ας
Übersicht: 1. [allgemein]: 2. κι ας 3. ας είναι 4. ας είσαι καλά / ας είναι καλά: s. unter καλά (Z 1) 5. ας πούμε: s. unter λέω (Z 3.1) |
1. [allgemein]:
a) zum Ausdruck eines Wunsches (bzw. Sehnens); einer Empfehlung bzw. Ermunterung etc.; einer ermunternden Aufforderung:
• Ας ήσουν [...] |
Wärst du bloß […] [Ausdruck eines Wunsches] [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• Ω! ας ήτανε Θεός στον ουρανό, μονάχα για ν’ ακούσει τούτη την προσευκή [= προσευχή] μου [...] |
Ach, wenn doch nur ein Gott im Himmel wäre, nur um dieses eine Gebet [von mir] zu erhören, […] [GF+DF aus: Μυριβήλης: Η ζωή εν τάφω] |
• Ας του ’γραφε πια το γράμμα που περιμένει. Κάθε μέρα δεν κάνει άλλο παρά να περιμένει αυτό το γράμμα. |
Wenn sie ihm doch endlich den Brief schriebe, den er so erwartete [GF: den er erwartet]. Jeden Tag tue er nichts anderes, als auf den Brief zu warten [erzählte er]. [GF+DF aus: Μυριβήλης: Η ζωή εν τάφω] |
• Σου ’ρχεται να κλαις, και συλλογιέσαι: "ας ήτανε να πεθάνω να τελειώσει αυτό ...". |
Du möchtest weinen [sc.: dir ist zum Weinen zumute] und denkst: Ach, könnt ich [doch bloß] sterben, damit das ein Ende hat ... [sc. diese körperlichen Strapazen etc.] [GF+DF aus: Μυριβήλης: Η ζωή εν τάφω // drei Punkte jeweils im Original] |
• Ας ήταν [...] τούτη την ώρα να τα νιάζεται [= νοιάζεται] μια άλλη μάνα τα δυο μου [αγόρια], σαν που νιάζουμαι [= νοιάζομαι] [ε]γώ τον ξένο στρατιώτη που μας φεύγει, [...]. |
Möge sich jetzt [in diesem Moment] […] eine andere Mutter um meine beiden [(als Soldaten an der Front stehenden) Söhne] kümmern, so wie ich mich um den fremden Soldaten [den wir bei uns zu Gast haben] kümmere, der uns morgen verlässt […]. [Anm.: "möge sich" iS von: "wenn sich doch bloß" / "hoffentlich"] [GF+DF aus: Μυριβήλης: Η ζωή εν τάφω] |
• Ας μας συγχωρεθεί. |
Wir bitten deshalb um Nachsicht. [wörtl.: es möge uns verziehen werden.] [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• Ας περίμεναν λίγο καιρό ακόμα κι ας μην την πίεζαν [την Ιουλία] σε τίποτα. |
Man solle noch etwas warten und [die kranke] Ioulía zu nichts drängen. [so lautete der Ratschlag der Ärzte (gegenüber Ioulías Familie)] [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• [...] αλλά ποιος τάχα είναι αθώος; "Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω." Ας παρουσιαστεί κάποιος αναμάρτητος και δέχομαι να με σκοτώσει. |
[…] Aber wer ist denn [schon] unschuldig? "Wer unter euch ohne Sünde ist, der werfe den ersten Stein." Möge einer, der ohne Sünde ist, erscheinen, und ich lasse mich von ihm töten. [GF+DF aus: Π. Αμπατζόγλου: Θάνατος μισθωτού] |
• Είναι η σειρά της απονιάς φαίνεται, ας μην περιμένω βοήθεια από κανέναν. |
Heute scheint wohl die Herzlosigkeit zu herrschen, ich sollte lieber von niemandem Hilfe erwarten. [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• [...] – ας μην τα νομίζουμε απλοϊκά ή λίγα. |
[…] – wir sollten das [was sie tun] nicht für naiv halten, auch nicht geringschätzen. [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• Ας μη στενοχωριόταν – [...] |
Die Sorge [sc.: die Sorge der Frau] war überflüssig – […] [wörtl.: Hätte sie sich doch nicht gesorgt] [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• ας αρχίσουμε |
fangen wir an [Eigenübersetzung] |
• ας καθίσουμε λίγο |
setzen wir uns (doch / mal) kurz hin [Eigenübersetzung] |
• Ας αφεθώ σ’ αυτήν [= την Τέχνην]. |
Jener [= der Kunst] will ich mich hingeben. [GF+DF aus: Καβάφης: Ithaka] |
b) zum Ausdruck eines "egal" / "mag sein" / "ungeachtet dessen":
• Ας είναι και λίγο μεγαλύτερή σου! Ας αγαπάει και τον κυνηγό! |
Sie ist vielleicht etwas älter als du! Mag sie auch den Jäger lieben! [ungeachtet all dessen solltest du sie heiraten] [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• Ω, ναι, ας μας βρουν, ας έρθουν να μας βρουν τώρα! |
Ach ja, sollen sie uns doch finden, sollen sie doch jetzt kommen und uns finden! [es macht mir nichts (bzw. es wäre mir geradezu recht)] [GF+DF aus: Όσες φορές] |
• Ας λέγανε ό,τι θέλανε. |
Sollten sie doch reden, was sie wollten. [sc. die Leute im Dorf über das Verhalten jener Frau] / Man mochte [= Mochten sie doch] über sie sagen, was man wollte. [GF + (synonyme) DF aus: Μηλιώνης: Καλαμάς] |
• [...] Κι ας μην τα ’βλεπαν με τα μάτια τους – [...] |
[…] Mochten die Menschen es auch mit eigenen Augen nie gesehen haben – […] [sc.: das Blut (= τα αίματα) an den Wänden] [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
2. κι ας ° auch wenn / selbst wenn / obwohl:
• Δε νύσταζε κι ούτε ήταν κουρασμένος κι ας είχε κοιμηθεί μονάχα λίγες ώρες τη νύχτα. ° Er war nicht schläfrig, auch nicht erschöpft, obwohl er nur ein paar wenige Stunden [in der Nacht] geschlafen hatte. [GF+DF aus: Π. Αμπατζόγλου: Θάνατος μισθωτού]
3. ας είναι ° meinetwegen [Wendt]
[bzw.:]
• Μα πήρε άλλη στο τέλος – ας είναι. Πήρα κι εγώ άλλον. |
Er hat aber zum Schluss eine andere zur Frau genommen [als mich (obwohl wir einander einmal nahegestanden waren)] – sei's drum. Ich habe auch einen anderen geheiratet. [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
• [...] Ας είναι. Θα έρθω τώρα αμέσως στο θέμα μας, γιατί ο χρόνος είναι πάντοτε πολύτιμος. |
[...] Sei dem, wie ihm wolle. [= Sei dem {eben von mir Erwähnten}, wie ihm sei.] Ich komme nun [sogleich] zu unserem Thema, denn Zeit ist immer etwas Kostbares. [GF+DF aus: Π. Αμπατζόγλου: Θάνατος μισθωτού] |
• "Ας είναι κι έτσι", υποχώρησε η Φεβρωνία. |
"Mag sein" [dass es so ist, wie du behauptest], gab Fewronía nach. ["Aber dennoch …"] [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
[im selben Sinn:]
• "Ας!" είπε η Όλγα. [Anm.: bloßes "Ας!" – nicht "Ας είναι!"] |
"Und wenn schon!" sagte Olgha. [Ausdruck der Gleichgültigkeit (iS von: "Egal" / "Das spielt keine Rolle")] [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] |
Weitere Wörter:
- ΑΡΠΑ-ΚΟΛΛΑ...άρπα-κόλλα (bzw. Schreibweise bei ΛΚΝ: άρπα κόλλα) 1. Worttyp: undeklinierbares Substantiv (so Mackridge, S. 326: το άρπα-κόλλα, und ΛΜΠ: η άρπα-κόλλα) bzw....
- ΑΡΧΗ, η...αρχή, η Übersicht: 1. Grundbedeutungen 2. από την αρχή 3.1. κατ’ αρχήν [bzw.] καταρχήν 3.2. κατ’ αρχάς 4. ευθύς εξ αρχής [bzw.] ευθύς εξαρχής: s....
- ΑΡΧΗΓΙΛΙΚΙ, το...αρχηγιλίκι, το = the post of leader [Mackridge, S. 321] // (λαϊκ.) το να είναι κανείς αρχηγός, η αρχηγία [ΛΜΠ] // (προφ....
- ΑΡΧΗΤΕΡΑ...αρχήτερα s. αρχύτερα ...
- ΑΡΧΙΖΩ...αρχίζω 1.1. Grundbedeutung: anfangen, beginnen 1.2. Umschreibungen für die Ausdrücke "anfangen" / "beginnen":...
- ΑΡΧΙΤΕΡΑ...αρχίτερα s. αρχύτερα ...
- ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ, το...αρχονταρίκι, το = der Empfangsraum [und zwar eines Klosters] [GF+DF aus: Καζαντζάκης: Ζορμπάς] ...
- ΑΡΧΟΝΤΙΚΟΣ, -ή, -ό...αρχοντικός, -ή, -ό • το σπίτι [...] ήταν μεγάλο κι επιβλητικό, "αρχοντικό" θα το λέγανε σήμερα οι τουρίστες των επαρχιών ° das Haus [......
- ΑΡΧΥΤΕΡΑ...αρχύτερα [επίρρημα] = πιο πριν, πιο μπροστά, πρωτύτερα [ΛΜΠ] // (λαϊκότρ.) νωρίτερα [ΛΚΝ] // so schnell wie möglich [Μουρσελάς: Βαμμ.] κυρίως στη φράση:...
- ΑΡΩΤΩ...αρωτώ (-άς) = ρωτώ [s. zB. Σακελλαρίου] π.χ.: • [...] και δε σ’ αρώτησα πούθε είσαι ° […] und so habe ich [dich] noch nicht gefragt, woher du kommst [GF+DF aus:...
- ΑΣΕ...άσε s. unter αφήνω ...
- ΑΣΕΤΥΛΙΝΗ, η [bzw.] ΑΣΕΤΙΛΙΝΗ, η...ασετυλίνη, η [bzw.] ασετιλίνη,...
- ΑΣΗΚΩΤΟΣ, -η, -ο...ασήκωτος, -η, -ο 1. [allgemein]: • Όταν πηγαίναμε ύστερα στις κάμαρες, τις βρίσκαμε παγωμένες και μπαίναμε κάτω από τις χοντρές βελέντζες, τις ασήκωτες,...
- ΑΣΗΜΙ...ασημί [Neutrum] = silbern / silbrig [als Farbe] ...
- ΑΣΙΚΗΣ, ο...ασίκης, ο • Και κείνος έτσι μεγαλείο είναι. Αψηλόσωμος, μουστακαλής, ασίκης, μεγαλοκαμωμένος. ° Jener [sc....
- ΑΣΙΚΙΚΟΣ, -η, -ο...ασίκικος, -η, -ο • βάλαμε στο κεφάλι, ασίκικα γερτό προς τ’ αυτί,...
- ΑΣΟΔΥΟ, το...ασόδυο, το (bzw. ασσόδυο, το) ζαριά στην οποία το ένα ζάρι δείχνει ένα και το άλλο δύο [ΛΚΝ (mit der Schreibweise ασόδυο)] π.χ.: • Έφερα ένα ασόδυο....
- ΑΣΟΡΤΙ...ασορτί • Όταν καλοκαίριαζε, η δασκάλα των γερμανικών μου φορούσε κόκκινα γάντια, πλεγμένα με βελονάκι, και ασορτί κραγιόν. Wenn es Sommer wurde,...
- ΑΣΟΣ, ο...άσος, ο (bzw. άσσος, ο) 1. Grundbedeutung: das As [Spielkarte; metaphorisch für einen Menschen,...