παρατώ (-άς)


δεν με παρατάς!  °  άφησέ με ήσυχο  / μη με ενοχλείς  [ΛΜΠ]

• [...], δε μας απαρατάς μ’ αυτήνα τη Μαρίτσα. Δε λες και για καμιάν άλλη, [...].  °  [...], kannst du uns nicht mit dieser Maritsa verschonen [sc. mit der Geschichte über Maritsa, von der du uns doch ohnedies schon so oft erzählt hast]. Kannst du uns nicht von einer anderen Frau sprechen, […].    [Anm.: απαρατάς]      [GF+DF aus: Σωτηρίου: Χώματα] 

• Μωρ’ δε μας παρατάς, άνθρωπέ μου, έκανε νευριασμένος ο Πέτρος και παίρνοντας βιαστικά μια τελευταία γουλιά απ’ τον καφέ του βγήκε στην παραλία. [Unmutsäußerung und Beschreibung der Reaktion von Petros, der in einem Café in Saloniki von einem am Nebentisch sitzenden Be­trun­kenen belästigt wird]   [Γ. Κάτος: Η αγία αλητεία]

[Anm: Verwendung von μας (παρατάς), obwohl sich Petros ohne Begleitperson im Café befindet und somit nur er (unmittelbar) Betroffener ist.]


[bzw. in gleicher Bedeutung]:

παράτα μας:

• "Άει παράτα μας", του απάντησα στα ελληνικά.  °  "Lass mich in Ruhe", antwortete ich ihm auf Griechisch [sc. dem Mann in Budapest, der mich auf der Straße ansprach, weil er Dollars von mir kaufen wollte].   [GF+DF aus: Μηλιώνης: Καλαμάς]

[Anm.: Verwendung von "μας", obwohl sich der Ich-Erzähler allein (sc. ohne Begleitperson) am Ort des Geschehens befindet und somit auch nur er von dem anderen Mann angesprochen wurde.]



Weitere Wörter:

Vorher
  • ΠΑΡΑΜΟΝΗ, η...παραμονή, η 1. Grundbedeutungen: a) der Aufenthalt: [Anm.: zur Unterscheidung παραμονή – διαμονή: s. unter διαμονή,...
  • ΠΑΡΑΠΕΡΑ...παραπέρα 1. Zur Übersetzung ins Deutsche: s. (gemeinsam mit "πιο πέρα") unter πέρα (Z 1) 2. Zum Unterschied zwischen "παραπέρα" und "μπροστά": s....
  • ΠΑΡΑΠΗΓΜΑ, το...παράπηγμα, το • Και η Φεβρωνία, ψάχνοντας κάτι σ’ ένα παράπηγμα πίσω απ’ το σπίτι, ανάμεσα σε ξύλα και κασσόνια, [...] ° Auch Fewronía,...
  • ΠΑΡΑΠΟΝΕΜΕΝΟΣ, -η, -ο...παραπονεμένος, -η, -ο • "[...];" φώναζε παραπονεμένη η χελώνα. ° "…[Warum lasst ihr mich nicht von dem Toten Abschied nehmen]?...
  • ΠΑΡΑΠΟΝΟ, το...παράπονο, το 1. [allgemein]: • Κοιμήθηκε μ’ αναφυλλητά [= αναφιλητά] και σε λίγο ο ύπνος έσβησε το παράπονό του....
  • ΠΑΡΑΣΕΡΝΩ... s. παρασύρω ...
  • ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΑ, τα...παρασκήνια, τα στα παρασκήνια ° hinter der Bühne ([engl.: backstage]) // hinter den Kulissen ...
  • ΠΑΡΑΣΥΡΩ...παρασύρω ([bzw. volkstümlich:] παρασέρνω) • Όχι ... Δεν ήταν δυνατό ... Η φαντασία την παράσερνε ... ° Nein ......
  • ΠΑΡΑΤΑΙΡΟΣ, -η, -ο...παράταιρος, -η, -ο = unpassend [zB. die Empfehlung, in einer Zeit der Technisierung und der rationalen Weltsicht Märchen zu lesen] / deplatziert:...
  • ΠΑΡΑΤΗΡΩ...παρατηρώ (-είς) Zu den Bedeutungsunterschieden (bzw. -gemeinsamkeiten) der Begriffe παρατηρώ und βλέπω (sowie κοιτάζω und αγναντεύω): s....
Nachher:
  • ΠΑΡΕΑ, η...παρέα, η • η παρέα του παραμυθά του Τρίστρομ την ηρέμησε ° die Gegenwart des Märchen­onkels Tristram beruhigte sie [GF+DF aus: Σκούρτης:...
  • ΠΑΡΕΞΗΓΩ...παρεξηγώ (-είς) • Μη με παρεξηγείς [,] θείε. ° Sei mir nicht bös, Onkel. [DF+GF aus: Schnitzler: Spiel] • Πρέπει να πάω, αλλιώς θα παρεξηγηθούν....
  • ΠΑΡΕΥΡΙΣΚΟΜΑΙ...παρευρίσκομαι (bzw. παραβρίσκομαι) παρευρίσκομαι (παραβρίσκομαι) – παρίσταμαι:...
  • ΠΑΡΙΣΙ, το...Παρίσι, το Verwendung im Plural (τα Παρίσια): • [...] δεν υπάρχει ελπίδα να βάλουμε ούτε μια δεκάρα στην άκρη, όχι για Λονδίνα και Παρίσια, [......
  • ΠΑΡΙΣΤΑΜΑΙ...παρίσταμαι zum (leichten) Bedeutungsunterschied gegenüber παρευρίσκομαι: s. παρευρίσκομαι ...
  • ΠΑΡΟΡΜΗΣΗ, η...παρόρμηση, η • Είχα για λίγο την έντονη παρόρμηση να [...] ° Kurzzeitig hatte ich den intensiven Drang, […] zu […] [GF+DF aus:...
  • ΠΑΡΟΤΡΥΝΩ...παροτρύνω 1) [jemandem] zureden 2) animieren / ermuntern [zB. durch Werbe­slogans die Konsumenten zum Kauf einer Ware] ...
  • ΠΑΡΟΧΗ, η...παροχή, η • η παροχή υπηρεσιών ° das Erbringen (die Erbringung) von Dienstleistungen ...
  • ΠΑΡΤΗ, η...πάρτη, η για (την) πάρτη μου: a) για το προσωπικό μου συμφέρον [ΛΜΠ] – π.χ.: • πρώτα θα φροντίσω για (την) πάρτη μου και μετά για τους άλλους [ΛΜΠ] b) για μένα,...