BISEXUELL
= αμφισεξουαλικός, -ή, -ό:
• mit einem bisexuellen Mann ° με αμφισεξουαλικό άντρα
Weitere Wörter:
Vorher
- BIOLOGISCH... = βιολογικός, -ή, -ό ...
- BIOSIEGEL, das... • [der] Mais mit dem Bio-Siegel ° το καλαμπόκι με σφραγίδα βιολογικού προϊόντος [DF+GF aus:...
- BIOTECHNOLOGIE, die... = η βιοτεχνολογία ...
- BIOTOMATE, die... • die Biotomaten ° οι βιολογικές ντομάτες ...
- BIOTOP, der/das... = ο βιότοπος ...
- BIRMA... s. Burma ...
- BIRNBAUM, der... = η αχλαδιά ...
- BIRNE, die... 1) [Frucht]: το αχλάδι 2) [iS von: Glühbirne]: vgl. Glühbirne, die ...
- BIRNENFÖRMIG... = αχλαδόμορφος, -η, -ο ...
- BIS... Übersicht: A) [als Präposition]: 1) μέχρι (και) 2) ως (= ώς) (και) // έως (και) 3) [nur zum Ausdrücken einer Spanne]: με 4) ίσαμε 5) bis dann (gleich, bald,...
Nachher:
- BISHER... 1) μέχρι στιγμής: • er [sc....
- BISHERIGER, -e, -es... 1) ο (η / το) μέχρι τώρα ... :...
- BISON, der... [Wildrind-Gattung] = ο βίσωνας ...
- BISS, der... = το δάγκωμα: • von [= nach] einem Schlangenbiss [gerettet werden] ° από δάγκωμα φιδιού ...
- BISSCHEN... 1) ein bisschen / ein wenig / etwas: a) λίγος, -η, -ο [bzw.] λίγο:...
- BISSEN, der... = η μπουκιά: • Tom schluckte den letzten Bissen Brot (hinunter). ° Ο Τομ κατάπιε την τελευταία μπουκιά του ψωμιού....
- BITTE [Partikel]... Gesamtübersicht: 1) [als Höflichkeitsfloskel bei Artikulation eines Wunsches] 2) bitte (schön) [Ausdruck des Anbietens (bzw....
- BITTE, die... 1) η παράκληση: • auf Bitte (über Bitte) des Königs [nahm er den Posten als Botschafter in Paris an] ° κατά παράκληση του βασιλιά [bzw....
- BITTEN... 1) παρακαλώ (-άς [und] -είς): (jemanden = κάποιον / um etwas = για κάτι) • Ich bat sie [telefonisch],...