αράζω


• Προς τι όλα τούτα τα ταξίδια; Γιατί να μην μπορεί ν’ αράξει κι αυτός;  °  Wozu all diese Reisen? Warum konnte nicht auch er endlich irgendwo Fuß fassen und zur Ruhe kom­men?   [GF+DF aus: Κουμανταρέας: Βιοτεχνία υαλικών]


Weitere Wörter:

Vorher
  • ΑΠΟΦΑΣΙΖΩ...αποφασίζω 1. Bedeutungen: - entscheiden - beschließen - sich entschließen, sich entscheiden 2. Übersetzungsbeispiele:...
  • ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΟΣ, -ή, -ό...αποφασιστικός, -ή, -ό 1. allgemein zur Bedeutung: Έχουμε [...] επίθετα [...], τα οποία [...] χρησιμοποιούνται – συχνότατα – με λανθασμένη έννοια. Αυτό,...
  • ΑΠΟΧΡΩΣΗ, η...απόχρωση, η • [...], που ανάλογα με την περίσταση παίρνει μια απόχρωση δραματικότητας ή και υπεροψίας ° […],...
  • ΑΠΟΨΕ...απόψε • Οριστικά αποφασίστηκε γι’ απόψε στις δύο και τέταρτο. ° Sie [die militärische Groß­offensive] ist nun endgültig auf heute Nacht, Viertel nach zwei,...
  • ΑΠΟΨΗ, η...άποψη, η 1. [allgemein]: • Παραδέχομαι πως αυτή είναι μια άλλη άποψη για το ίδιο έργο. ° Ich gebe zu, dies [sc. das,...
  • ΑΠΡΟΣΙΤΟΣ, -η, -ο...απρόσιτος, -η, -ο • Μπορούσες να την αγαπήσεις, να τη θαυμάσεις από μακριά, αλλά όχι και να την πλησιάσεις. Αυτό μου άρεσε....
  • ΑΠΡΟΧΩΡΗΤΟ, το...απροχώρητο, το • Η κατάσταση έχει φθάσει / έφθασε στο απροχώρητο.* ° ~Die Situation ist nicht mehr tragbar....
  • ΑΠΤΟΗΤΟΣ, -η, -ο...απτόητος, -η, -ο • Ο σερβοβοσνιακός στρατός, απτόητος από το βομβαρδισμό αρμάτων του από αεροσκάφη του NATO, κατέλαβε την Σρεμπρένιτσα....
  • ΑΠΩΘΗΜΕΝΑ, τα...απωθημένα, τα βγάζω τα απωθημένα μου: εκφράζω όλες τις κρυφές απογοητεύσεις μου, δυσαρέσκειές μου, έχθρες μου, ορέξεις μου κτλ....
  • ΑΡΑΓΕ...άραγε • Τι να είχε απογίνει άραγε; Ίσως ζούσε ακόμη! Was war wohl aus ihm [sc. diesem Mann] geworden? Vielleicht lebte er noch! [DF+GF aus: Menasse:...
Nachher:
  • ΑΡΑΛΙΚΙ, το...αραλίκι, το • Μια βόλτα στο Κολωνάκι δεν είναι ποτέ εύκολη υπόθεση....
  • ΑΡΑΠΗΣ, ο / ΑΡΑΠΙΝΑ, η...αράπης, ο / αραπίνα, η 1) ο αράπης (Pl.: οι αράπηδες [bzw.] οι αραπάδες): • τον αράπη κι αν τον πλένεις,...
  • ΑΡΑΧΝΗ, η...αράχνη, η οι αράχνες: bedeutet nicht nur "die Spinnen", sondern auch: die Spinnweben [s. dazu: Κ. Μουρσελάς: Βαμμένα κόκκινα μαλλιά, S. 178, 5. bis 9. Z. des 2....
  • ΑΡΓΑ...αργά • αργά-αργά ° gemächlich [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] ...
  • ΑΡΓΩ...αργώ (-είς) • Δεν ήμουνα όμορφη [,] γι’ αυτό άργησα να παντρευτώ και να κάνω παιδιά. Ich [weibl.] war keine Schönheit,...
  • ΑΡΕΣΩ...αρέσω • Σ’ όποιον αρέσω. ° Es ist mir egal, ob ich gefalle. [GF+DF aus: Βαμμ.] • "Σ’ όποιον αρέσουμε / για τους άλλους δεν θα μπορέσουμε" [Λ. Νικολακοπούλου:...
  • ΑΡΙΘΜΟΣ, ο...αριθμός, ο Zum Verhältnis der Begriffe "αριθμός" und "νούμερο": vgl. Μάνεσης, S. 63: Για λόγους αισθητικής και κομψότητας,...
  • ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΟΣ, -ή, -ό...αριστοκρατικός, -ή, -ό 1) aristokratisch 2) nobel, vornehm, edel:...
  • ΑΡΚΩ [bzw.] ΑΡΚΕΙ...αρκώ (-είς) [bzw.] αρκεί 1. Grundbedeutung: genügen, ausreichen 2. αρκεί να: • Παθιαζόταν με τις λεπτομέρειες....