LANDTAGS+


• ein Landtagsabgeordneter [des Landtages des Bundeslandes Salzburg]  °  ένας τοπικός βουλευτής    [DF+GF aus: Th. Bernhard: Der Stimmenimitator]

• Landtags- und Bundestagsabgeordnete [in Deutschland]  °  βουλευτές των τοπικών κοινοβουλίων και της Ομοσπονδιακής Βουλής * 

• im Landtagswahlkampf 1990 in Brandenburg [Deutschland]  °  στον προεκλογικό αγώνα του 1990 για το τοπικό κοινοβούλιο στο Βρανδεμβούργο *

[bzw. auch:] 

• im Landtagswahlkampf [in Deutschland]  °  στον προεκλογικό αγώνα για τα κοινοβούλια των κρατιδίων *

*[DF+GF jeweils aus: Ditfurth: Lwg]


Weitere Wörter:

Vorher
Nachher: