άλλο // άλλος, -η, -ο
1. δεν ... άλλο 2. άλλο που δεν ήθελα [bzw.] άλλο που δε θέλω 3. άλλο τίποτα 4. όχι τίποτε άλλο: s. unter όχι (Z 10) 5.1. άλλο τόσο 5.2. άλλοι τόσοι / άλλες τόσες / άλλα τόσα (bzw. άλλος τόσος [usw.]) 6. άλλο τούτο 7.1. κι άλλο [bzw.] 7.2. κι άλλα 8. άλλο ... κι άλλο ... 9. άλλος ...., άλλος ... [bzw.] άλλοι ..., άλλοι ... [etc.] 10. από την άλλη [bzw.] απ’ την άλλη 11. κάθε άλλο: s. unter κάθε (Z 4) 12. (το) δίχως άλλο // χωρίς άλλο: s. unter δίχως (Z 2) 13. αν μη τι άλλο: s. unter μην / μη (Z 7) 14. ό,τι άλλος (-η, -ο) ... [bzw.] ό,τι άλλοι (-ες, -α) … : s. unter ό,τι (Z 9) 15. εκτός των άλλων: s. unter εκτός |
1. δεν ... άλλο ° nicht mehr / nicht länger:
• Δεν μπορώ να περιμένω άλλο. ° Ich kann nicht mehr (Ich kann nicht länger) warten.
• Δεν μένω άλλο εδώ. ° Ich bleibe nicht mehr (nicht länger) hier.
2. άλλο που δεν ήθελα: για την περίπτωση επιτυχίας του στόχου που έχει θέσει εκείνος ο οποίος χρησιμοποιεί τη φράση [ΛΓΙΟ, σ. 74]
[bzw.]
άλλο που δε θέλω ° επιθυμώ κάτι πολύ [Εμμ.]
π.χ.:
• Άλλο που δεν ήθελα! |
Das wollte ich ja! [iS von: der eingetretene Effekt war mir willkommen bzw. von mir angestrebt] [GF+DF aus: Καζαντζάκης: Ζορμπάς] |
• Ο Ανέστης άλλο που δεν ήθελε. |
Etwas anderes hatte Anestis auch nicht im Sinn. [sc.: Das, was seine Chefs von ihm als Maßnahme verlangten, war auch seine eigene Intention.] [GF+DF aus: Σωτηρίου: Χώματα] |
• Όσα παιδιά πολυπερίσσευαν τα έβαζαν πάνω στο άλογο – άλλο που δεν ήθελαν. |
Man setzte die Kinder, die überhaupt nicht mehr in den Rahmen passen wollten [sc.: für die auf dem Foto kein Platz mehr war], auf das Pferd – das war natürlich das Schönste für sie. [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
3. άλλο τίποτα:
• Από τέτοια ο Μπάρρυ άλλο τίποτα. ° I get this sort of stuff from Barry all the time. ° So was [wie das, was er eben sagte] muss ich mir von Barry dauernd anhören. [GF, EF + DF aus: Hornby: High Fidelity]
• Άλλωστε φοβόταν μήπως ο Νίκος ανακαλύψει την αλήθεια για την Μπριγκίτε· και μήπως κάνει φασαρία – γιατί από φασαρίες άλλο τίποτα, [...] ° Außerdem hatte er Angst, Nikos könne in Bezug auf Brigitte die Wahrheit entdecken; und dass er vielleicht Radau machen würde – denn Radau gab es schon mehr als genug; […] [GF+DF aus: Τριανταφύλλου: Εργοστάσιο]
• Από λάθη βέβαια άλλο τίποτα. ° Von den Fehlern ganz zu schweigen. [GF+DF aus: Βαμμ.]
4. όχι τίποτε άλλο: s. unter όχι (Z 10)
5.1. άλλο τόσο ° ebenso /genauso [zB.: Ebenso (wie Theorie A) lehnt er auch Theorie B ab.] [etc.]
z.B.:
• Όσο λαχταρούσα εγώ τον ύπνο, άλλο τόσο λαχταρούσε αυτός την κουβέντα. |
So wie mich nach dem Schlaf verlangte, so [= ebenso sehr] sehnte er sich nach dem Gespräch. [GF+DF aus: Σωτηρίου: Χώματα] |
• Μου πήρε ένα τέταρτο να τη διασχίσω [τη γέφυρα], σέρνοντας αργά τα πόδια στις πέτρινες πλάκες. Άλλο τόσο θα είχε χρειαστεί στην Γκερτ Μέρινγκ για να γράψει τα παρανοϊκά της σκουπίδια. |
Ich brauchte eine Viertelstunde, um sie [= die Brücke] zu überqueren, weil ich die Füße langsam über das Kopfsteinpflaster zog. Gerade so lange dürfte [die Autorin] Gert Meyrink gebraucht haben, um ihren paranoiden Müll zu verfassen. [GF+DF aus: Όσες φορές] |
• Όσο μεγάλη ήταν η αγάπη του Ευγένιου για τους Stones, άλλο τόσο μεγάλη ήταν και η αντιπάθειά του για την τέκνο και για καθετί που είχε σχέση μαζί της.* |
Genauso groß wie Eugens Liebe zu den Stones [= für die Musik der Rolling Stones] war seine Abneigung gegen Techno[-Musik] und alles, was damit zusammenhing. [DF+GF aus: Friedrich: Currywurst] |
*) vgl. aber auch die gleichwertige Konstruktion mit άλλος τόσος (άλλη τόση / άλλο τόσο) in der anderen GF: Όσο μεγάλος ήταν ο θαυμασμός του Όιγκεν για τους Stones, άλλη τόση ήταν η αποστροφή του για οτιδήποτε σχετίζεται με την τεχνολογία. [Anm.: kein "μεγάλη" nach "άλλη τόση"] [GF aus: Friedrich: Currywurst] |
5.2. άλλοι τόσοι / άλλες τόσες / άλλα τόσα (bzw. άλλος τόσος [usw.]):
• Τρία αδέλφια της κι άλλα τόσα ξαδέλφια. Κι αυτή επτά. Πήραν και τρία μεγάλα φτυάρια κι άλλες τόσες αξίνες. |
Drei von Marighós [wörtl.: von ihren] Brüdern und ebenso viele Vettern. Mit ihr zusammen sieben. [sc. sieben Personen machten sich gemeinsam auf den Weg] Sie nahmen auch drei große Spaten und drei Spitzhacken mit. [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• με τέσσερα-πέντε ζευγάρια λαστιχένια παπούτσια στα χέρια τους, με άλλα τόσα παιδιά γύρω τους |
mit vier, fünf Paar Gummischuhen in der Hand und ebenso vielen Kindern um sich herum [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• στοίβες βιβλίων για τη μετενσάρκωση κι άλλες τόσες με βιογραφίες και έργα του Κάφκα |
Stöße von Büchern über Reinkarnation und ebenso viele mit Biographien und Werken von Kafka [GF+DF aus: Όσες φορές] |
• Τον βρήκε κοντά σε λίγα πρόβατα κι άλλα τόσα σκυλιά να παίζει με περιπάθεια μια φλογέρα. |
Als sie dort [bei ihrem Bruder in den Bergen] ankam, saß er da mit einigen wenigen Schafen und genauso vielen Hunden und blies inbrünstig seine [wörtl.: eine] Flöte. [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• Κι άρχισαν να κατεβαίνουν τα παιδιά απ’ το κάρρο με πολλές προφυλάξεις κι άλλα τόσα καμώματα, [...] |
Und die Kinder stiegen mit viel Vorsicht und mit genausoviel Unsinn im Kopf aus dem Wagen, [...] [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• Διασχίζοντας άλλη τόση απ’ την απόσταση που είχαν ήδη κάνει, η ομίχλη άρχισε να διαλύεται [...] |
Als sie noch einmal die gleiche Entfernung [wie bisher] zurückgelegt hatten, begann der Nebel sich aufzulösen, […] [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• Στη σοφίτα [...] κοιμήθηκα καμιά εικοσαριά ώρες. Άλλες τόσες ώρες περιφέρθηκα στα δωμάτια σαν νεκροζώντανη. |
In der Mansarde […] verschlief ich an die zwanzig Stunden. Noch einmal so viele Stunden wanderte ich [weibl.] durch die Zimmer wie scheintot. [GF+DF aus: Όσες φορές] |
• Ο άνθρωπος τα άδειασε [= τα μήλα] απ’ την αγκαλιά του σ’ ένα καλάθι, που το γέμισε με άλλα τόσα. |
Der Mann kippte alle Äpfel in einen Henkelkorb, auf den er dann noch einmal so viele häufte. [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• για άλλα τόσα χρόνια |
für noch mal so viele Jahre [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• [...] αν επιθυμούσε να πεθάνει πια ή να ζήσει άλλο τόσο |
[…], ob er [sc. der alte Mann] sich wünschte, nunmehr zu sterben oder noch einmal so viele Jahre zu leben [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• Τα περισσότερα [όνειρα] τα ξεχνώ. Μα έρχονται άλλα τόσα. |
Die meisten Träume vergesse ich. Aber es kommen gleich doppelt so viele hinterher. [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• "[...]" φώναζε [η Φεβρωνία] καρφώνοντας τα μάτια της στο ταβάνι (άλλα τόσα απ’ την οδύνη τα μάτια της), [...] |
"[...]" rief Fewronía, die Augen (die doppelt so groß vom Schmerz waren) zur Decke gerichtet, […] [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• Πέρασε άλλη τόση νύχτα και [...] |
Tief in der Nacht, es war noch einmal soviel Zeit vergangen [seitdem das zuvor geschilderte Ereignis eingetreten war], […] [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• είχαν να κάνουν ακόμη άλλη τόση απόσταση |
sie hatten erst die halbe Strecke [ihres Fußmarsches nach Hause] zurückgelegt [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• Χρόνια είχε να το δει αυτό το ρούχο, κι άλλα τόσα να το φορέσει. |
Sie hatte dieses Kleidungsstück jahrelang nicht mehr gesehen, und noch länger nicht angezogen. [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• σπίτια με πολλούς διαδρόμους και κάμαρες, κι άλλα τόσα μυστικά κατατόπια |
Häuser mit vielen Fluren, vielen Zimmern und noch mehr heimlichen Winkeln und Ecken [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• Τόση αυταπάρνηση για ένα φάντασμα; Τόση κι άλλη τόση. |
So viel Selbstverleugnung um eines Phantoms willen? So viel und noch mehr. [GF+DF aus: Όσες φορές] |
6. άλλο τούτο:
• Περνάμε τον κήπο. Φτάνουμε στ’ αρχοντικά. Άλλο τούτο. ° Wir gehen durch den [prächtigen] Garten. Kommen zum Herrenhaus. Das ist erst mal was. [sehr hoch, viele Zimmer] [GF+DF aus: Kalimerhaba (Erzählung "Ο καθρέφτης" von Ναπολέων Λαζάνης)]
7.1. κι άλλο:
• Έχει κι άλλο, μητέρα; ° Gibt es noch etwas, Mutter? [Frage von jemandem, der noch nicht satt ist und eine weitere Portion will]
• αύριο η θερμοκρασία θα πέσει κι άλλο ° morgen wird die Temperatur noch (weiter) fallen (= morgen wird es noch kälter [als heute] werden)
• Είχε ψηλώσει κι άλλο. ° Er [= ihr Sohn] war [seit dem letzten Treffen] noch größer geworden (noch weiter gewachsen).
[bzw.]
7.2. κι άλλα:
• Αργότερα τις άκουσε να λένε κι άλλα: "[...]" ° Danach hörte sie noch mehr [was sich die beiden Frauen erzählten]: "[…]" [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]
• Πες κι άλλα. ° Erzähl [mir] noch mehr. [über die Umstände meiner Taufe]
8. άλλο ... κι άλλο ... :
• Γιατί, βέβαια, άλλο να σου ραγίσει ένα ταβάνι κι άλλο να αφανίζεται ένα χάνι. ° Denn es ist natürlich etwas anderes, ob [bloß] eine Zimmerdecke [durch das Erdbeben] Risse bekommt oder ob eine Herberge zerstört wird. [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]
9. άλλος ...., άλλος ... [bzw.] άλλοι ..., άλλοι ... [etc.]:
• Άλλος είχε τον λύκο στην κοιλιά, άλλος στο στομάχι, άλλος στο κεφάλι, άλλος στο στήθος. |
Einer hatte den Wolf [= volkstümliche Bezeichnung für die Krankheit Krebs] im Bauch, ein anderer im Magen, wieder ein anderer im Kopf, der nächste in der Brust. [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• άλλα γλιστρώντας απ’ τα πλάγια [...], άλλα πηδώντας σαν τόξα στην αγκαλιά του πατέρα τους, κι άλλα κατ’ ευθείαν στην γή |
einige [Kinder ° παιδιά] ließen sich an den Seiten [vom Wagen/Karren] herab […], andere sprangen in hohem Bogen ihrem Vater in die Arme, und wiederum andere direkt auf die Erde [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• Στην αρχή στέκονταν διακριτικά στις σκάλες, άλλοι ακουμπώντας στα κάγκελλα, άλλοι στον τοίχο, [...] |
Anfangs standen sie [= die Besucher] rücksichtsvoll an der Treppe, manche [von ihnen] lehnten sich an das Geländer, andere an die Wände, […] [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
10. από την άλλη [bzw.] απ’ την άλλη:
a)
• Η Πέρσα, απ’ την άλλη, ήταν [...] ° Persa wiederum war […] [Anm.: Mit dem Satz beginnt die Beschreibung Persas, nachdem in den unmittelbar vorangehenden Sätzen eine andere Frau – Ioulía – dargestellt worden war.] [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]
b)
• [...] και γύριζε το κεφάλι της από την άλλη. ° […] und [sie] drehte den Kopf weg. [sobald jemand versuchte, sie zu fotografieren (weil sie das nicht leiden konnte)] [DF+GF aus: Menasse: Vienna]
• Γύρισε το κεφάλι της απ’ την άλλη κι έκανε ένα μορφασμό. ° Sie wandte den Kopf zur Seite und schnitt eine Fratze [Grimasse]. [GF+DF aus: Τριανταφύλλου: Εργοστάσιο]
• με το κεφάλι του γυρισμένο από την άλλη ° mit abgewandtem Gesicht [GF: Kopf] [schlüpfte er ins Bett] [DF+GF aus: Menasse: Vienna]
Weitere Wörter:
- ΑΛΗΘΕΙΑ, η...αλήθεια, η Übersicht: 1. Grundbedeutung 2.1. η αλήθεια είναι ότι / πως ... [bzw.] 2.2. είναι αλήθεια 3. μα την αλήθεια 4. [im Fragesatz] 5....
- ΑΛΗΤΑΚΙ, το...αλητάκι, το • έπαιζε με τ’ άλλα παιδιά στο δρόμο, και τ’ άλλα παιδιά ήταν αλητάκια, ντυμένα με μακριά,...
- ΑΛΗΤΑΚΟΣ, ο...αλητάκος, ο • Ανεπιθύμητος, φαντάζομαι. Κανένας μπήτνικ, αλητάκος. ° Unerwünschter Typ wahrscheinlich. Taugenichts – Gammler – Rowdy? [GF+DF aus: A. Christie:...
- ΑΛΗΤΕΙΑ, η...αλητεία, η 1. [als Bezeichnung von Verhaltensweisen]: • Γύρισα λοιπόν στο δικό μου άνθρωπο, στη Ζυλιέτ, κάπως ντροπιασμένη για την πολύωρη αλητεία μου....
- ΑΛΗΤΕΥΩ...αλητεύω περιφέρομαι στους δρόμους ή περνώ πολλές ώρες σε διάφορους συχνά κακόφημους χώρους, χωρίς πρόγραμμα και σοβαρή απασχόληση στην καθημερινή μου ζωή,...
- ΑΛΙΜΟΝΟ...αλίμονο (auch: αλλοίμονο) 1. αλίμονο – αλλοίμονο: Lt. ΛΜΠ handle es sich bei αλλοίμονο um die ältere Schreibweise [s. S 1284] bzw....
- ΑΛΙΣΒΕΡΙΣΙ, το...αλισβερίσι, το = δοσοληψία (τουρκ. λέξη που θα πει "πάρε-δώσε") [Ανδρ. // Νατσ., σ. 42] π.χ.:...
- ΑΛΛΑΖΩ...αλλάζω 1. Grundbedeutungen: a) [etwas] (ver)ändern [transitiv] b) sich (ver)ändern [reflexiv] c) [etwas] wechseln [etc.]:...
- ΑΛΛΕΠΑΛΛΗΛΟΣ, -η, -ο... αλλεπάλληλος, -η, -ο = aufeinanderfolgend // wiederholt [Pons online; ebenso Wendt (alte Auflage)] ...
- ΑΛΛΙΩΣ...αλλιώς 1. Αν ήθελαν ας έκαναν κι αλλιώς! ° Wenn sie wollten, so konnten sie auch anders! [GF+DF aus: Κουμανταρέας: Βιοτεχνία υαλικών, S. 111, 9. Z. von unten,...
- ΑΛΛΟΙΜΟΝΟ...αλλοίμονο s. αλίμονο ...
- ΑΛΛΟΙΩΣ...αλλοιώς ältere Schreibweise für αλλιώς [ΛΜΠ, σ. 1284] ...
- ΑΛΛΟΝΩΝ...αλλονών vgl. αλλωνών (s. αλλουνού, αλληνής, αλλωνών / αλλουνών) ...
- ΑΛΛΟΠΑΡΜΕΝΟΣ, -η, -ο...αλλοπαρμένος, -η, -ο = entrückt [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] [bzw. auch]: • Τα μάτια του, λιγότερο συναισθηματικά κι αλλοπαρμένα από κείνα της κόρης του Ιουλίας,...
- ΑΛΛΟΣ, -η, -ο...άλλος, -η, -ο s. unter άλλο // άλλος, -η, -ο ...
- ΑΛΛΟΤΕ...άλλοτε [Anm.: άλλοτε ist zu unterscheiden von άλλωστε!] 1) früher / einst [etc.]: • Την εποχή εκείνη δεν παίζαμε πια χαρτιά τόσο συχνά όσο άλλοτε....
- ΑΛΛΟΥΝΟΥ, ΑΛΛΗΝΗΣ, ΑΛΛΩΝΩΝ [bzw.] ΑΛΛΟΥΝΩΝ...αλλουνού, αλληνής, αλλωνών [bzw.] αλλουνών [Anm.: Χ. Δημητρακόπουλος: Για ποια Ελληνικά μιλάμε; σ. 40/41, lehnt die Ausdrücke ab.] = άλλου, άλλης, άλλων π.χ.:...
- ΑΛΛΩΝΩΝ...αλλωνών s. αλλουνού, αλληνής, αλλωνών ...
- ΑΛΛΩΣΤΕ...άλλωστε [Anm.: άλλωστε ist zu unterscheiden von άλλοτε!] 1. Begriffserläuterungen bzw. Umschreibungen in griechischer Sprache: a) ΛΓΥΜ: (επίρρ.):...