από
1. Grundbedeutungen:
a) von // aus
b) durch
c) seit // ab
d) [in Verbindung mit dem Komparativ]: als
2. από εκείνους (-ες, -α) (που) ... / από αυτούς (-ές, -ά) (που) ... :
• από πίσω της ξεκινούσε μια μαρμάρινη σκάλα από εκείνες που βλέπουμε στις σαπουνόπερες της τηλεόρασης |
hinter ihr [sc. hinter der Frau, die mich in der Diele ihrer Villa empfing] begann eine Marmortreppe, wie man sie in Soap Operas im Fernsehen sieht [GF+DF aus: Όσες φορές] |
• Ευτύχημα, από εκείνα που συμβαίνουν το πολύ μια φορά το χρόνο, ήταν για παράδειγμα [...] |
Ein Glücksfall, wie er höchstens einmal im Jahr vorkam, war etwa […] [DF+GF aus: Menasse: Vienna] |
• αφού τους χτύπησε κι ένα χαλάζι από κείνα που πέφτουν μια φορά στις τρεις γενιές |
und [als] auch noch ein Hagel auf sie niedergeprasselt war, ein solcher Hagel, wie er nur einmal in drei Generationen vorkommt [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• Είν’ από κείνους τους ανέμους που δεν κρατούν πολύ, μα θα πάρει και δέντρα στο διάβα του. |
Es ist so ein Wind, der nicht lange anhält, er wird aber auf seinem Weg [infolge seiner Stärke] Bäume ausreißen. [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• Πεντέξι άντρες, από κείνους που βλέπει κανείς τις εργάσιμες μέρες στα ξενοδοχεία, έμποροι και πλασιέδες, σκοτώνανε την ώρα τους στην τηλεόραση. |
Ein paar Männer, von der Sorte, wie man sie an Werktagen in Hotels antrifft, Kaufleute und Handelsvertreter, schlugen ihre Zeit vor dem Fernseher [im Salon des Hotels] tot. // Einige der Männer, die man üblicherweise an den Werktagen in den Hotels antrifft, Händler und Vertreter, […]. [GF + (synonyme) DF aus: Μηλιώνης: Καλαμάς] |
• [...] από κείνες τις πρώτες [θυγατέρες του Ησύχιου], τις διάσπαρτες, [...] |
[…]; beide [= die zwei gerade erwähnten Frauen] gehörten zu jenen ersten Kindern [von Hesychios], den verstreuten Sünden [von ihm], […] [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• Κι ήταν τα μάτια μιας γάτας! Από κείνες που στέλνει ο Διάβολος όταν βαριέται να πάει ο ίδιος. |
Und es waren die Augen einer Katze! So einer Katze, wie der Teufel sie schickt [*], wenn er keine Lust hat, selber zu kommen. [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] *[Anm.: praktikable Übersetzungsalternative wäre auch: "Einer von denen, die der Teufel schickt"] |
• Στ’ αυτιά μας έφτανε κάποιο καλοκαιρινό τραγούδι της μόδας, απ’ αυτά που ακούς σ’ όλα τα μέρη της γης στις διακοπές. |
Einer der aktuellen Sommerhits drang uns ins Ohr, wie sie im Urlaub an sämtlichen Orten der Welt zu hören sind. [GF+DF aus: Όσες φορές] |
3. zum Ausdruck eines "(an)statt" (zur Bezeichnung einer Wandlung, die sich im Zeitablauf vollzogen hat)
(Konstruktionen wie από + Substantiv im Nominativ [bzw.] από ... να ...):
• από προτεστάντης είχε βαφτιστεί ορθόδοξος |
er war protestantisch gewesen, hatte sich dann orthodox taufen lassen [GF+DF aus: Κουμανταρέας: Βιοτεχνία υαλικών] |
• [...] και στράφηκε: τον είδε, από ξαπλωμένος που ήταν πριν με κλειστά μάτια, να ’χει αθόρυβα ανασηκωθεί και [...] να ’ναι αυτός που ανέβαζε σιγά-σιγά το φυτίλι της λάμπας |
[...] und [sie] wandte sich [zu ihm] um: Er, der eben noch mit geschlossenen Augen dalag [= dagelegen war], hatte sich jetzt halb [richtig: lautlos] aufgerichtet und drehte [...] den Docht der Lampe [den sie zuvor heruntergeschraubt hatte] langsam wieder hoch [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• "Πολύ δεν θέλει ο άνθρωπος / από απλός εισπράχτορας / να γίνει Ναπολέωντας / να γίνει αυτοκράτορας" + "Πολύ δεν θέλει ο άνθρωπος / από μικρός κι αδύναμος / να γίνει Μεγαλέξαντρος / να γίνει παντοδύναμος" |
--- |
• "κι από τα χωριά της Δράμας βρέθηκες σε τόπους που σαν του καπνού τα φύλλα βλέπουν τους ανθρώπους" [Φώντας Λάδης: τραγούδι "Μετανάστες"] |
--- |
4. πώς από δω; s. unter εδώ (Z 3)
5. έρχομαι από δω: s. unter εδώ (Z 4)
6. από δω [bei Vorstellungen einer Person]: s. unter εδώ (Z 5)
7. από εκεί και πέρα ([bzw.] από κει και πέρα): s. unter εκεί (Z 5)
8. από μέσα: s. unter μέσα (Z 5)
Weitere Wörter:
- ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟΣ, -η, -ο...απαράδεκτος, -η, -ο • Το σέρβις είναι εδώ απαράδεκτο, θα παραπονεθώ στον μαιτρ....
- ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟΣ, -η, -ο...απαραίτητος, -η, -ο • Όχι [,] δεν είναι απαραίτητο. Μπορώ να φέρω μια σαλάτα του σεφ απ’ το Μακ Ντόναλντς. ° Muss ja nicht sein....
- ΑΠΑΡΝΙΕΜΑΙ...απαρνιέμαι (bzw. απαρνούμαι) = verzichten / aufgeben // entsagen:...
- ΑΠΑΡΝΟΥΜΑΙ...απαρνούμαι s. απαρνιέμαι ...
- ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΙΜΟΤΗΤΑ, η...απασχολησιμότητα, η • η απασχολησιμότητά τους ihre [= der Studierenden] Vermittelbarkeit am Arbeitsmarkt [bzw....
- ΑΠΕΙΡΟΣ, -η, -ο...άπειρος, -η, -ο • με άπειρη προσοχή ° ungemein vorsichtig [legte sie die Erbse auf die Löffelspitze] [GF+DF aus: Ζατέλη:...
- ΑΠΗΓΑΝΟΣ, ο...απήγανος,...
- ΑΠΙΘΑΝΟΣ, -η, -ο...απίθανος, -η, -ο • Της Κάρμεν της έρχονται οι πιο απίθανες ιδέες. ° Carmen kommen die tollsten Ideen. [DF+GF aus: Gaby Hauptmann:...
- ΑΠΛΟΣ, -ή, -ό...απλός, -ή, -ό 1. Bedeutung: einfach 2. zum Bedeutungsunterschied der Adverbien απλά und απλώς:...
- ΑΠΛΩΣ...απλώς s. unter απλός, -ή, -ό (Z 2) ...
- ΑΠΟΒΡΑΔΙΣ...αποβραδίς ([wohl unrichtig auch:] αποβραδύς) = gegen Abend / abends [Mandeson] [bzw.:] overnight [° über Nacht; während der Nacht] [OEG] ...
- ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΣ, -ή, -ό...αποδοτικός, -ή, -ό = rentabel [Euro-Wb] [bzw.] effizient / ertragreich / produktiv [Pons online] ...
- ΑΠΟΗΧΟΣ, ο...απόηχος, ο • Τέλειωνε η γιορτή μα όχι κι ο απόηχός της. ° Das Fest war vorbei, nicht aber sein Nachklang. [GF+DF aus: Ζατέλη:...
- ΑΠΟΘΥΜΩ...αποθυμώ (-άς) σε (τον, …) αποθύμησα: vgl. die bedeutungsgleichen Formen von επιθυμώ (-είς) ("επιθύμησα") (s....
- ΑΠΟΚΑΘΙΣΤΑΜΑΙ...αποκαθίσταμαι Passivform von αποκαθιστώ ...
- ΑΠΟΚΑΘΙΣΤΩ...αποκαθιστώ (-άς) (bzw. αποκατασταίνω) vgl. zwei gegensätzliche Grundbedeutungen: 1) wiederherstellen [einen erwünschten Zustand] z.B.:...
- ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΩ...αποκαλύπτω = [u.a.:] erkennen lassen [iS von: enthüllen, zeigen, offenbaren] ...
- ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΙΝΩ...αποκατασταίνω s. αποκαθιστώ ...
- ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ, η...αποκατάσταση, η vgl. zwei gegensätzliche Bedeutungen: 1) die Wiederherstellung [eines erwünschten Zustands] z.B.:...