εκεί


Übersicht:

1. Grundbedeutung

2. εκεί που

3. επάνω εκεί

4. κάπου εκεί [bzw.] κάπου κει

5. από εκεί και πέρα [bzw.] από κει και πέρα

6. εκεί πέρα: s. unter πέρα (Z 2)

7. πιο κει

8. (ε)κείνος (-η, -ο) κει


9. προς τα εκεί: s. unter προς 

10. εκεί σε θέλω: s. unter εδώ (Z 6) ("εδώ σε θέλω")

11. αλλά μέχρι εκεί / μέχρι εκεί όμως: s. unter μέχρι (Z 2)

12. ως εκεί πάνω // ίσαμε εκεί πάνω: s. unter πάνω (Z 3)


1. Grundbedeutung:

dort


2. εκεί που  °  a) ενώ / καθώς  //  b) εκεί όπου *   [ΛΔΗ]

*[in diesem Sinne auch Σιγαλός, S 256]:

Το αναφορικό "που" χρησιμοποιείται [...] ως αναφορικό επίρρημα στη θέση του "όπου". – Π.χ.: Στεκόμουν εκεί που έγινε το ατύχημα. 

[Anm.: Folglich war dieses "που" (auch in der Bedeutung "εκεί που" = "εκεί όπου" = "dort, wo …") im polytoni­schen System nicht mit einem Zirkumflex (περισπωμένη) ver­se­hen (s. etwa: Ζ. Ζατέλη: Και με το φως του λύκου επανέρχονται, S 18, letzter Satz des ersten Absatzes; ebenso S 88, 3. Zeile). Εs trägt also im mono­tonischen System kein Beto­nungs­zeichen!]

π.χ.:

• Δεν ήξερα πώς ν’ αρχίσω, αλλά τελικά, εκεί που βαδίζαμε πλάι-πλάι, πήρα κουράγιο και τον ρώτησα: "Πού πάμε;".

Ich wusste nicht, wie ich anfangen sollte, aber schließ­lich, als wir so nebeneinander her mar­schier­ten, nahm ich meinen gan­zen Mut zusam­men (aber während wir so nebeneinander her marschier­ten, nahm ich schließlich meinen ganzen Mut zusam­men) und fragte ihn: "Wohin gehen wir denn?"

[GF + (synonyme) DF aus: Μηλιώνης: Καλαμάς]

• αλλά εκεί που ήταν έτοιμοι να παντρευ­τούν, αυτή η κατεργάρα [η Μελανί] το ’σκα­σε και πήγε στη Στοκχόλμη

aber als sie heiraten wollten, ließ die durch­triebene Blackie [Melanie] alles sausen und verschwand nach Stockholm

[GF+DF aus: Σκούρτης: Μπαρμπα-Τζωρτζ]

• Κι εκεί που λογάριαζε τι να κάνει με τη ζωή της, πέθανε ξαφνικά η θεία της.

Und als sie gerade rätselte, was sie mit ihrem Leben anstellen sollte, starb plötzlich ihre Tante.   [GF+DF aus: Όσες φορές]

• Και, μάλλον, τη λυπήθηκε ο μπαρμπα-Τζωρτζ τη φωνακλού την Κάθρην – εκεί που όλοι σκάζανε στα γέλια, [...]

[Dem alten] George tat sie [wohl] leid, die laute Kathrine, während alle anderen sich vor Lachen [über sie] zerreißen wollten, […]  [GF+DF aus: Σκούρτης: Μπαρμπα-Τζωρτζ]

• Σκαλίζουν ατέλειωτα τις άπατες τσέπες της μαντύας. Εκεί που θαρούσαν [= θαρ­ρούσαν] πως τέλειωσαν, ξαφνικά ανακα­λύφτουν [= ανακαλύπτουν] άλλη μία [...].

Endlos wühlen sie [= die zwei kleinen Kinder] in den bodenlosen Taschen meines [GF: des] Armeemantels herum. Wenn sie glauben [GF: glaubten], alle er­forscht zu haben, entdecken sie plötzlich eine neue  […].   [GF+DF aus: Μυριβήλης: Η ζωή εν τάφω]

• Και πάλι εκεί που λες "πάει, πέθανε η ψυχή", έρχεται μια στιγμή και ξαφνικά περνά μέσ’ από το σβησμένο μάτι μια σπίθα, σαν ένα βέλος από φως που τρέχει βιαστικά.

Und dennoch, wenn man schon [in völliger Resigna­tion und Hoffnungslosigkeit] sagen möchte*: "Aus, die Seele ist abgestorben", [kommt ein Moment und es]  zuckt plötzlich ein Funke durch die erlo­sche­nen Augen wie ein schneller Lichtpfeil. [zB. dann, wenn man (als Frontsoldat) einen Brief aus der Hei­mat bekommt oder ein altes Lied hört]

[GF+DF aus: Μυριβήλης: Η ζωή εν τάφω]

*[Anm.: Übersetzungsalternativen: "wenn/während man gerade sagt" / "gera­de, als man sagt"]

• Έκτοτε κάθε λαός στον τόπο του ανέπτυ­ξε την κουζίνα του. Την τοπική κουζίνα του, θα έλεγα. Εκεί όμως που πραγματικά έγινε μια γαστρονομική επανάσταση ήταν όταν η Αικατερίνη των Μεδίκων ως νύφη μετακό­μισε στη Γαλλία παίρνοντας μαζί της μα­γείρους και παραμαγείρους. Το πλούσιο και πρόσφορο έδαφος της Γαλλίας αγκά­λιασε τις νέες τεχνικές και έτσι ανέπτυξε μια πραγματικά σπουδαία σχολή γαστρο­νομίας.

[Ηλίας Μαμαλάκης: Το Ημερολόγιο του Bon Viveur 2002]

---


[zur Übersetzung vgl. auch:]

• Κι εκεί σου λέει που θα με φάει αυτός, ας τον ξεκάνω εγώ. Και τα ξέκανε όλα με μια θηλειά.  °  Und ehe er mich auffrisst [sc. der Wolf / ο λύκος (als Metapher für Schmerz, Leid etc.)], hat er sich gedacht, mache ich ihm lieber den Garaus. Und er hat allem den Garaus gemacht, allem, mit einem Strick. [sc. indem er sich erhängt hat]

[Anm.: auch hier "που" mit einem Akut als Betonungszeichen]

[GF+DF aus: Ζατέλη: Φως // Anm.: kein Beistrich vor bzw. nach "σου λέει"]


3. επάνω εκεί (bzw. απάνω εκεί):

• Απάνω εκεί άνοιξε η πόρτα και πρόβαλε ο Γιάννης.  °  ~Genau in diesem Moment [als das eben Zitierte gesagt wurde] öffnete sich die Tür und Jannis erschien (kam herein).   [GF aus: Καζαντζάκης: Χριστός, S. 201]


4. κάπου εκεί [bzw.] κάπου κει:

• Όσο για τον Μπιλ, πήγε σε κάποιο συνέδριο ψυχιάτρων κάπου κει στην Καλιφόρνια, [...]  °  Was Bill betrifft, der war [von London] zu irgendeinem Psychiaterkongress ge­fah­ren, irgendwo in Kalifornien, [...]   [GF+DF aus: Σκούρτης: Μπαρμπα-Τζωρτζ]

• [...], και κάπου εκεί ο Χριστόφορος άλλαξε σχέδια  °  […], und ungefähr dann [sc. als der Boden ausgehoben und die Fundamente für die Neuerrichtung der Herberge gelegt wa­ren] änderte Christophoros seine Pläne [und beschloss, statt der Herberge eine Mühle zu errichten]  [Anm.: "εκεί" hat hier also keine örtliche, sondern zeitliche Bedeutung]    [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]


5. από εκεί και πέρα [bzw.] από κει και πέρα:

• Από κει και πέρα ήταν εύκολο ν’ αλλοφρονήσεις.  °  Von daher [iS von: in Anbetracht dessen (sc. in Anbetracht der eben beschriebenen merkwürdigen Ausstattung des fensterlosen Zimmers)] konnte man leicht den Verstand verlieren.  [GF+DF aus: Όσες φορές]


6. εκεί πέρα: s. unter πέρα (Z 2)


7. πιο κει:

• κι ένα άλλο πιο κει να [...]  °  und [ich sah] wie ein anderes [sc. zweites] Tier [= ζώο], etwas weiter entfernt, [...]   [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]


8. (ε)κείνος (-η, -ο) κει:

• "Έξω απ’ τη μόδα σ’ αγαπάω / μ’ εκείνον κει τον τρόπο τον παλιό"   [Μ. Ρασούλης: τραγούδι "Λένε η αγάπη"]

• "Αχ! τ’ ήταν, Θε μου, κείνο κει τ’ ατέλειωτο σκοτάδι / σ’ όλη τη διαδρομή, / μου ’φερνε μπρος στα μάτια μου τον άδη, όλο τον άδη, / τ’ απαίσιο το γυαλί!"   [Μυρτιώτισσα, Άπαντα, S. 202]


Weitere Wörter:

Vorher
  • ΕΙΔΟΣ, το...είδος, το το μουσικό είδος ° die Musikrichtung – π.χ.: • Δύσκολο έως αδύνατο να το κατατάξουμε σε κάποιο συγκεκριμένο μουσικό είδος....
  • ΕΙΔΥΛΛΙΟ, το...ειδύλλιο, το • Έτσι άρχισε το ειδύλλιο της Λουίζας. So fing Luisas Liebesgeschichte an. [Anm.:...
  • ΕΙΜΑΙ...είμαι Übersicht: 1. Zur Grammatik 2. είναι να / ήταν να: a) [ohne Verneinung] b) [mit Verneinung (δεν είναι να / δεν ήταν να)] 3....
  • ΕΙΝΑΙ...είναι s. είμαι ...
  • ΕΙΡΜΟΣ, ο...ειρμός, ο • "[...]" είπε η Λιλή, που είχε αρχίσει να χάνει τον ειρμό αυτής της συζήτησης ° "[…]" sagte Lilí [ohne Zusammenhang mit dem bisher Gesprochenen],...
  • ΕΙΣΙΤΗΡΙΟ, το...εισιτήριο, το 1. Grundbedeutungen: - die Eintrittskarte - die Fahrkarte - das Ticket 2. με εισιτήριο ° gegen Eintritt [etwas darbieten/vorführen] [GF+DF aus: Π....
  • ΕΙΣΠΡΑΤΤΩ...εισπράττω 1) einnehmen [Geldbeträge]:...
  • ΕΚ+ [bzw.] ΕΞ+...εκ+ [bzw.] εξ+ Zur Bedeutung dieser Vorsilben s. Καλιόρης: Ιριδισμοί, S 48:...
  • ΕΚΑΤΟΜΒΗ, η...εκατόμβη, η Ως εκατόμβη χαρακτηρίζουμε σήμερα έναν μεγάλο αριθμό ανθρωπίνων θυμάτων στους πολέμους, στους σεισμούς, σε ναυάγια ή άλλες καταστροφές. [Σιέττος:...
  • ΕΚΑΤΟΣΤΑΡΑ, η...εκατοστάρα, η s. κατοστάρα, η ...
Nachher:
  • ΕΚΕΙΝΟΣ, -η, -ο...εκείνος, -η, -ο (bzw. κείνος, -η, -ο) Übersicht: 1.1. Grundbedeutung 1.2. Zur Übersetzung allgemein 2. εκείνος (-η, -ο) – κείνος (-η, -ο) 3....
  • ΕΚΚΡΕΜΩ...εκκρεμώ (-είς) • [...] ζήτησε δάνειο απ’ την Εθνική· το δάνειο εκκρεμούσε – [...]. ° [......
  • ΕΚΛΕΠΤΥΣΜΕΝΟΣ, -η, -ο...εκλεπτυσμένος, -η, -ο = a) subtil // b) raffiniert [beide DF und GF aus: Ditfurth: Lwg] ...
  • ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ, η...εκμετάλλευση, η 1) Bedeutung: - die Ausnutzung, die Nutzung [als neutraler Begriff] - die Ausbeutung [als Begriff mit negativer Wertung] 2) zur Etymologie:...
  • ΕΚΝΕΥΡΙΖΩ...εκνευρίζω 1. εκνευρίζομαι: • εκνευριζόταν με το παραμικρό ° er regte sich über die kleinste Kleinigkeit auf [GF+DF aus: Τριανταφύλλου:...
  • ΕΚΝΕΥΡΙΣΜΕΝΟΣ, -η, -ο...εκνευρισμένος, -η, -ο = gereizt – zB.: • απάντησε εκνευρισμένος ° er antwortete [am Telefon] gereizt [GF+DF aus:...
  • ΕΚΝΕΥΡΙΣΜΟΣ, ο...εκνευρισμός, ο • [...] σαν αυτά να ήταν η αιτία του εκνευρισμού του. ° […], als seien die [sc. die Teller / τα πιάτα] an seiner Gereiztheit schuld. [GF+DF aus:...
  • ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ, η...εκπαίδευση, η 1. Grundbedeutungen: die Ausbildung, die Erziehung, die Bildung 2. Begriffsunterscheidungen: a) Zum Verhältnis der Begriffe εκπαίδευση und μόρφωση:...
  • ΕΚΠΤΩΣΗ, η...έκπτωση, η 1. Grundbedeutungen: a) [in Zusammenhang mit kommerziellen Transaktionen]: - der Rabatt, der Preisnachlass - die Ermäßigung - οι εκπτώσεις [Pl....