τζαμαρία, η


• πίσω από τις τζαμαρίες των εστιατορίων τα ζευγάρια έτρωγαν σκουπίζοντας το στόμα τους σε λινές πετσέτες

hinter den Fensterscheiben der Restau­rants [in Genf] speisten die Paare, den Mund mit [wörtl.: auf] Leinen­servietten abwischend   [GF+DF aus: Όσες φορές]

• τεράστιες τζαμαρίες που προσφέρουν φως ημέρας και θαυμάσια θέα

riesige Glas­scheiben [an den Gebäude­wänden], die Tageslicht und (eine) wunder­bare Aus­­sicht bieten

• κατέστρεψαν την τζαμαρία εισόδου πολυκατοικίας

sie [sc. die Randalierer] zer­stör­ten die ~Glas­eingangs­tür eines Etagenhauses


Weitere Wörter:

Vorher
  • ΤΕΡΑΣΤΙΟΣ, -α, -ο...τεράστιος, -α, -ο Zu den Verwendungsunterschieden (bzw. -gemeinsamkeiten) der Begriffe τεράστιος und πελώριος:...
  • ΤΕΡΕΒΙΝΘΙΝΗ, η...τερεβινθίνη, η = das Terpentin ...
  • ΤΕΡΜΑ, το...τέρμα, το 1. Grundbedeutungen: a) das Ende [örtlich oder zeitlich]:...
  • ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΝΘΗΜΕΡΟΣ, -η, -ο...τεσσαρακονθήμερος, -η, -ο = vierzigtägig // (Substantiv / το): die vierzig Tage [Wendt (alte Auflage)] ...
  • ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΝΤΑ...τεσσαράκοντα = vierzig [Wendt (alte Auflage)] ...
  • ΤΕΣΣΕΡΕΙΣ, -εις, -α [bzw.] ΤΕΣΣΕΡΙΣ, -ις, -α...τέσσερεις, -εις, -α [bzw.] τέσσερις, -ις, -α 1.1. zur Schreibweise: - τέσσερεις, -εις, -α [die von ΛΜΠ bevorzugte Form] [bzw.] - τέσσερις, -ις,...
  • ΤΕΤΑ, η...τέτα, η Τέτες φώναζαν εκεί τις όχι άμεσα θείες ή γιαγιές, και γενικότερα τις ηλικιωμένες. [Anm.: άμεσα ! (im nächsten Satz hingegen die Formulierung:...
  • ΤΕΤΑΓΜΕΝΟΣ, -η, -ο...τεταγμένος, -η, -ο = 1) festgesetzt, bestimmt / 2) beauftragt (επί / mit) [Wendt (alte Auflage)] ...
  • ΤΕΤΡΑΚΙΣ...τετράκις = vier Mal [Wendt (alte Auflage)] ...
  • ΤΕΩΣ...τέως 1. Zum (feinen) Bedeutungsunterschied zwischen τέως und πρώην: s. unter πρώην 2....
Nachher:
  • ΤΖΟΥΡΑΣ, ο...τζουράς, ο (Plural: οι τζουράδες) [Musikinstrument] ...
  • ΤΗΓΑΝΗΤΟΣ, -ή, -ό...τηγανητός, -ή, -ό 1) [in der Pfanne] gebraten: • ένα σινί με τηγανητά ψάρια ° eine Pfanne mit gebratenen Fischen [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] 2) gebacken:...
  • ΤΗΛΕΠΑΙΧΝΙΔΙ, το...τηλεπαιχνίδι, το παιχνίδι γνώσεων, ικανοτήτων ή τύχης που γίνεται σε τηλεοπτικό στούντιο, συνήθ. με συμμετοχή κοινού,...
  • ΤΗΛΕΡΑΜΑ, το...Τηλέραμα, το [Anm.: Betonung auf der zweiten Silbe!...
  • ΤΗΛΕΦΩΝΟ, το...τηλέφωνο, το χτυπώ το τηλέφωνο ° [jemanden] anrufen: • Ο Θεόδωρος δεν έχει οίκτο, λες και με παραμονεύει, μου χτυπά το τηλέφωνο μόλις το έχω κλείσει.* [Anm.:...
  • ΤΗΡΟΥΜΕΝΩΝ...τηρουμένων τηρουμένων των αναλογιών: s. unter αναλογία, η ...
  • ΤΗΡΩ...τηρώ (-είς) 1. Grundbedeutungen: a) einhalten / sich halten an [zB. Regeln, eine Reihenfolge] b) halten [zB. ein Versprechen] 2. τηρουμένων των αναλογιών: s....
  • ΤΙ...τι Übersicht: 1. Grundbedeutungen 2. τι ..., τι ... 3. τι κι αν 4. και τι μ’ αυτό; 5. als Ausdruck, um etwas anzuzweifeln bzw....
  • ΤΙΜΗ, η...τιμή, η 1. Grundbedeutungen: a) die Ehre b) der Preis c) der [Mess-]Wert 2. λαμβάνω την τιμή / παίρνω την τιμή: • Σαν "πήρα την τιμή" να του πω πως [...],...