik ...
- MÜCKE, die... 1) το κουνούπι 2) Sonstiges: • aus einer Mücke einen Elefanten machen [sc.: eine Sache unnötig hochspielen,...
- MUCKSMÄUSCHENSTILL... • Plötzlich sind die Männer ~mucksmäuschenstill. ° Ξαφνικά, οι άνδρες δεν βγάζουν άχνα. ...