παρακινώ (-είς)
= animieren / ermuntern [zB. jemanden zum Sprechen; jemanden dazu, seinen Betrieb zu erweitern, um aus der Armut herauszukommen]
Weitere Wörter:
Vorher
- ΠΑΡΑ (Ι) (= πάρα)...πάρα [Anm.: πάρα ist zu unterscheiden von παρά !] πάρα πολύ (αργά, ...) ° (ganz) besonders (langsam, …) ...
- ΠΑΡΑ (ΙΙ) (= παρά)...παρά [Anm.: παρά ist zu unterscheiden von πάρα !] 1. παρά ταύτα ° παρ’ όλα αυτά / όμως / ωστόσο / εντούτοις [ΛΤΣ] 2....
- ΠΑΡΑ+ [als Vorsilbe eines Verbs]...παρα+ [als Vorsilbe eines Verbs] 1. [Verb] και παρα-[Wiederholung des Verbs]: • Δεν τίθεται πλέον ζήτημα εξάλλου. – Τίθεται και παρατίθεται....
- ΠΑΡΑΒΡΙΣΚΟΜΑΙ...παραβρίσκομαι s. παρευρίσκομαι ...
- ΠΑΡΑΓΙΝΟΜΑΙ...παραγίνομαι παράγινε το κακό: s. unter κακό, το (Z 5) ...
- ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ, ο...παράγοντας, ο • ποδοσφαιρικοί παράγοντες από τα χρόνια της δόξας ° Persönlichkeiten des Fußballs aus den Tagen des Ruhmes [der Fußballmannschaften] [GF+DF aus:...
- ΠΑΡΑΔΕΧΟΜΑΙ...παραδέχομαι 1. Grundbedeutungen: a) akzeptieren: • Με παραδεχόταν όπως ήμουν και ποτέ δε θέλησε να με αλλάξει....
- ΠΑΡΑΔΙΠΛΑΝΟΣ, -ή, -ό...παραδιπλανός, -ή, -ό • πήγε στο άλλο σπίτι, το παραδιπλανό, [...] ° [sie] ging in das andere Haus, in das übernächste, [...] [GF+DF aus: Ζατέλη:...
- ΠΑΡΑΕΙΜΑΙ...παραείμαι • Έπρεπε όμως να παραδεχτεί ότι ο Θανάσης παραήταν ευαίσθητος. ° Er musste aber einräumen, dass Thanassis übertrieben sensibel war. [GF+DF aus:...
- ΠΑΡΑΚΑΤΩ...παρακάτω • Τα παρακάτω τα θυμόταν μπερδεμένα, γιατί έγιναν πολύ γρήγορα. ° An das, was folgte, konnte er sich nur ungenau erinnern,...
Nachher:
- ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΑ, τα...παραλειπόμενα, τα για τα παραλειπόμενα: [praktikable Übersetzung ev.:] als Lückenbüßer ...
- ΠΑΡΑΛΙΑΚΗ, η...Παραλιακή, η [bzw.] παραλιακή, η = η παραλιακή λεωφόρος [Küstenstraße von Athen zu den meistfrequentierten Stränden Attikas / an ihr liegen zB. Γλυφάδα,...
- ΠΑΡΑΜΙΛΩ...παραμιλώ (-άς) • Όλη νύχτα ο Γκολής καιγότανε στον πυρετό, πάλευε, παραμιλούσε. Die ganze Nacht lag [der kranke] Golis glühend im Fieber, er war unruhig,...
- ΠΑΡΑΜΟΝΗ, η...παραμονή, η 1. Grundbedeutungen: a) der Aufenthalt: [Anm.: zur Unterscheidung παραμονή – διαμονή: s. unter διαμονή,...
- ΠΑΡΑΠΕΡΑ...παραπέρα 1. Zur Übersetzung ins Deutsche: s. (gemeinsam mit "πιο πέρα") unter πέρα (Z 1) 2. Zum Unterschied zwischen "παραπέρα" und "μπροστά": s....
- ΠΑΡΑΠΗΓΜΑ, το...παράπηγμα, το • Και η Φεβρωνία, ψάχνοντας κάτι σ’ ένα παράπηγμα πίσω απ’ το σπίτι, ανάμεσα σε ξύλα και κασσόνια, [...] ° Auch Fewronía,...
- ΠΑΡΑΠΟΝΕΜΕΝΟΣ, -η, -ο...παραπονεμένος, -η, -ο • "[...];" φώναζε παραπονεμένη η χελώνα. ° "…[Warum lasst ihr mich nicht von dem Toten Abschied nehmen]?...
- ΠΑΡΑΠΟΝΟ, το...παράπονο, το 1. [allgemein]: • Κοιμήθηκε μ’ αναφυλλητά [= αναφιλητά] και σε λίγο ο ύπνος έσβησε το παράπονό του....
- ΠΑΡΑΣΕΡΝΩ... s. παρασύρω ...