σάμπως


• Τι θα γίνει, αν μας αρέσει; Σάμπως θα κάνουμε επανάσταση; Ή μήπως θα διώ­ξουμε τις πολυεθνικές και θα μας αφήσει το κεφάλαιο ν’ αλλάξουμε σύστημα;

Was ist, wenn es uns zusagt [in den kom­mu­nisti­schen Ländern (die ihr unbedingt besuchen wollt)]? Werden wir dann etwa [hier in Griechenland] eine Revolution anstiften? Oder werden wir vielleicht die Multis rausschmeißen, und wird uns der Kapita­lismus [GF: das Kapital] vielleicht gestatten, das System zu ändern?

[GF+DF aus: Μηλιώνης: Καλαμάς]

• Δεμένα ’ναι σάμπως τα χέρια μας, η γλώσσα;

Sind etwa gefesselt unsere Hände, unsere Zunge? [sodass wir gehindert wären, gegen Unrecht aufzu­begehren]

[GF + DF (Übersetzung aus dem Griechischen) aus: Kalimerhaba]

• Και που δεν την έβγαλα Ροδάνθη, σάμπως γλύτωσε; Τις ψυχές παίρνει ο Χάρος, όχι τα ονόματα.

Und weil ich ihr [= der mitt­ler­weile (jung) Verstorbe­nen] nicht den Namen Rodanthe gab, ist sie deshalb etwa nicht gestorben? Der Tod, der holt sich Seelen, keine Namen.   [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• Κι όσο για το ακκορντεόν, σάμπως δεν είχαν μάθει να ζουν και χωρίς αυτό;

Und was das Akkordeon angeht [das der ungebetene Gast so gut spielen konnte], hatten sie denn nicht gelernt [= waren sie denn nicht daran gewöhnt], ohne Akkorde­on­spiel zu leben? [rhetorische Frage, die suggeriert, dass sie sehr wohl daran ge­wöhnt waren und des­halb auf das Spiel des Gastes (und damit auf seinen Aufent­halt überhaupt) leichten Her­zens verzich­ten hätten können]   [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• Σάμπως και πριν τι έκανε;

Was, im übrigen, machte sie denn sonst [= früher (vor diesem Ereignis)]? [rhetorische Frage, mit der der Fragende zum Ausdruck bringt: "Ihr Verhalten ist nichts Neues – Sie hat das doch auch schon zuvor/früher immer ge­macht."]  [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• Σάμπως κατάλαβα;

Glaubst du, ich hätte was kapiert? 

[GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• Κι εμείς σάμπως τι σκεφτόμαστε;

Und was meinst du, an wen wir [wörtl.: an was w i r ] denken? [rhetorische Frage mit der Bedeutung: Auch wir denken – so wie du – an den Ver­storbenen.]  

[GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• Και πώς της έκανε καρδιά; […] – [Reakti­on:] Ε, ρώτα την ίδια, σάμπως ξέρω πώς της έκανε καρδιά;

Und wie hat sie das übers Herz gebracht? [sc.: ihrem Mann nach­zu­spio­nie­ren, ob er anderen Frauen schöne Augen macht, während ihre kleine Toch­ter todkrank zu Hause lag] – [Reaktion:] Frag sie doch selbst, wie soll ich wissen, wie sie das übers Herz gebracht hat. 

[GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• Σάμπως και κείνη ρώτησε κάτι περισσότερο για το άτομό του;

Hatte sie selbst denn überhaupt etwas über seine Person [sc. über ihren künftigen Verlobten] wissen wollen? [rhetorische Fra­ge in Parenthese, nachdem zuvor erzählt worden war, dass sie nie­mand auf die ne­ga­tiven Merkmale ihres künftigen Verlob­ten vorbereitet hatte]  [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• Ετοιμάστηκε και η Πολυξένη, μα μετά από τριάντα βήματα γύρισε πίσω: σάμπως τι θ’ άλλαζε αν το ’βαζε πείσμα να πάει κι αυτή;

Auch Polyxene hatte sich fertiggemacht [um in der Eiseskälte zur Bestattung ihrer Schwester zu gehen], doch nach dreißig Schritten kehrte sie um: Was nützte es*, wenn sie sich darauf versteifte mitzu­gehen.        [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

*[Anm.: praktikable Alternative:

Was nützte es denn, …]

• Αν δεν ξέρεις, [...], βάλε έναν σταυρό – οι περισσότεροι σταυρό θα βάλουν, σάμπως 

τι;

Wenn du das nicht kannst [sc. wenn du nicht genug schreiben kannst, um deine Unterschrift unter das Formular für die Schulanmeldung zu setzen], […], darfst du ein Kreuz malen – die meisten werden ein Kreuz malen, was macht's!*  

[GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

*[Anm.: praktikable Alternative:

…, was macht's denn schon!]

• Όσο για το παιδάκι της, εκείνο σάμπως το είδε ή το άκουσε κανένας;

Und ihr kleines Kind, hatte man das über­haupt schon je gesehen oder gehört?

[GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• Κι αν εκείνο [= το αγέννητο πλάσμα] δεν ήθελε; Σάμπως μπορούσε να το ρωτήσει;

Und wenn es [= das ungeborene Wesen (sc. das Kind, mit dem sie schwanger war)] das nicht wollte? [sc. von der Mutter (durch deren Selbstmord gleich­falls) getötet wer­den] Sie [= die Mutter] konnte es ja nicht fragen.*  [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

*[Anm.: praktikable Alternative:

Konnte sie es denn (sie es etwa) fragen?]

• "Εγώ;" παραξενευόταν σάμπως.

"Ich [soll euch das alles erzählt haben]?" Er tat erstaunt.  [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]



Weitere Wörter:

Vorher
  • ΡΥΠΑΝΣΗ, η...ρύπανση, η Zum Verhältnis der Begriffe ρύπανση und μόλυνση:...
  • ΡΩΤΩ...ρωτώ (-άς) 1. Grundbedeutung: fragen 2. ρωτώ να μάθω ° sich erkundigen / versuchen, in Erfahrung zu bringen [etc.]:...
  • ΣΑΓΓΑΡΙΟΣ, ο...Σαγγάριος, ο • Σαγγάριος. Ένας όμορφος ποταμός στη βαθιά του κοιλάδα. Εδώ μπορείς και τρεις φορές να σπέρνεις και να μαζεύεις σοδειά....
  • ΣΑΓΙΟΝΑΡΑ, η...σαγιονάρα, η 1. Bedeutung: είδος πλαστικής παντόφλας που συγκρατείται από δύο λουριά σε σχήμα V, που η γωνία τους περνά από το μεγάλο δάχτυλο [ΛΚΝ] π.χ.:...
  • ΣΑΖΙ, το...σάζι, το (Plural: τα σάζια) = die Saz [türkisches Musikinstrument] ...
  • ΣΑΚΑΤΕΜΕΝΟΣ, -η, -ο...σακατεμένος, -η, -ο • Είν’ ένας γέροντας. Εξηντλημένος και κυρτός, / σακατεμένος απ’ τα χρόνια, κι από καταχρήσεις, / σιγά βαδίζοντας διαβαίνει το σοκάκι....
  • ΣΑΛΑ, η...σάλα, η • η οικοδόμηση 2000 – 3000 σπιτιών (δηλαδή, οικίσκων με σάλα, ένα δωμάτιο και κουζινίτσα!...
  • ΣΑΛΕΥΩ...σαλεύω μου σαλεύει ° τρελαίνομαι [ΛΔΗ] π.χ.: • Τι είν’ αυτά που λες; Σου σάλεψε, μου φαίνεται! [ΛΔΗ] • Τρελλάθηκες, σου σάλεψε, πάμε να φύγουμε....
  • ΣΑΛΟΝΙ, το...σαλόνι, το = [u.a.] das Wohnzimmer – zB.: • Εκατομμύρια τηλεθεατές κάθονται στο σαλόνι τους και παρακολουθούν αυτοκίνητα ... [Anm.:...
  • ΣΑΛΠΑΡΙΣΜΑ, το...σαλπάρισμα, το • Μανούβρα για σαλπάρισμα. ° Auslaufmanöver. [sc. die technischen Abläufe bei einem Schiff, das den Hafen verlässt] [GF+DF aus: Μυριβήλης:...
Nachher:
  • ΣΑΝ...σαν Übersicht: 1. Grundbedeutungen bzw. -funktionen 2. σαν τι 3. σαν να λέμε 4. με τις σημασίες "μου φαίνεται πως" / "λες και" / "σχετικά" 5....
  • ΣΑΝΤΕ...Σαντέ • κοντοστέκονταν στο περίπτερο να πάρουν τσιγάρα, ο ένας "σαντέ", ο άλλος σέρτικα ° sie machten beim Kiosk einen Halt, um Zigaretten zu kaufen,...
  • ΣΑΝΤΕΖΑ, η...σαντέζα, η • η γριά σαντέζα ° die alte Chansonette [GF+DF aus: Καζαντζάκης:...
  • ΣΑΡΩΝΩ...σαρώνω 1) [Bedeutung u.a.]: überrollen [im metaphorischen Sinn] 2) Sonstiges: • Η επιστήμη θα σαρώσει την ανθρώπινη δυστυχία! ° Die Wissenschaft [zB....
  • ΣΑΤΕΝ, το...σατέν, το • στο σατέν φόρεμά της ° auf ihrem Satinkleid [GF+DF aus: Όσες φορές] ...
  • ΣΒΗΝΩ...σβήνω 1. σβήνω – σβύνω: Το ρήμα "σβήνω", πριν καθιερωθεί με "η", γραφόταν με "υ": "σβύνω". [Καρζής, σ. 194] 2. spezielle Formen:...
  • ΣΒΥΝΩ...σβύνω s. σβήνω ...
  • ΣΕ (Ι) [Präposition] ...σε (Ι) [Präposition] 1. σε + Zeitangabe ° Zeitangabe + darauf / später // nach + Zeitangabe: • Σε πέντε λεπτά ξαναχτύπησε το τηλέφωνο....
  • ΣΕ (ΙΙ) [Pronomen]...σε (ΙΙ) [Pronomen] BS für die Verwendung von "σε" anstelle von "σένα": • Άλλον από σε να κουβεντιάσω δεν έχω. ° Jemand Αnderen als dich habe ich nicht,...