εκείνος, -η, -ο (bzw. κείνος, -η, -ο)
Übersicht: 1.1. Grundbedeutung 1.2. Zur Übersetzung allgemein 2. εκείνος (-η, -ο) – κείνος (-η, -ο) 3. Zur synonymen Verwendung von εκείνος (-η, -ο) und αυτός (-ή, -ό) 4. από εκείνους (-ες, -α) που ... : s. unter από (Z 2) 5. ο ίδιος εκείνος ... (η ίδια εκείνη ... / το ίδιο εκείνο ...): s. unter ίδιος, -α, -ο (Z 6) 6. (ε)κείνος (-η, -ο) κει: s. unter εκεί (Z 8) |
1.1. Grundbedeutung: jener, -e, -es [bzw.] dieser, -e, -es
1.2. Zur Übersetzung allgemein:
• για έναν κυνηγό που κατεβαίνει [...] από κείνη την πλαγιά του βουνού μια φορά τον χρόνο ° von einem Jäger […], der an diesem Hang dort den Berg herunterkommt, einmal im Jahr [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]
• Ναι, ο Μπαρά ήταν λίγο τολμηρός αλλά τόσο συμπαθητικός. Κι εκείνη η γυναίκα του, χρυσή καρδιά αλλά τόφαλος. ° Ja, Bara war ein bißchen dreist, aber so sympathisch. Und seine [Ehe-]Frau, ein Herz aus Gold, aber was für ein Hünenweib.* [GF+DF aus: Π. Αμπατζόγλου: Θάνατος μισθωτού]
*[Anm.: In diesem Fall hat "εκείνη" also nicht die Bedeutung eines expliziten "diese" / "jene" und blieb in der deutschen Übertragung des Satzes unübersetzt.] |
2. εκείνος (-η, -ο) – κείνος (-η, -ο):
Lt. Μάνεσης, S. 63, sollte zumindest in Rechtstexten nur die vollständige Form "εκείνος" verwendet werden.
3. Zur synonymen Verwendung von εκείνος (-η, -ο) und αυτός (-ή, -ό):
Siehe z.B. Νίκος Α. Παπαδόπουλος (Συγκριτική μετάφραση) in Beurteilung verschiedener griechischer Übersetzungen folgender deutscher (Halb-)Sätze:
a) "[…], sagte er":
Η μετάφραση 1 στη θέση της προσωπικής αντωνυμίας έβαλε τη λέξη "άντρας" [= "είπε ο άντρας"], ενώ όλες οι υπόλοιπες χρησιμοποίησαν, ορθά, το "αυτός" ή "εκείνος" [= "είπε αυτός" bzw. "είπε εκείνος"]. [Seite 153]
b) "Sie machte Licht.":
Όλες οι μεταφράσεις [= jeweils: "Άναψε το φως."] παρέλειψαν την προσωπική αντωνυμία "sie" = "αυτή", "εκείνη". Έτσι ο αναγνώστης της μετάφρασης δεν πληροφορείται ποιο είναι το υποκείμενο. [Seite 123]
c) "Sie sah, daß er sich Brot abgeschnitten hatte.":
Μόνον οι μεταφράσεις 1 και 5 [= "Είδε / Παρατήρησε πως εκείνος είχε κόψει ψωμί."] μετέφρασαν την προσωπική αντωνυμία "er" = "εκείνος", "αυτός". [Seite 135]
d) "[…], antwortete sie":
Στη δεύτερη πρόταση η μετάφραση 1 στη θέση της αντωνυμίας "sie" = "αυτή" ή "εκείνη" έβαλε τη λέξη "γυναίκα". [Seite 155]
(° Im zweiten Halbsatz [= "antwortete sie"] setzte die [griechische] Übersetzung 1 anstelle des Fürwortes "sie" = "αυτή" ή "εκείνη" das Wort "γυναίκα" [= "απάντησε η γυναίκα"].)
Konkrete Beispiele:
BS 1:
"[...]", είπε αυτός και κοίταξε γύρω του στην κουζίνα. |
"[...]", είπε εκείνος και κοίταξε γύρω στην κουζίνα. |
° "[…]", sagte er und sah in der Küche umher. μετάφραση, S. 152] |
BS 2:
[...]: ο Σιρανό ντε Μπερζεράκ. Και αυτός έγραφε στο όνομα κάποιου άλλου τις ερωτικές επιστολές στην κρυφή του αγάπη. |
[...]: ο Σιρανό ντε Μπερζεράκ. Κι εκείνος είχε γράψει γράμματα γι’ αυτήν που αγαπούσε, χρησιμοποιώντας το όνομα κάποιου άλλου. |
° […]: Cyrano de Bergerac. Der hatte auch Briefe an seine Angebetete im Namen eines anderen geschrieben. [so wie ich das jetzt vorhatte] [GF 1, GF 2 + DF aus: Friedrich: Currywurst] |
BS 3:
Ήθελα τουλάχιστον όσο κι αυτός να πετύχει το σχέδιό μας. |
Κι εγώ ήθελα να πετύχει το σχέδιό μας, τουλάχιστον όσο κι εκείνος, αν όχι παραπάνω. |
° Ich wollte ja mindestens so [sehr] wie er [= mein Freund Chris], dass unser Plan klappte. [GF 1, GF 2 + DF aus: Friedrich: Currywurst] |
BS 4:
Άλλωστε είχα μια πολύ καλύτερη δυνατότητα: τον Κρις! Έπρεπε μονάχα να τον πείσω να με αφήσει να γράψω εγώ τα γράμματα γι’ αυτόν. |
Εξάλλου, μπορούσα να χρησιμοποιήσω τον Κρις. Το μόνο που έπρεπε να κάνω, ήταν να τον πείσω να γράφω εγώ τα γράμματα για ’κείνον. |
° Außerdem hatte ich eine viel bessere Möglichkeit [um mit Jenny via Internet in Kontakt zu treten, ohne meine Identität preiszugeben]: Chris! Ich musste ihn nur überreden, die Briefe für ihn schreiben zu dürfen [und mich damit (in den E-Mails, die er Jenny schicken wollte) als Chris ausgeben können]. [GF 1, GF 2 + DF aus: Friedrich: Currywurst] |
4. από εκείνους (-ες, -α) που ... : s. unter από (Z 2)
5. ο ίδιος εκείνος ... (η ίδια εκείνη ... / το ίδιο εκείνο ...): s. unter ίδιος, -α, -ο (Z 6)
6. (ε)κείνος (-η, -ο) κει: s. unter εκεί (Z 8)
Weitere Wörter:
- ΕΙΔΥΛΛΙΟ, το...ειδύλλιο, το • Έτσι άρχισε το ειδύλλιο της Λουίζας. So fing Luisas Liebesgeschichte an. [Anm.:...
- ΕΙΜΑΙ...είμαι Übersicht: 1. Zur Grammatik 2. είναι να / ήταν να: a) [ohne Verneinung] b) [mit Verneinung (δεν είναι να / δεν ήταν να)] 3....
- ΕΙΝΑΙ...είναι s. είμαι ...
- ΕΙΡΜΟΣ, ο...ειρμός, ο • "[...]" είπε η Λιλή, που είχε αρχίσει να χάνει τον ειρμό αυτής της συζήτησης ° "[…]" sagte Lilí [ohne Zusammenhang mit dem bisher Gesprochenen],...
- ΕΙΣΙΤΗΡΙΟ, το...εισιτήριο, το 1. Grundbedeutungen: - die Eintrittskarte - die Fahrkarte - das Ticket 2. με εισιτήριο ° gegen Eintritt [etwas darbieten/vorführen] [GF+DF aus: Π....
- ΕΙΣΠΡΑΤΤΩ...εισπράττω 1) einnehmen [Geldbeträge]:...
- ΕΚ+ [bzw.] ΕΞ+...εκ+ [bzw.] εξ+ Zur Bedeutung dieser Vorsilben s. Καλιόρης: Ιριδισμοί, S 48:...
- ΕΚΑΤΟΜΒΗ, η...εκατόμβη, η Ως εκατόμβη χαρακτηρίζουμε σήμερα έναν μεγάλο αριθμό ανθρωπίνων θυμάτων στους πολέμους, στους σεισμούς, σε ναυάγια ή άλλες καταστροφές. [Σιέττος:...
- ΕΚΑΤΟΣΤΑΡΑ, η...εκατοστάρα, η s. κατοστάρα, η ...
- ΕΚΕΙ...εκεί Übersicht: 1. Grundbedeutung 2. εκεί που 3. επάνω εκεί 4. κάπου εκεί [bzw.] κάπου κει 5. από εκεί και πέρα [bzw.] από κει και πέρα 6. εκεί πέρα: s....
- ΕΚΚΡΕΜΩ...εκκρεμώ (-είς) • [...] ζήτησε δάνειο απ’ την Εθνική· το δάνειο εκκρεμούσε – [...]. ° [......
- ΕΚΛΕΠΤΥΣΜΕΝΟΣ, -η, -ο...εκλεπτυσμένος, -η, -ο = a) subtil // b) raffiniert [beide DF und GF aus: Ditfurth: Lwg] ...
- ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ, η...εκμετάλλευση, η 1) Bedeutung: - die Ausnutzung, die Nutzung [als neutraler Begriff] - die Ausbeutung [als Begriff mit negativer Wertung] 2) zur Etymologie:...
- ΕΚΝΕΥΡΙΖΩ...εκνευρίζω 1. εκνευρίζομαι: • εκνευριζόταν με το παραμικρό ° er regte sich über die kleinste Kleinigkeit auf [GF+DF aus: Τριανταφύλλου:...
- ΕΚΝΕΥΡΙΣΜΕΝΟΣ, -η, -ο...εκνευρισμένος, -η, -ο = gereizt – zB.: • απάντησε εκνευρισμένος ° er antwortete [am Telefon] gereizt [GF+DF aus:...
- ΕΚΝΕΥΡΙΣΜΟΣ, ο...εκνευρισμός, ο • [...] σαν αυτά να ήταν η αιτία του εκνευρισμού του. ° […], als seien die [sc. die Teller / τα πιάτα] an seiner Gereiztheit schuld. [GF+DF aus:...
- ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ, η...εκπαίδευση, η 1. Grundbedeutungen: die Ausbildung, die Erziehung, die Bildung 2. Begriffsunterscheidungen: a) Zum Verhältnis der Begriffe εκπαίδευση und μόρφωση:...
- ΕΚΠΤΩΣΗ, η...έκπτωση, η 1. Grundbedeutungen: a) [in Zusammenhang mit kommerziellen Transaktionen]: - der Rabatt, der Preisnachlass - die Ermäßigung - οι εκπτώσεις [Pl....
- ΕΚΤΑΚΤΟΣ, -η, -ο...έκτακτος, -η, -ο 1. Bedeutung: Sonder-, außerordentlich [etc.]:...