τίποτα  [bzw.]  τίποτε


Übersicht:

1. τίποτα – τίποτε

2. Grundbedeutungen

3. με τίποτα (+ Verneinung)

4. με το τίποτα

5. δεν έχω τίποτα με ...

6. δεν το έχω σε τίποτα να ... [bzw.] δεν το έχω για τίποτα να ...

7. δεν είναι τίποτα

8. [als Adjektiv]

9. δε λες τίποτα: s. unter λέω (Z 30)

10. άλλο τίποτα: s. unter άλλο (Z 3)

11. όχι τίποτε άλλο: s. unter όχι (Z 10)


1. τίποτα – τίποτε:

Vgl. dazu Μάνεσης, S. 63:

Για λόγους αισθητικής και κομψότητας, αλλά και αυθεντικότητας του νομικού λόγου, ορισμένες λέξεις ή τύποι πρέπει να προτιμώνται, ως δοκιμότεροι, στα κείμενα της νομίκης θεωρίας και πράξης. Π.χ. "τίποτε" (αντί "τίποτα"), [...]


2. Grundbedeutungen:

a) [in verneinenden Sätzen bzw. verneinenden Zusammenhängen]: nichts

b) etwas


3. με τίποτα (+ Verneinung):

• με τίποτα δεν μπορείς να με ταπεινώσεις όπως ο Κρις Τόμσον

there's no way you can humiliate me, like Chris Thomson did  //  du kannst mich un­möglich so demüti­gen, wie Chris Thomson es getan hat [iS von: es ist ausgeschlos­sen / das wirst du keines­falls schaffen]  

[GF, EF + DF aus: Hornby: High Fidelity]

• Πέρασα όλη τη νύχτα κάτω από φώτα χειρουργείου. Δεν έσβηναν με τίποτα.

Ich musste [in meinem Krankenzimmer (im Spital)] die ganze Nacht [wie] im OP-Licht ver­bringen. Es [sc. das grelle Licht] ging einfach nicht aus.   [GF+DF aus: Ζιγκ-ζαγκ]

• Ήμουνα δεκατεσσάρων και δεν μπορού­σα να ηρεμήσω με τίποτα.

Ich war vierzehn [Jahre alt] und konnte mich [nach diesem mich erschreckenden Vor­fall] einfach nicht  be­ruhigen.

[DF+GF aus: Schulze: Simple Storys]


4. με το τίποτα:

• έκοβε βαριά προστίματα με το τίποτα  °  er verhängte empfindliche Geldstrafen für nichts und wieder nichts [sc. wegen Verhaltensweisen, die gar keine (bzw. bloß geringfügige) Verfehlungen waren]   [GF+DF aus: Σωτηρίου: Χώματα]


5. δεν έχω τίποτα με ... :

• Αλήθεια, Λάουρα, το ξέρεις, δεν έχω τίποτα με τον Βίλκο, με τον καιρό μάλιστα είχα αρχίσει να τον συμπαθώ πολύ.  °  Ehrlich, Laura, du weißt, ich habe überhaupt nichts gegen Wilko, im Gegenteil, mit der Zeit fand ich ihn sogar sehr nett.   [DF+GF aus: Gaby Hauptmann: Suche …]


6. δεν το έχω σε τίποτα να ... : κάνω εύκολα κάτι (το δύσκολο ή ασυνήθιστο)  [ΛΔΗ]

[bzw.] δεν το έχω για τίποτα να ... :

π.χ.:

• Αυτός; Είναι μεγάλος καλοφαγάς: Δεν το ’χει σε τίποτα να φάει τέσσερες μερίδες μπριτζόλες στην καθισιά του.  [ΛΔΗ]      [Anm.: τέσσερες !]

• Τι αγριάνθρωπος είναι αυτός, καλέ; Δεν το ’χει σε τίποτα να σε σκοτώσει, αν τον στραβοκοιτάξεις.  [ΛΔΗ]

weitere BSe:

• Αυτός είναι τόσο τρελάρας, που δεν το ’χει για τίποτα να γίνει και κομμώτρια.

Der ist so verrückt, dass er das glatt fertig bringt und zur Friseuse [sc.: Damenfriseur (von Be­ruf)] wird.   [GF+DF aus: Βαμμ.]

• Αυτός δεν το ’χε για τίποτα να με κάψει.

Er hätte nicht die geringsten Hemmungen, mich zu verraten.   [GF+DF aus: Βαμμ.]

• Απόφευγα να πηγαίνω στο καφενείο [...], όπου ο καφετζής [...] δεν το ’χε σε τίποτα να σου πει ορθά κοφτά να του αδειάσεις τη γωνιά, αν καθόσουν χωρίς να πίνεις εκείνο το χλιαρό του ούζο.

Ich vermied es, in das […] Kafenion zu gehen, wo der Wirt […] nicht die geringsten Skrupel hatte, einem glattweg ins Gesicht zu sagen, den Tisch zu räu­men [sc.: sein Lokal zu verlassen], wenn man dasaß, ohne seinen lauwarmen Ouzo zu trinken.  

[GF+DF aus: Μηλιώνης: Καλαμάς]


7. δεν είναι τίποτα  °  es ist nichts Besonderes, es ist nicht der Rede wert, es ist nichts dabei, es ist etwas Selbstverständliches [etc.]:

• Αυτό είναι όλο. Δεν είναι τίποτα, μόνο χρειάζεται σχολαστική προσοχή [...]

Das ist alles. [sc. mehr (als das eben Beschriebene) ist nicht zu tun, wenn man eine Hand­granate scharf macht] Nichts Besonderes, gewiss, man muss nur höl­lisch [bei dieser Arbeit] aufpassen […]  

[GF+DF aus: Μυριβήλης: Η ζωή εν τάφω]

• Όταν ήμουν παιδί, δεν ήταν τίποτα για τους φίλους και τους γείτονες να προσέ­χουν ο ένας τα παιδιά του άλλου για λίγες ώρες μετά το σχολείο.

When I was young, it was nothing for friends and neighbors to watch each other’s kids for a few hours after school.*  //  Als ich jung war, passten Nachbarn und Freun­de selbstverständlich ein paar Stun­den nach der Schule auf die Kinder auf. [während diese Tätigkeit heute zunehmend fremden Personen gegen Bezahlung über­tragen wird]     [GF, EF und DF aus: Eisenstein]

*[Anm.: it's (it was) nothing = nicht der Rede wert {sein}  {Pons}]


8. [als Adjektiv]:

a) irgendwelche:

• Διοργανώνετε τίποτα γιορτές;  °  Veranstaltet ihr [hier im Lager] irgendwelche Feste?

• Έχεις τίποτα καινούρια μηχανήματα για ηχογράφηση;  °  Hast du irgendwelche neuen Apparate (Geräte) zum Aufnehmen [von Filmen bzw. Schallplatten]?

b) Sonstiges:

• θα βρει τρόπο να στέλνει τίποτα λεφτά στη γυναίκα [του]  °  er [= der Kriegsgefangene] würde es schon schaffen, seiner Frau etwas Geld zu schicken [sagt er]   [GF+DF aus: Μυριβήλης: Η ζωή εν τάφω]


Weitere Wörter:

Vorher
  • ΤΗΛΕΠΑΙΧΝΙΔΙ, το...τηλεπαιχνίδι, το παιχνίδι γνώσεων, ικανοτήτων ή τύχης που γίνεται σε τηλεοπτικό στούντιο, συνήθ. με συμμετοχή κοινού,...
  • ΤΗΛΕΡΑΜΑ, το...Τηλέραμα, το [Anm.: Betonung auf der zweiten Silbe!...
  • ΤΗΛΕΦΩΝΟ, το...τηλέφωνο, το χτυπώ το τηλέφωνο ° [jemanden] anrufen: • Ο Θεόδωρος δεν έχει οίκτο, λες και με παραμονεύει, μου χτυπά το τηλέφωνο μόλις το έχω κλείσει.* [Anm.:...
  • ΤΗΡΟΥΜΕΝΩΝ...τηρουμένων τηρουμένων των αναλογιών: s. unter αναλογία, η ...
  • ΤΗΡΩ...τηρώ (-είς) 1. Grundbedeutungen: a) einhalten / sich halten an [zB. Regeln, eine Reihenfolge] b) halten [zB. ein Versprechen] 2. τηρουμένων των αναλογιών: s....
  • ΤΙ...τι Übersicht: 1. Grundbedeutungen 2. τι ..., τι ... 3. τι κι αν 4. και τι μ’ αυτό; 5. als Ausdruck, um etwas anzuzweifeln bzw....
  • ΤΙΜΗ, η...τιμή, η 1. Grundbedeutungen: a) die Ehre b) der Preis c) der [Mess-]Wert 2. λαμβάνω την τιμή / παίρνω την τιμή: • Σαν "πήρα την τιμή" να του πω πως [...],...
  • ΤΙΜΙΟΣ, -α, -ο...τίμιος, -α, -ο 1. Grundbedeutung: anständig, rechtschaffen, redlich, ehrlich [etc.]: • είχα έναν πατέρα τίμιο μα σκληρό ° ich hatte einen redlichen,...
  • ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ, το...τιμολόγιo, το 1) die Rechnung 2) die Preisliste (= ο τιμοκατάλογος) 3) der Tarif [zB. für Telefongespräche] ...
  • ΤΙΝΑΖΩ...τινάζω • "[...];" τον ρώτησε τινάζοντας τα μαλλιά της προς τα πίσω. ° "[…]?" fragte sie ihn und warf ihr Haar zurück. [GF+DF aus:...
Nachher:
  • ΤΟ...το s. : ...
  • ΤΟ:...το το και το: το εξής, τα εξής [ΛΔΗ] – π.χ.: • Ήρθε μια μέρα ο φίλος του και του λέει το και το: Η γυναίκα σου σε απατάει. [ΛΔΗ] --- • Χότζα,...
  • ΤΟΙΣ...τοις [zB.: δέκα τοις εκατό (10%)] 1. Bedeutung und Schreibweise: s. dazu Χαρίλαος Δημητρακό­που­λος: Για ποια Ελληνικά μιλάμε; σ....
  • ΤΟΙΧΟΣ, ο...τοίχος, ο 1. Bedeutung: die (Haus- [etc.])Mauer / die Wand 2. Zur Unterscheidung τοίχος, ο – τείχος, το: Es handelt sich um Homonyme (sc....
  • ΤΟΝΟΣ, ο...τόνος, ο 1. Grundbedeutungen:...
  • ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ, η...τοποθέτηση, η = [u.a.:] die Stellungnahme [sc. ein Kommentar, in dem man seinen Standpunkt dar­legt] ...
  • ΤΟΠΟΣ, ο...τόπος, ο 1. Grundbedeutungen: a) der Ort b) das Land 2. (κάτι) πιάνει τόπο: - είναι χρήσιμο, τελεσφόρο, φέρνει αποτέλεσμα [ΛΚΝ] - είναι χρήσιμο,...
  • ΤΟΣΟΣ, -η, -ο...τόσος, -η, -ο 1. [allgemein]: • Η γυναίκα βούρκωσε, δε μας έδωσε όμως καμιά εξήγηση για την τόση λύπη της....
  • ΤΟΤΕ...τότε 1. [allgemein]: • Ήταν ίσως η μόνη φορά τότε που [...] ° Das war vielleicht das einzige Mal, wo [= dass] […] [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] 2. τότε είναι που ......