LANDUNG, die


1) [eines Flugzeugs]: η προσγείωση *    (Pl.: οι προσγειώσεις)

*[Anm.: synonym: die Ankunft {eines Flugzeugs} = η άφιξη]


2) [Ankunft vom Schiff aus am Festland]: η αποβίβαση


Weitere Wörter:

Vorher
  • LANDLEBEN, das... = η ζωή της υπαίθρου: • das englische Landleben ° η ζωή της αγγλικής υπαίθρου ...
  • LÄNDLICH... 1) ... της υπαίθρου:...
  • LANDMASCHINE, die... [zB. Traktor, Mähdrescher] = το αγροτικό μηχάνημα // το γεωργικό μηχάνημα (Pl.:...
  • LANDPÄCHTER, der / LANDPÄCHTERIN, die... [sc.:...
  • LANDSCHAFT, die... 1) το τοπίο:...
  • LANDSLEUTE, die... = οι συμπατριώτες: • er [sc....
  • LANDSMANN, der / LANDSMÄNNIN, die... 1) der Landsmann ° ο συμπατριώτης 2) die Landsmännin ° η συμπατριώτισσα ...
  • LANDSTRASSE (Landstraße), die... = ο εξοχικός δρόμος ...
  • LANDTAG, der... 1) το τοπικό κοινοβούλιο [bzw.] η τοπική βουλή: • der Tiroler Landtag [wörtl.:...
  • LANDTAGS+... • ein Landtagsabgeordneter [des Landtages des Bundeslandes Salzburg] ° ένας τοπικός βουλευτής [DF+GF aus: Th. Bernhard:...
Nachher: