TAGESABLAUF, der


• Wie ist euer Tagesablauf [hier im Kindergarten]? [Frage an die Kindergarten­bedienstete]  °  Ποιο είναι το ημερήσιο πρόγραμμά σας;   [DF+GF aus: Hueber-Kita]

• Der Tagesablauf [in unserem Kindergarten] gestaltet sich folgendermaßen: …  °  Το ημερήσιο πρόγραμμα διαμορφώνεται ως εξής: ...   [DF+GF aus: Hueber-Kita]

• wenn wir die [= seine] Zukunft oder ~seinen Tagesablauf [wörtl.: seine (all)täglichen Aktivi­täten] planen  °  όταν προγραμματίζουμε το μέλλον ή τις καθημερινές δραστηριότητές του


Weitere Wörter:

Vorher
  • TAFEL, die... 1) [Schultafel]: o πίνακας ([bzw.] ο μαυροπίνακας):...
  • TÄFELN... • die Wände waren mit Holz getäfelt (verkleidet) ° οι τοίχοι ήταν επενδυμένοι με ξύλο • mit Holz getäfelte (verkleidete) Wände / Wände mit Holztäfelung (Holzverkleidung) ° τοίχοι με ξύλινη επένδυση ...
  • TÄFELUNG, die... = η επένδυση:...
  • TAFERLKLASSLER, die... = τα πρωτάκια [= τα παιδιά της πρώτης τάξεως του δημοτικού] ...
  • TAG, der... 1) [allgemein]: a) η (η)μέρα (Pl.: οι {η}μέρες / Gen.: των ημερών): aa) [als Abschnittseinheit einer Woche]: • Welcher (Was für ein) Tag ist heute?...
  • TAGAUS, TAGEIN... (auch: tagein, tagaus) 1) μέρα μπαίνει, μέρα βγαίνει 2) vgl. im Übrigen unter für (Z 6) ("Tag für Tag") ...
  • TAGBLATT, das... • das Wiener Tagblatt [Zeitungstitel] ° η Ημερησία της Βιέννης [DF+GF aus: Bachmann: Malina] ...
  • TAGEBUCH, das... = το ημερολόγιο:...
  • TAGELANG... 1) για μέρες: • Tagelang hatte ich mir den Kopf [über dieses Problem] zerbrochen. ° Για μέρες είχα σπάσει το κεφάλι μου. [synonym:...
  • TAGEN... [sc. eine Tagung/Sitzung abhalten] = συνεδριάζω ...
Nachher:
  • TAGESAUSFLUG, der... [wörtl.: der eintägige Ausflug] = η μονοήμερη εκδρομή ...
  • TAGESBETREUUNG, die... • die Tagesbetreuung [sc....
  • TAGESKARTE, die... [zB. zur Benützung eines Schilifts] = η ημερήσια κάρτα ...
  • TAGESLICHT, das... = το φως (της) ημέρας: • riesige Glasscheiben [an den Gebäudewänden],...
  • TAGESORDNUNG, die... 1) η ημερήσια διάταξη 2) Sonstiges: • Verbrechen sind an der Tagesordnung. ° Το έγκλημα είναι καθημερινότητα. [DF+GF aus: Ditfurth:...
  • TAGESPOLITIK, die... • über die Situation der Tagespolitik [wörtl.:...
  • TAGESZEITUNG, die... = η καθημερινή εφημερίδα // η ημερήσια* εφημερίδα *(auch: ημερησία) ...
  • TAGEWEISE... = με την ημέρα [bzw.] με τη μέρα: • Die Zimmer werden tage-, wochen- oder monatsweise vermietet. [d.h....
  • TÄGLICH... 1) καθημερινός, -ή, -ό 2) ημερήσιος, -ια, -ιο 3) Sonstiges:...