WELTRANGLISTE, die
= η παγκόσμια κατάταξη:
• Marat Safin, Nummer 4 der Weltrangliste [der Tennisspieler] ° o Marat Safin, νούμερο 4 της παγκόσμιας κατάταξης
Weitere Wörter:
Vorher
- WELTGESUNDHEITSORGANISATION, die... • die Weltgesundheitsorganisation (die WHO) ° η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (η ΠΟΥ) [bzw....
- WELTHANDEL, der... = το διεθνές εμπόριο // το παγκόσμιο εμπόριο ...
- WELTHANDELSORGANISATION, die... • die Welthandelsorganisation (die WTO) ° η Παγκόσμια Οργάνωση Εμπορίου (η WTO) [bzw....
- WELTKLASSE+... = … παγκόσμιας κλάσης: • die Weltklassespieler [zB. im Tennis] ° οι παίκτες παγκόσμιας κλάσης ...
- WELTKRIEG, der... • der Erste / der Zweite Weltkrieg ° ° ο πρώτος / ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος [bzw.] ο Πρώτος / ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος [bzw....
- WELTLICH... [sc. nicht-klerikal / nicht-religiös] = κοσμικός, -ή, -ό: • Die panarabische,...
- WELTMEISTER, der / WELTMEISTERIN, die...WELTMEISTER, der / WELTMEISTERIN,...
- WELTMEISTERSCHAFT, die... = το παγκόσμιο πρωτάθλημα: • die Fußballweltmeisterschaft ° το παγκόσμιο πρωτάθλημα ποδοσφαίρου [bzw. auch:...
- WELTÖFFENTLICHKEIT, die... = η παγκόσμια κοινή γνώμη:...
- WELTRANG, der... • Österreichs einziger Historiker von Weltrang ° ο μοναδικός παγκόσμιας φήμης ιστορικός της Αυστρίας [DF+GF aus: Menasse:...
Nachher:
- WELTRAUM, der... = το διάστημα [vgl. (wohl ohne grundlegenden Bedeutungsunterschied): das Weltall / das All = το σύμπαν] ...
- WELTRAUM+... = διαστημικός, -ή, -ό:...
- WELTREISE, die... = ο γύρος του κόσμου: • das Geld, das er gespart hatte,...
- WELTREKORD, der... = το παγκόσμιο ρεκόρ // η παγκόσμια επίδοση [synonym] ...
- WELTSICHT, die... • Ich suche nach einer neuen Philosophie. Etwas, das mir eine andere Weltsicht (eine andere Sicht der Welt) geben wird. Und ich finde nicht(s)....
- WELTVERBESSERER, der... • "Der Weltverbesserer" [Theaterstück von Thomas Bernhard] ° "Ο αναμορφωτής του κόσμου" ...
- WELTWEIT... 1) παγκόσμιος, -α, -ο:...
- WEM... A) [Fragepronomen]: 1) σε ποιον ([bzw.] sonstige Präposition + ποιον): [Anm: statt ποιον gegebenenfalls: ποια / ποιο] • Wem gehören diese Koffer?...
- WEN... Α) [Fragepronomen]: 1) ποιον: [Anm: statt ποιον gegebenenfalls: ποια / ποιο] • Für wen?...