καλό, το
Übersicht: 1.1. με το καλό [= με ήπιο τρόπο κ.λπ.] 1.2. με το καλό [Wunsch bzw. Ausdruck der Hoffnung/Erwartung] 2.1. στο καλό [als Worte bei der Verabschiedung] 2.2. στο καλό [im Anschluss an Fragewörter wie τι oder πού] 3. το έχω σε καλό [bzw.] δεν το ’χω σε καλό 4. από καλό 5. (μπα) σε καλό μου (σου, ...) 6. κάνε το καλό και ρίξ’ το στον γιαλό s. unter καλά (Z 14) (zusammen mit "πας καλά;") |
1.1. με το καλό [= με ήπιο τρόπο κ.λπ.]:
με ήπιο τρόπο, ήρεμα, με το μαλακό [ΛΜΠ]
π.χ.:
• προσπάθησε να τον πείσει με το καλό, αλλά τίποτα [ΛΜΠ]
• αν τον πάρεις με το καλό, ίσως σε ακούσει [ΛΜΠ] *
*[vgl.]: τον πήρα με το καλό = του μίλησα με ήπιο τρόπο [Εμμ.]
weitere BSe:
• Αν έπρεπε να πάτε σχολείο και δεν σηκωνόσασταν με το καλό, πώς έπρεπε να σας ξυπνήσω; |
Wenn ihr in die Schule musstet und das gute Zureden nichts nützte und ihr gar nicht aufstehen wolltet, wie sollte ich [= die Mutter] euch [da] sonst wachkriegen [als durch unsanftes Rütteln]? [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• Προσπάθησα να τον πείσω με το καλό. Δυστυχώς δεν έπαιρνε από λόγια. Έτσι, ομολογώ πως αναγκάστηκα να φτάσω στη βία. |
Ich habe versucht, ihn mit Güte zu überzeugen. Leider haben die Worte bei ihm nichts gefruchtet. So war ich gezwungen, ich gebe es zu, zur Gewalt zu greifen. [GF+DF aus: Π. Αμπατζόγλου: Θάνατος μισθωτού] |
1.2. με το καλό [Wunsch bzw. Ausdruck der Hoffnung/Erwartung]:
(ευχή) Σημαίνει, ό,τι πρόκειται να γίνει, να γίνει καλά, όπως προβλέπεται και χωρίς δυσάρεστα επεισόδια. [ΛΔΗ] // ως ευχή για οτιδήποτε πρόκειται να τελεστεί σύντομα και ιδ. για γάμο [ΛΜΠ]
π.χ.:
• Πότε με το καλό έρχεται ο Γιώργος; [ΛΔΗ]
• [Α:] Φεύγω για το Μόναχο. – [Β:] Με το καλό να πας και με το καλό να γυρίσεις και καλή αντάμωση! [ΛΔΗ]
weitere BSe:
• [...], ένα και μόνο σας εύχομαι, με το καλό να πάτε στα σπίτια σας. |
[...], und ich wünsche euch nur das eine [für eure (weitere) Flucht aus dem Straflager in euer Heimatdorf], dass ihr gut nach Hause kommt. [GF+DF aus: Σωτηρίου: Χώματα] |
• Λοιπόν, και τον άλλο μήνα με το καλό, μπαρμπα-Δημήτρη. |
Also bis zum nächsten Monat, wenn Gott will, Barba-Dimitris. [Worte bei der Verabschiedung] [GF+DF aus: Η. Βενέζης: Οι γλάροι] |
• [...], σαν θα γυρίσω κάποτες με το καλό |
[…], wenn ich [= Soldat], so Gott will, einmal [auf meine Heimatinsel] zurückkomme [iS von: zurückkommen werde/sollte] [GF+DF aus: Μυριβήλης: Η ζωή εν τάφω] |
• Γιατί τα μεγαλώνεις τα πράγματα; Μια δυο ώρες μετά την δύση, με το καλό, θα είμαστε στο Σοροβίτς. |
Warum übertreibst du wieder? Wenn wir Glück haben, sind wir kurz nach Sonnenuntergang in Sorovic. [Reaktion des Sohns gegenüber der Mutter, die darüber besorgt ist, dass er abends (mit einem Freund) vom Hof wegreitet] |
• Σαν τελειώσει με το καλό ο πόλεμος, θα [...] |
Wenn der Krieg endlich vorbei ist [= vorbei sein wird], werden [wir …] [GF+DF aus: Μυριβήλης: Η ζωή εν τάφω] |
2.1. στο καλό [als Worte bei der Verabschiedung]:
• "Στο καλό! Φρέντι, Άνικο και η εταιρεία" |
"Leb wohl! Fredi, Aniko und Firma" [Text auf der Kranzschleife bei einem Begräbnis] [DF+GF aus: Menasse: Vienna] |
• Φύγε, Ογδοντάκη, άμε στο καλό! |
Flieh, Ogdontakis, und mach's gut! [Worte des Fluchthelfers, als er für Ogdontakis das Gefängnistor öffnet] [GF+DF aus: Σωτηρίου: Χώματα] |
• Στο καλό, κυρία [...] |
Alles Gute, Frau [...] [Worte bei der Verabschiedung] [DF+GF aus: Hueber-Pflege] |
• Να πας στο καλό, πατριωτάκι. Και καλή τύχη. |
Geh mit Gott, Landsmann. Und viel Glück. [Worte der Verabschiedung] [GF+DF aus: Σωτηρίου: Χώματα] |
2.2. στο καλό [im Anschluss an Fragewörter wie τι oder πού]:
• Πού στο καλό ήσαστε; |
Wo habt ihr bloß gesteckt? [DF+GF aus: Gaby Hauptmann: Suche …] |
• Μα τι στο καλό συμβαίνει; |
Was ist denn bloß los? [DF+GF aus: Schulze: Simple Storys] |
• κι όταν ρώτησα τι στο καλό είναι ένας ντανταϊστής μού είπαν πως [...] |
und als ich fragte, was denn nun eigentlich ein Dadaist sei, hat man mir gesagt, […] [GF+DF aus: Τριανταφύλλου: Εργοστάσιο] |
• Τι στο καλό μ’ έπιασε αυτές τις τελευταίες βδομάδες; |
Welcher Teufel hatte mich nur in den letzten Wochen geritten? [dass ich mich so unbesonnen benahm] [DF+GF aus: Friedrich: Currywurst] |
• Ναι, αλλά τι στο καλό θα γύρευε ένα κορίτσι σαν την Τζένη, μ’ έναν φούσκα σαν κι εμένα; |
Aber was, um alles in der Welt, sollte ein [so hübsches] Mädchen wie Jenny mit mir Klops [= dickem Jungen] anfangen? [rhetorische Frage] [DF+GF aus: Friedrich: Currywurst] |
• Πού στο καλό θα φτάσουμε; Ανθρωποφάγοι εγινήκαμε; |
Wo, um Himmels willen werden wir enden? Sind wir Menschenfresser geworden? [rhetorische Fragen als Ausdruck des Entsetzens über die Verrohung der Menschen seit dem Kriegsausbruch] [GF+DF aus: Σωτηρίου: Χώματα] |
• Πού στο καλό τα πετύχαινε [τα τσιγάρα] όταν ο ίδιος ο συνταγματάρχης δεν είχε γόπα να φουμάρει! |
Wo zum Teufel hatte er [= dieser einfache Soldat] sie her [sc. diese teuren Zigaretten], wo selbst der Oberst noch nicht einmal einen Glimmstengel zum Rauchen hatte! [GF+DF aus: Σωτηρίου: Χώματα] |
• Ένα δυο πραγματάκια θα τα έθετα διαφορετικά, αλλά τι στο καλό; Ήταν καταπληκτικό. |
There's [Ton: in etwa: There's maybe] one or two things I would do differently myself, but who cares? It was fabulous. [bzw.] Εs gibt vielleicht ein oder zwei Dinge [an dem von dir verfassten Drehbuch, das du mir soeben vorgelesen hast], die ich vielleicht anders machen würde, aber wen kümmert das schon? Ich fand's einfach fabelhaft. |
3. το έχω σε καλό: το θεωρώ καλό σημάδι [Εμμ.]
[bzw.]
δεν το ’χω σε καλό: θεωρώ αρνητικό οιωνό [ΛΜΠ, σ. 823]
π.χ.:
• δεν το ’χω σε καλό, όταν βλέπω τέτοια όνειρα [ΛΜΠ]
4. από καλό:
• δεν το κάνει από καλό ούτε επειδή του αρέσει ° […(wenn jemand tobt)], tut der das nicht, weil es ihm richtig scheint oder weil es ihm so gefällt [sondern weil er leidet]
[GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]
5. (μπα) σε καλό μου (σου, ...):
για να εκφραστεί απορία, έκπληξη (συχνά με επιτιμητικό ύφος) [ΛΜΠ, σ. 822]
[Anm.: ΛΜΠ erwähnt außerdem eine zweite Bedeutung (samt BS): |
π.χ.:
• Μπα σε καλό σου! Τι ώρα είναι αυτή που παίρνεις τηλέφωνο; [ΛΜΠ, σ. 822] |
--- |
• Συνήθως οι γυναίκες έσμιγαν τα φρύδια κι έμοιαζαν να σκέφτονται: σε καλό σου, άνθρωπέ μου, πώς μ’ έφερες εδώ! Ω, εσύ φταις για όλα, κινδυνεύω εξαιτίας σου, τι ανάποδος άνθρωπος. |
Gewöhnlich runzelten die Frauen die Stirn und schienen [über ihren Partner (mit dem sie hierher auf diesen steilen und rutschigen Felsen über dem Meer gekommen waren)] zu denken: Bist du denn noch bei Trost, guter Mann, mich hierher zu bringen! Pa[h], an allem bist doch nur du schuld, deinetwegen bin ich in Gefahr, du überdrehter Kerl. [GF+DF aus: Όσες φορές] |
• "Μπα, μπα σε καλό σου, γιόκα μου! Μα τι σου κόλλησε από τότες που ’ρθες, παιδί μου;" έλεγε η γριά. |
"Ach was, mein Söhnchen! Was du nur hast, seit du [vom Militär] zurück bist [mein Kind/Junge]" meinte die Alte [sc. die Mutter]. [gegenüber ihrem Sohn, der gereizt wissen will, was sie und ihre Schwiegertochter untereinander zu flüstern haben] [GF+DF aus: Μυριβήλης: Η ζωή εν τάφω] |
• Μπα, σε καλό μας, είπε ο καπετάνιος· [...] |
"Oha", rief der Kapetan, "Gott steh uns bei! [...]" [Καζαντζάκης: Ζορμπάς, S. 293, 14. Z. von unten // DF 1: S. 234, 4. Z. / DF 2: unübersetzt (vgl. S. 283, 21. Z.] |
• "Θυμάσαι, Ρήνη μου, στην Κατοχή που παίζαμε εδώ απ’ έξω, μωρά πράματα, και μπούκαραν οι Γερμανοί;" – "Σε καλό σου, χριστιανή μου! Πού τη θυμήθηκες εκείνη τη λαχτάρα;" [Γ. Γρηγοριάδου-Σουρέλη: Πριν από το τέρμα, S. 136] |
--- |
• Μπα σε καλό του! |
--- |
6. κάνε το καλό και ρίξ’ το στον γιαλό:
κάνε μια καλή πράξη χωρίς να περιμένεις ανταμοιβή [ΛΜΠ, σ. 421] //
tu das Gute und streu es in das Meer (Wenn wir unseren Mitmenschen Gutes tun, dann sollen wir nicht lauthals darüber berichten.) [Grabner-Haider, S. 144]
[bzw. auch:]
Wenn du etwas Gutes tust, dann prahle nicht damit. [Grabner-Haider, S. 172]
Weitere Wörter:
- ΚΑΙΓΩ...καίγω vgl. καίω ...
- ΚΑΙΡΟΣ, ο...καιρός, ο Übersicht: 1. Grundbedeutungen 2. σε λίγο καιρό 3. από καιρό 4. μετά από καιρό 5. από καιρό σε καιρό 6. κατά καιρούς 7. πάει καιρός που ... 8....
- ΚΑΙΩ...καίω [Anm.: statt καίω auch (wohl nur selten): καίγω (verzeichnet zB. bei ΛΜΠ und ΛΚΝ, nicht aber bei Ιορδανίδου und neurolingo.gr)] Übersicht: 1....
- ΚΑΚΗΝ...κακήν κακήν κακώς: s. unter κακός, -ή, -ό (Z 3) ...
- ΚΑΚΟ, το...κακό, το 1. Grundbedeutungen: das Übel, das Böse, das Schlechte, das Unheil 2. το έχω σε κακό να ... [bzw....
- ΚΑΚΟΣ, -ή, -ό...κακός, -ή, -ό 1. Grundbedeutung: schlecht 2. έχω τις κακές μου: • Στο τέλος του ’82 η Ανθώ έγινε σαράντα χρονών κι είχε τις κακές της....
- ΚΑΛΑ...καλά Übersicht: 1. ας είσαι καλά / ας είναι καλά 2. να ’σαι καλά / να είσαι καλά 3. για τα καλά [bzw.] για καλά 4. καλά-καλά [bzw....
- ΚΑΛΑΜΑΣ, ο...Καλαμάς, ο ο μεγαλύτερος (σε μήκος) ποταμός της Ηπείρου και ο έβδομος μεγαλύτερος της Ελλάδας [Quelle: griechische Wikipedia] π.χ.:...
- ΚΑΛΑΜΩΝ (η)...Καλαμών (η) • [aus einem Artikel auf agronews.gr vom Jänner 2013 mit der Überschrift: "Σώζει την παρτίδα η Καλαμών, 'βυθίζονται' πράσινη και κονσερβολιά"]:...
- ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ...καλησπέρα Zur Verwendungszeit: - λέγεται μετά τις 3 – 4 το απόγευμα (αλλά και "καλημέρα" αυτή την ώρα δεν είναι λάθος) [Ελένη] - s....
- ΚΑΛΟ+ [als Vorsilbe eines Verbs]...καλο+ [als Vorsilbe eines Verbs] • Κατά το Δεκαπενταύγουστο – δεν καλοθυμάμαι αν ήτανε ανήμερα της Παναγιάς ή την παραμονή – [...] Um den 15....
- ΚΑΛΟΚΑΙΡΑΚΙ, το...καλοκαιράκι, το • Ήταν οι μέρες του Αγίου Δημητρίου με το μικρό καλοκαιράκι τους ... ° Es waren die Tage um das Fest des heiligen Dhimítrios, im Oktober,...
- ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟΣ, -ή, -ό...καλοκαιρινός, -ή, -ό 1. Grundbedeutung: sommerlich, Sommer- 2. κάνω (κάτι) καλοκαιρινό:...
- ΚΑΛΟΜΕΛΕΤΩ...καλομελετώ (-άς) καλομελέτα κι έρχεται: να σκέφτεσαι αισιόδοξα και γρήγορα θα πραγματοποιηθούν οι επιθυμίες σου [ΛΜΠ] // όταν αντιμετωπίζει κάποιος κτ....
- ΚΑΛΟΣ, -ή, -ό...καλός, -ή, -ό [Anm.: als eigene Stichwörter s. καλά, καλώς sowie το καλό] Übersicht: 1. Grundbedeutung 2. καλέ! 3. καλέ (-ή, -ό) μου ... [als Anrede] 4....
- ΚΑΛΟΣΥΝΗ, η...καλοσύνη, η (zuweilen auch: καλωσύνη, η) 1. Bedeutung: die Güte 2. καλοσύνη – καλωσύνη: Zutreffender (und gebräuchlicher) ist lt. Καρζής, S 94,...
- ΚΑΛΟΥΠΙ, το...καλούπι, το • [...] και του ’ρθε καλούπι. ° [...], und es [= er] passte zu ihm wie angegossen [sc. der Phantasiename, den wir Soldaten dem General gaben]....
- ΚΑΛΥΠΤΩ...καλύπτω 1) bedecken 2) [in Zusammenhang mit Kosten bzw. Zahlungen]: bestreiten / aufkommen (für) 3) [in Zusammenhang mit dem Verhalten von Personen]:...
- ΚΑΛΥΤΕΡΑ...καλύτερα = besser / lieber [iS von: besser, vorzugsweise]: • Και καλύτερα να μην πεις της μητέρας σου πού πας. ° Und sag deiner Mutter lieber (besser) nicht,...