παραμονή, η


1. Grundbedeutungen:

a) der Aufenthalt:

       [Anm.: zur Unterscheidung παραμονή – διαμονή: s. unter διαμονή, η]

• Η παραμονή του στο εξωτερικό θα διαρκέσει δύο εβδομάδες.  °  Sein Aufenthalt im Ausland (sein Auslandsaufenthalt) wird zwei Wochen dauern.

• Ο συνολικός χρόνος μετάβασης και παρα­μονής στην τράπεζα είναι 15 λεπτά.  °  Die Gesamtzeit des Weges (zur Bank) und des Aufenthalts auf der Bank [zwecks Einzahlung etc.] beträgt 15 Minuten.

b) der Verbleib:

•  η παραμονή της χώρας στην Ένωση  °  der Verbleib des Landes in der [Europäi­schen] Union [als Gegenstück zum Austritt]


2.1. [in Zusammenhang mit Festtagen oder Ereignissen]:

       a) [allgemein]: der Vorabend [etc.]:

• την παραμονή ενός αγώνα  °  am Vorabend eines Spiels / am Abend [bzw.] am Tag vor einem Spiel [wollte der Fuß­baller immer seine Ruhe haben]

       b) [speziell]:

• η παραμονή (των) Χριστουγέννων  °  der Heilige Abend [24. Dezember]

• η παραμονή (της) Πρωτοχρονιάς [bzw. verkürzt auch:] η παραμονή  °  der/das Silvester


[bzw. auch]:

2.2. [in Zusammenhang mit Festtagen oder Ereignissen]: (τις) παραμονές (+ Gen.):

• Η Ιουλία θυμόταν μια φορά, πριν τέσσερα ή πέντε χρόνια, παραμονές του Πάσχα, που [...]

Ioulía konnte sich entsinnen, wie einmal, vor vier oder fünf Jahren, kurz vor Ostern, […]     [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• παραμονές Χριστουγέννων, βρήκαν κι ένα καλάθι με φρούτα του καιρού


[aber auch:]

einige Ta­ge vor Weihnachten fanden sie [in ihrem Garten] einen Korb, der mit Früch­ten der Jah­reszeit gefüllt war

[GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• [...], που επισκέφτηκε, παραμονές Χριστουγέννων, τον Στέφανο 


[…], der Stéfanos am Heiligabend auf­suchte

[GF+DF aus: Τριανταφύλλου: Εργοστάσιο]

[Anm.: vgl. dazu auch die ähnlich gelagerte Unschärfe der Zeitbestim­mung bei Ver­wen­dung des Adverbs ανήμερα]


• Μόλις το 1960 η διεθνοποίηση του εμπορίου έφτασε το επίπεδο στο οποίο βρισκόταν τις παραμονές του πρώτου παγκοσμίου πολέμου.

Erst 1960 knüpfte die Internationalisierung des Handels [sc. das Ausmaß der Exporte] wieder an das Niveau der Zeit unmittelbar vor dem ersten Weltkrieg an.

[DF+GF aus: Lafontaine/Müller: Globalisierung]

• η καθημερινή ζωή τις παραμονές της επανάστασης του 1905

das tägliche Leben [in Russland] an der Schwelle der [= zur] Revolution von 1905

[GF+DF aus: Τριανταφύλλου: Εργοστάσιο]

• Τις παραμονές του Μεγάλου Πολέμου [...]

An der Schwelle des [Ersten] Weltkriegs [GF wörtl.: des Großen Krieges] […] [er­klärte Rosa Luxemburg, dass ein Krieg eine Niederlage sei]

[GF+DF aus: Τριανταφύλλου: Εργοστάσιο]

• Τις παραμονές του πολέμου στην Ευρώ­πη [...]

Kurz vor Ausbruch des Krieges [sc. des Zweiten Weltkrieges] in Europa […] [er­fuhren sie ...]

[GF+DF aus: Τριανταφύλλου: Εργοστάσιο]

• Ακόμα δεν ήταν Απόκριες, παραμονές μόνο, μα εκείνοι τα φόρεσαν κιόλας κι ήρθαν μ’ αυτά στο σχολείο.

Der Karneval hatte noch nicht begonnen, es war noch ein paar Tage zu früh, sie aber [sc. die Männer des Dorfes] hatten ihre Glocken [= τα κουδούνια {traditionel­le Faschingskostümierung}] schon umge­hängt und waren damit in die Schule ge­kommen.   [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]


Weitere Wörter:

Vorher
  • ΠΑΡΑΓΙΝΟΜΑΙ...παραγίνομαι παράγινε το κακό: s. unter κακό, το (Z 5) ...
  • ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ, ο...παράγοντας, ο • ποδοσφαιρικοί παράγοντες από τα χρόνια της δόξας ° Persönlichkeiten des Fußballs aus den Tagen des Ruhmes [der Fußballmannschaften] [GF+DF aus:...
  • ΠΑΡΑΔΕΧΟΜΑΙ...παραδέχομαι 1. Grundbedeutungen: a) akzeptieren: • Με παραδεχόταν όπως ήμουν και ποτέ δε θέλησε να με αλλάξει....
  • ΠΑΡΑΔΙΠΛΑΝΟΣ, -ή, -ό...παραδιπλανός, -ή, -ό • πήγε στο άλλο σπίτι, το παραδιπλανό, [...] ° [sie] ging in das andere Haus, in das über­nächste, [...] [GF+DF aus: Ζατέλη:...
  • ΠΑΡΑΕΙΜΑΙ...παραείμαι • Έπρεπε όμως να παραδεχτεί ότι ο Θανάσης παραήταν ευαίσθητος. ° Er musste aber einräumen, dass Thanassis übertrieben sensibel war. [GF+DF aus:...
  • ΠΑΡΑΚΑΤΩ...παρακάτω • Τα παρακάτω τα θυμόταν μπερδεμένα, γιατί έγιναν πολύ γρήγορα. ° An das, was folgte, konnte er sich nur ungenau erinnern,...
  • ΠΑΡΑΚΙΝΩ...παρακινώ (-είς) = animieren / ermuntern [zB. jemanden zum Sprechen; jemanden dazu, seinen Betrieb zu erweitern, um aus der Armut herauszukommen] ...
  • ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΑ, τα...παραλειπόμενα, τα για τα παραλειπόμενα: [praktikable Übersetzung ev.:] als Lückenbüßer ...
  • ΠΑΡΑΛΙΑΚΗ, η...Παραλιακή, η [bzw.] παραλιακή, η = η παραλιακή λεωφόρος [Küstenstraße von Athen zu den meistfrequentierten Stränden Attikas / an ihr liegen zB. Γλυφάδα,...
  • ΠΑΡΑΜΙΛΩ...παραμιλώ (-άς) • Όλη νύχτα ο Γκολής καιγότανε στον πυρετό, πάλευε, παραμιλούσε. Die ganze Nacht lag [der kranke] Golis glühend im Fieber, er war unruhig,...
Nachher:
  • ΠΑΡΑΠΕΡΑ...παραπέρα 1. Zur Übersetzung ins Deutsche: s. (gemeinsam mit "πιο πέρα") unter πέρα (Z 1) 2. Zum Unterschied zwischen "παραπέρα" und "μπροστά": s....
  • ΠΑΡΑΠΗΓΜΑ, το...παράπηγμα, το • Και η Φεβρωνία, ψάχνοντας κάτι σ’ ένα παράπηγμα πίσω απ’ το σπίτι, ανάμεσα σε ξύλα και κασσόνια, [...] ° Auch Fewronía,...
  • ΠΑΡΑΠΟΝΕΜΕΝΟΣ, -η, -ο...παραπονεμένος, -η, -ο • "[...];" φώναζε παραπονεμένη η χελώνα. ° "…[Warum lasst ihr mich nicht von dem Toten Abschied nehmen]?...
  • ΠΑΡΑΠΟΝΟ, το...παράπονο, το 1. [allgemein]: • Κοιμήθηκε μ’ αναφυλλητά [= αναφιλητά] και σε λίγο ο ύπνος έσβησε το παράπονό του....
  • ΠΑΡΑΣΕΡΝΩ... s. παρασύρω ...
  • ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΑ, τα...παρασκήνια, τα στα παρασκήνια ° hinter der Bühne ([engl.: backstage]) // hinter den Kulissen ...
  • ΠΑΡΑΣΥΡΩ...παρασύρω ([bzw. volkstümlich:] παρασέρνω) • Όχι ... Δεν ήταν δυνατό ... Η φαντασία την παράσερνε ... ° Nein ......
  • ΠΑΡΑΤΑΙΡΟΣ, -η, -ο...παράταιρος, -η, -ο = unpassend [zB. die Empfehlung, in einer Zeit der Technisierung und der rationalen Weltsicht Märchen zu lesen] / deplatziert:...
  • ΠΑΡΑΤΗΡΩ...παρατηρώ (-είς) Zu den Bedeutungsunterschieden (bzw. -gemeinsamkeiten) der Begriffe παρατηρώ und βλέπω (sowie κοιτάζω und αγναντεύω): s....