ούτε
Übersicht: 1.1. Grundbedeutungen 1.2. Zur Verwendung von "δεν" (bzw. "μην") in Sätzen mit "ούτε" 2. Verwendung iS von "nicht" ("δεν") bzw. "gar nicht (mehr)" [etc.] 3. ούτε που |
1.1. Grundbedeutungen (allenfalls in Verbindung mit "δεν" bzw. "μην" [s. dazu Z 1.2]):
a) auch nicht / ebensowenig [etc.] // (bzw.: auch nichts // auch niemand)
• Ούτε σπίτι ήθελα όμως να πάω. [vgl. die zweite griechische Übersetzung desselben deutschen Satzes: Όμως δεν ήθελα να πάω και στο σπίτι.] |
[Um ins Konzert zu gehen, dafür war es zu spät (denn das hatte bereits begonnen).] Aber ich wollte auch nicht nach Hause gehen. |
• Ούτε αυτό το κτίριο υπάρχει πια. |
Auch dieses Gebäude existiert (= steht) nicht mehr. [Eigenübersetzung] |
• Ούτε και μένα δεν υπολόγιζε πια. |
Auch m i c h beachtete sie nicht mehr. [Eigenübersetzung] |
• Ο ερωτευμένος δεν διαβάζει. Ούτε ο ετοιμοθάνατος. |
Der Verliebte liest nicht [sc.: liest keine Bücher]. Der Sterbende ebensowenig. [GF+DF aus: Όσες φορές] |
• διότι δεν πρόλαβε να την δει καλά ούτε και την θυμόταν τέλεια |
denn er hatte kaum Zeit gehabt, sie richtig anzusehen [so schnell war sie wieder verschwunden], und hatte auch keine deutliche Erinnerung mehr an sie [sc. von einer Begegnung, die sie früher einmal gehabt hatten] [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• πού και πότε ακριβώς, αυτό δεν μπορούσε να το θυμηθεί, μα κι ούτε την απασχόλησε ιδιαίτερα |
wo und wann das [genau] war [dass sie diesen Mann schon einmal gesehen hatte], daran konnte sie sich nicht erinnern, aber das beschäftigte sie auch nicht besonders [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• Γιατί πάνε κάθε χρόνο στην Ρόδο αφού λένε πως είναι τόσο ακριβά και ούτε και τους αρέσει; [ΛΔΗ, σ. 254] [Anm.: και ούτε και ...] |
--- |
b) nicht einmal / [ohne] auch nur:
• Η Άννα δεν έστειλε ούτε μια κάρτα. |
Anna hat nicht einmal eine Karte [zum Geburtstag] geschickt. |
• Δε θα με γνώριζε ούτε η μάνα μου. |
Nicht einmal meine Mutter hätte mich erkannt. [so gut war ich verkleidet] |
• Ούτε να φάει δεν μπορεί κανείς εδώ μέσα. |
Nicht einmal essen kann man da herinnen. [sc. in diesem Restaurant – weil man dauernd durch Blumen-, Losverkäufer etc. gestört wird] |
• Έχω φάει τόσα πολλά μπισκότα που δεν αντέχω ούτε να τα βλέπω πια! |
Ich habe so viele Kekse gegessen, dass ich sie nicht einmal mehr sehen kann! |
• Είναι φίλος σας; – Ούτε γνωστός μου. |
Ist er ein Freund von Ihnen? – [Antwort:] Nicht einmal ein Bekannter (von mir). |
• [...] χωρίς να πούνε ούτε καληνύχτα. |
...[Sie gingen nach dem gemeinsamen Kinobesuch auseinander], ohne auch nur gute Nacht zu sagen. [GF+DF aus: Π. Αμπατζόγλου: Θάνατος μισθωτού] |
1.2. Zur Verwendung von "δεν" (bzw. "μην") in Sätzen mit "ούτε":
Όταν υπάρχει "ούτε" πριν από ρήμα, δεύτερο αρνητικό μόριο ("δεν" ή "μην") κανονικά δεν προστίθεται, αλλά και δεν αποκλείεται· όταν όμως το "ούτε" είναι μετά από το ρήμα, πρέπει υποχρεωτικά να υπάρχει άλλο ένα αρνητικό. [Mackridge, GF, S. 350]
BSe:
- Konstellation 1 ("ούτε" steht vor dem Verb):
Variante 1: Ούτε εγώ είπα τίποτα. (= Auch i c h sagte nichts.)
Variante 2: Ούτε και μένα δεν υπολόγιζε πια. (= Auch m i c h beachtete sie nicht mehr.)
- Konstellation 2 ("ούτε" steht nach dem Verb):
Δε μ’ αρέσει ούτε μένα να [...] (= Auch m i r gefällt es nicht, dass [...]
2. Verwendung iS von "nicht" ("δεν") bzw. "gar nicht (mehr)" [etc.]:
• Όσο για τον πατέρα μου, ήταν υπάλληλος στον Οργανισμό Λιμένος κι ούτε είχαμε καμιά σχέση με όλους αυτούς τους Περικλήδες και τους Επαμεινώνδες. |
Was meinen Vater betrifft, der war Angestellter beim Hafenamt, und wir hatten nicht die geringste Beziehung zu all diesen Periklis und Epaminondas [von denen Sie sprechen]. [GF+DF aus: Κουμανταρέας: Βιοτεχνία υαλικών] |
• Ο Πατσιφάς διάλεγε [τα τραγούδια], [...]. Τα τραγούδια του Σπανού πρώτα απ’ όλα. Το "Χριστινάκι", [...]. Αλλά και τ’ άλλα που ούτε τάχω πει ποτέ μου από τότε. |
--- |
• Τι έλεγα; Ούτε θυμάμαι. |
Was redete ich da[mals] nur? [in meiner Trunkenheit] Ich erinnere mich gar nicht mehr an alles. [GF+DF aus: Βαμμ.] |
• Του άφησε ένα πιάτο φαγητό, τον έφτυσε και έφυγε. Ούτε με είδε. |
Sie stellte ihm [= ihrem Mann] einen Teller Essen hin, spuckte ihn an und ging. Mich sah sie gar nicht. [GF+DF aus: Βαμμ.] |
• [...]. Κι ούτε ξαναπάτησε στο τελωνείο. |
[...], und [er] betrat nie wieder das Büro [im Zollamt]. [wo er bis zu diesem Tag gearbeitet hatte] [GF+DF aus: Σκούρτης: Μπαρμπα-Τζωρτζ] |
3. ούτε που:
• Κι ούτε που μίλησε η Ζοζεφίνα. Μονάχα δάκρυσε και χαμογέλασε. |
Und Josephine sagte nichts, sie weinte nur und lächelte. [GF+DF aus: Σκούρτης: Μπαρμπα-Τζωρτζ] |
• [...], η Έμα γύρισε σπίτι κι ούτε που του είπε τίποτα. |
[...], kam Emma abends nach Hause und sprach kein Wort mit ihm. [GF+DF aus: Σκούρτης: Μπαρμπα-Τζωρτζ] |
• Διαφορετικά ούτε που θα ακουγόταν. |
Anders [als durch Schreien] hätte er sich [in dem Gebrüll, das im Zimmer herrschte] kaum Gehör verschafft [= verschaffen können]. [DF+GF aus: Menasse: Vienna] |
• Ο θυρωρός του νοσοκομείου ούτε που με κοιτάζει, καθώς περνάω από το θυρωρείο εντελώς υγιής. |
Der Krankenhausportier schaut mich gar nicht an, wie ich so gesund an der Loge vorbeigehe. |
• Πριν δυο βδομάδες ούτε που τον ήξερε τον Ντέιβιντ, και τώρα δεν μπορεί να φανταστεί τον εαυτό της χωρίς αυτόν. |
Vor zwei Wochen hat sie David noch gar nicht gekannt, und jetzt kann sie es sich ohne ihn überhaupt nicht mehr vorstellen. [DF+GF aus: Gaby Hauptmann: Suche …] |
• Οι δυο νοσοκόμες ούτε που νοιάζονταν αν τις ακολουθούσε και τι σκέψεις έκανε. |
Die zwei Krankenschwestern kümmerten sich überhaupt nicht darum, ob er ihnen folgte, was ihm durch den Kopf ging. [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• Δεν πρέπει να είχε περάσει πολύς καιρός, μα εγώ είχα χάσει πια την αίσθηση του χρόνου κι ούτε που ενδιαφερόμουν να μάθω τι μέρα της εβδομάδας ήταν ή τι μήνας [...]. Το μόνο που ήθελα ήταν να ξαναδώ την κόρη μου. |
Nach kurzer Zeit wusste ich nicht mehr, welcher Wochentag es war, welcher Monat [...], und es interessierte mich auch nicht. Alles, was ich wollte, war, meine Tochter sehen. [GF+DF aus: B.Mahmoody: Ποτέ χωρίς την κόρη μου] |
Weitere Wörter:
- ΟΣΟΝΟΥΠΩ...οσονούπω [Adverb] = in Kürze 1) / bald 1) / demnächst 2) 1) [Pons online (Benutzereinträge)] // 2) [GF+DF aus: Τριανταφύλλου:...
- ΟΣΟΣ, -η, -ο...όσος, -η, -ο 1. [allgemein]: • μια απόσταση όση απ’ την μεσόπορτα του σπιτιού τους στα χαλάσματα ° in einer Entfernung [wörtl.: eine Entfernung],...
- ΟΤΑΝ...όταν 1. Bedeutungen: a) als: • Όταν βρήκα μια φορεσιά και πλύθηκα και ντύθηκα, η γριά με κοίταξε καλά καλά. "Συνέφερες", είπε. "Για δες, μια χαρά παλικαράκι!...
- ΟΤΙ...ότι [σύνδεσμος / Konjunktion] [Anm.: ότι ist zu unterscheiden von ό,τι !] = dass ...
- ΟΥΖΕΡΙ, το / ΟΥΖΑΔΙΚΟ, το...ουζερί, το / ουζάδικο, το [synonym] = das ~Ouso-Lokal ...
- ΟΥΖΟ, το...ούζο, το Zum Unterschied zwischen τσίπουρο und ούζο: Εκεί βέβαια [στα τσιπουράδικα του Τυρνάβου] αρωματίζουν το τσίπουρο με γλυκάνισο και προσομοιάζει με ούζο,...
- ΟΥΡΑΝΟΣ, ο...ουρανός, ο βαρύς ουρανός = συννεφιασμένος [Εμμ.] ...
- ΟΥΡΙ, το...ουρί, το (Plural: τα ουρί) = γυναίκα του μωαμεθανικού παραδείσου (αραβ. huri) [Ανδρ.] ...
- ΟΥΣΙΑ, η...ουσία, η 1. Grundbedeutungen: das Wesen, die Substanz; der Stoff [etc.] 2. στην ουσία ° im Grunde (genommen) / de facto / im Kern ...
- ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ...ουσιαστικά 1) praktisch / de facto:...
- ΟΥΤΙ, το...ούτι, το (Plural: τα ούτια) [arabisches Musikinstrument] ...
- ΟΦΕΛΟΣ, το...όφελος, το • Ποιο τ’ όφελος να [...] ° Was für einen Zweck hat es, [...] zu [...] [GF+DF aus: Σωτηρίου: Χώματα] ...
- ΟΧΙ...όχι Übersicht: 1. Grundbedeutungen 2. και όχι μόνο 3. αν όχι ... [bzw.] αν όχι και ... 4. γιατί όχι και ... 5. όχι και ......
- ΟΧΤΑΡΙ, το...οχτάρι, το = σύνολο από οχτώ ομοειδείς μονάδες 1α. (οικ.) για χρηματικό ποσό – π.χ.: • Έδωσα ένα οχτάρι (χιλιάδες / εκατομμύρια κτλ.). β. για βαθμολογία – π.χ.:...
- ΟΨΕΤΑΙ...όψεται ας / να όψεται: s. unter όψομαι ...
- ΟΨΗ, η...όψη, η 1. Grundbedeutungen: a) das Aussehen: • Τα ρομπότ στο έργο του Γιάννη δεν ξεχωρίζουν καθόλου στην όψη, την ομιλία και τις κινήσεις από τους ανθρώπους....
- ΟΨΟΜΑΙ...όψομαι = τιμωρούμαι για τις αμαρτίες μου (στις φρ. "να όψεσαι", "ας όψεται") [Ανδρ.] ας όψεται ° ας δει // η ευθύνη στον (στην ...) // το κρίμα στον (στην ......
- ΠΑ...πα [bzw.] πά 1. πά σε ... : • πά στα βουνά [Ν. Καζαντζάκης / Ι. Κακριδής: Ομήρου Ιλιάδα, μετάφραση, Αθήνα 1955 – zitiert in ΛΔΗ, S 448, letzte Zeile,...
- ΠΑΘΑΙΝΩ...παθαίνω Übersicht: 1. Grundbedeutung 2. καλά να πάθω (πάθεις, πάθει, ...) 3. τα θέλεις και τα παθαίνεις 4. αυτά παθαίνεις όταν ... 5. είδα κι έπαθα 6....