μήλο, το


1. Grundbedeutung: der Apfel


2. Spezialbedeutung:

καθένα από τα δύο κυρτά και προεξέχοντα τμήματα των παρειών κάτω από τους κροτάφους  [ΛΜΠ] – π.χ.:

• τα άτομα που ανήκουν στη μογγολική φυλή, έχουν πεταχτά μήλα   [ΛΜΠ]

• οι φίλοι του Λούμπο [...] θαύμαζαν με κλεφτές ματιές τα σλάβικα μήλα στο πρόσωπο της μάνας μου  °  Lubos Freunde bewunderten verstohlen die slawischen Wangen­knochen meiner Mutter     [DF+GF aus: Menasse: Vienna]


Weitere Wörter:

Vorher
  • ΜΕΤΟΙΚΟΣ, ο...μέτοικος, ο Όλοι οι ξένοι που ήταν μόνιμα εγκατεστημένοι στην [αρχαία] Αθήνα σαν τραπεζίτες, έμποροι, βιομήχανοι κ.λπ. λέγονταν μέτοικοι....
  • ΜΕΤΡΟ, το (Ι) (= μέτρο, το)...μέτρο, το [Anm.: το μέτρο ist zu unterscheiden von: το μετρό!] 1. Grundbedeutungen: a) das Maß b) die Maßnahme c) der Meter 2. zur Deklination bei Maßangaben:...
  • ΜΕΤΡΟ, το (ΙΙ) (= μετρό, το)...μετρό, το [Anm.: το μετρό ist zu unterscheiden von: το μέτρο!] = die U-Bahn ...
  • ΜΕΤΡΩ...μετρώ (-άς) 1. Grundbedeutungen: a) messen b) zählen 2. Spezialbedeutung: "μετρώ" hat zuweilen wohl nicht so sehr die Bedeutung des tatsächlichen Zählens (bzw....
  • ΜΕΤΩΝΥΜΙΑ, η...μετωνυμία, η - σχήμα λόγου, κατά το οποίο αντί για τη λέξη που απαιτείται χρησιμοποιείται άλλη, με την οποία υπάρχει στενή σχέση, π.χ. "στέγη" αντί "σπίτι",...
  • ΜΕΧΡΙ...μέχρι 1. Zur Unterscheidung von μέχρι που einerseits und μέχρι να (bzw. bei Καρζής: μέχρι που να) andererseits: Μπαμπινιώτης, S 1101: μέχρι που: μέχρι να:...
  • ΜΗ...μη s. μην ...
  • ΜΗΔΕΙΣ, -δεμία, -δέν...μηδείς, -δεμία, -δέν [Pronomen / αντωνυμία] 1. Grundbedeutung: keiner, keine, kein [Mandeson] [bzw.] keiner / niemand [Wendt (alte Auflage)] 2. μηδέν άγαν:...
  • ΜΗΔΕΝ, το...μηδέν, το 1.1) die Null 1.2) null [Zahlwort] 2) das Nichts [Anm.: μηδέν άγαν: s. unter μηδείς, -δεμία, -δέν (Z 2)] ...
  • ΜΗΚΟΣ, το...μήκος, το • Σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης [...] ° ~Auf der ganzen Welt (Überall auf der Welt) […] [haben sich die Menschen daran gewöhnt,...
Nachher:
  • ΜΗΝ [bzw.] ΜΗ...μην [bzw.] μη Übersicht: 1. Wortart 2. Zur Unterscheidung μην – μη 3. Bedeutung u.a.: για να μην 4. μη(ν) nach Verben (bzw. Hauptwörtern), die Befürchtung,...
  • ΜΗΝΑΣ, ο...μήνας, ο με το μήνα: • Άφησα το ξενοδοχείο, νοίκιασα ένα σπίτι με το μήνα. ° Ich ließ das Hotel [= zog aus dem Hotel aus], mietete monatsweise ein Haus....
  • ΜΗΠΩΣ...μήπως (auch: μήπως και) Bedeutungsübersicht: 1) (dass) … könnte(n) / (dass) … (womöglich) würde(n) // vielleicht (könnte/n) [etc.] 2) für den Fall,...
  • ΜΗΧΑΝΑΚΙ, το...μηχανάκι, το = das Moped [Pons online] ...
  • ΜΙΑ...μία [bzw.] μια 1. μια και ° αφού [ΛΔΗ] / επειδή [ΛΔΗ] // da * / weil ** / denn * / denn schließlich ** *[GF+DF aus: Ζατέλη: Φως // Σκούρτης:...
  • ΜΙΚΡΟΔΕΙΧΝΩ...μικροδείχνω • Σ’ εμάς μικροδείχνεις, σ’ αυτούς μεγαλοδείχνεις – πόσο είσαι; ° Uns kommst du jünger vor,...
  • ΜΙΚΡΟΚΑΜΩΜΕΝΟΣ, -η, -ο...μικροκαμωμένος, -η, -ο • Η Ζυλιέτ [...] ήταν ακόμη πιο μικροκαμωμένη απ’ όσο θυμόμουν. ° Juliette […] war noch zierlicher, als ich es in Erinnerung hatte....
  • ΜΙΚΡΟΥΛΑ, η...μικρούλα, η • η μικρούλα ° das Mäderl / das kleine Mädchen [im konkreten Text:...
  • ΜΙΛΩ...μιλώ (-άς [bzw. lt. ΛΜΠ selten auch:] -είς) 1. Grundbedeutung: sprechen, reden 2....