ANSCHLAG, der
1) [als Gewaltakt]:
a) η απόπειρα:
• Anschlag (Attentat) auf [wörtl.: gegen] den Ministerpräsidenten [Zeitungsüberschrift / bezieht sich auf einen Bombenanschlag, bei dem der Betreffende unverletzt blieb, sein Auto beschädigt und ein Passant getötet wurde] |
απόπειρα κατά του πρωθυπουργού |
• die zwei gescheiterten Anschläge mit Autobomben (die zwei gescheiterten Autobomben-Anschläge) in London [sc. geplante Anschläge mit Autos, in denen Sprengsätze versteckt waren, die jedoch rechtzeitig entdeckt und entschärft werden konnten] |
οι δύο αποτυχημένες απόπειρες με παγιδευμένα αυτοκίνητα στο Λονδίνο |
• 10 gescheiterte Mordanschläge auf bedeutende öffentliche Personen der jüngsten Geschichte. [werden in diesem Zeitungsartikel beschrieben] |
Δέκα αποτυχημένες δολοφονικές απόπειρες σε σημαντικά δημόσια πρόσωπα της πρόσφατης ιστορίας. [bzw. synonym:] Δέκα αποτυχημένες δολοφονικές απόπειρες κατά σημαντικών δημοσίων προσώπων της πρόσφατης ιστορίας. |
• der Mordanschlag |
η απόπειρα δολοφονίας // η δολοφονική απόπειρα [synonym] |
b) η επίθεση // η ενέργεια // το χτύπημα:
• die [Terror-]Anschläge vom 11. September 2001 auf das World Trade Center und das Pentagon |
οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στο World Trade Center και το Πεντάγωνο |
• die Anschläge [zB. Bombenanschläge von Terroristen in der Londoner U-Bahn] |
οι επιθέσεις // τα χτυπήματα |
• der Bombenanschlag |
η βομβιστική ενέργεια // η βομβιστική επίθεση [synonym] |
• der Terroranschlag (der Terrorakt) |
η τρομοκρατική ενέργεια // η τρομοκρατική επίθεση // το τρομοκρατικό χτύπημα |
c) Sonstiges:
• der Anschlag [sc. Terroranschlag] ° το πλήγμα
• vgl. auch: Attentat, das
2) Sonstiges:
• Kostas öffnet die Balkontür bis zum Anschlag ° ο Κώστας ανοίγει τέρμα την μπαλκονόπορτα
Weitere Wörter:
- ANSAMMELN......
- ANSAMMLUNG, die......
- ANSATZ, der......
- ANSCHAFFEN......
- ANSCHAFFUNG, die......
- ANSCHAUEN......
- ANSCHAULICH......
- ANSCHAUUNG, die......
- ANSCHEIN, der......
- ANSCHEINEND......
- ANSCHLAGEN......
- ANSCHLAGTAFEL, die......
- ANSCHLEICHEN......
- ANSCHLIESSEN (anschließen)......
- ANSCHLIESSEND (anschließend)......
- ANSCHLUSS, der......
- ANSCHLUSSGEBÜHR, die......
- ANSCHNALLEN......
- ANSCHNEIDEN......