μπορώ (-είς)


Übersicht:

1. Grundbedeutungen

2. μπορεί να … [bzw.] μπορεί και να ...

3. δεν μπορεί [ohne nachfolgendes να …]

4. δεν μπορώ να μη(ν) ...

5. δεν μπορώ χωρίς ... [κάποιον / κάτι]

6. όσο μπορώ

7. zur synonymen Verwendung von μπορούσε und θα μπορούσε für den Konjunktiv "könnte"


1. Grundbedeutungen:

- können

- dürfen


2. μπορεί να … [bzw.] μπορεί και να ... :

a) möglicherweise; vielleicht; unter Umständen; kann sein, dass …; mag (mochte) auch … [etc.] 

b) zwar; auch wenn

zB:

ad a):

• Αλλά μπορεί και να μίλησε στις άλλες γυναίκες μέσα, μπορεί κάτι να είπαν ή να έκαναν εκείνες που [...]

Möglicherweise hatte sie [aber auch] drinnen mit den ande­ren Frauen gespro­chen, möglicher­weise hatten die etwas ge­sagt oder getan und damit […]         

[GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• Αχ, τι καλά, μπορεί και νά ’ρθει!

Ach, wie schön, er wird vielleicht kommen! [sc. der Mann, auf den ich warte]  

[GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• εκείνη [τη στιγμή] ακριβώς που σκέφτηκε ο μπαρμπα-Τζωρτζ ότι μπορεί οι λεμονιές να άνθιζαν και να ’βγαζαν λεμόνια όταν αυτός θα ’χε πεθάνει

[genau in dem Augen­blick] als der alte George nämlich daran dachte, dass die Zitro­nenbäume [die er be­saß] viel­leicht erst blühten und Zitronen trügen [= blühen und Zitronen tragen würden], wenn er [= der alte George] schon tot war

[GF+DF aus: Σκούρτης: Μπαρμπα-Τζωρτζ]

• Και μπορεί – όσο να έφτανε – να μη φοβόταν πια.

Aber [wörtl.: Und] vielleicht würde sie – wäre sie erst einmal dort angekommen [sc. beim Haus jenes Mannes] – keine Angst mehr haben.    [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• μπορεί αυτή να μην ήταν η πιο όμορφη, ήταν όμως πολύ άξια

sie war vielleicht nicht die Schönste, sie war aber sehr tüchtig  [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• ο πατέρας της μπορεί να το ’μαθε απ’ τους πρώτους αλλά όχι κι αυτή, όχι κι ο περισσότερος κόσμος

mochte ihr Vater auch unter den ersten gewesen sein, die davon erfahren hatten, sie selbst und die meisten Leute im Ort wussten nichts davon  [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• τότε μπορεί να άρχιζε και κανένας λιθοβολισμός

und dann [= in diesem Fall] könnte es so­gar zu einer Steinigung kommen

[GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• Ο μπαρμπα-Τζωρτζ, ο Μπιλ και ο [...] παρακολουθούσαν τάχα σοβαροί, αλλά κρυφά σκουντιόντουσαν και γελούσαν μέσα απ’ τα δόντια τους, γιατί έτσι και τους έπαιρναν χαμπάρι πως κορόιδευαν, μπορούσαν και να τους λιντσάρουν.

[Anm.: hier "μπορούσαν και να"]

Der alte George, Bill und [...] hörten schein­bar ernsthaft zu [was sich die Teil­nehmer an der Gruppen-Psy­cho­therapie über ihre jeweiligen Beziehungsprobleme erzählten], heimlich aber stießen sie sich an und lachten sich innerlich halb tot, hätte man sie nämlich dabei er­tappt, dass sie sich lustig machten, wären sie [von den Therapie­teilnehmern] möglicherweise ge­lyncht worden.

[GF+DF aus: Σκούρτης: Μπαρμπα-Τζωρτζ]


bzw. mit Verneinung:

• δεν μπορεί να υπέφεραν άλλο που τις έσφαξαν

sie [= die vor Stunden ge­schlach­te­ten Hühner (= οι κότες)] konnten unmöglich noch daran leiden, dass man sie ge­schlach­­tet hatte    [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]


ad b):

• Μπορεί να ’χα το σπίτι, αλλά ήταν υποθηκευμένο.

Mir gehörte zwar das Haus, aber es war mit einer Hypothek belastet.

• Την Κλητία; Από πού κι ως πού; Η Κλητία με την Ιουλία μπορεί να είχαν την ίδια μάνα, δεν είχαν όμως ούτε μια τρίχα όμοια.

An Klitia [erinnert dich Ioulia]? Wieso denn? Klitia und Ioulia haben zwar die gleiche Mutter gehabt, doch nicht ein einziges gleiches Haar.  [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• [...], ώσπου η φήμη άρχισε ώρα με την ώρα να φουντώνει – μπορεί να την διέψευδαν, αλλά εκείνη φούντωνε, όπως φουντώνει μια φωτιά με το αντίθετο αεράκι –, [...]

[…], so [weil es einer dem ande­ren weiter­erzählte] schwoll das Gerücht von Stunde zu Stunde an – auch wenn es mehrmals dementiert wurde, loderte es wie ein Feuer durch einen leichten Gegenwind auf.

[GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]


3. δεν μπορεί [ohne nachfolgendes να …]  =  

= [er/sie/es] muss (ja / doch) … [bzw.] [sie] müssen (ja / doch) … [etc.]

[sc.: es kann nicht anders sein, als dass … / ausgeschlos­sen (unmöglich), dass es anders ist, als dass …]:

• Γιατί, δεν μπορεί, κάποτες θα ξεθυμάνει τούτη η κακιά κρίση που περνάει η ανθρώ­πινη συνείδηση [...]

Denn irgendwann muss diese Krise, die das mensch­liche Gewissen durchlebt [sc. Krieg, Ver­rohung etc.], ja verebben, […]

[GF+DF aus: Μυριβήλης: Η ζωή εν τάφω]

• Κάποτε, δεν μπορεί, θα πάρει τέλος ετούτος ο πόλεμος.

Irgendwann müsse ja auch dieser Krieg [GF: müsse ja dieser Krieg] zu Ende ge­hen. [meinte er]

[GF+DF aus: Μυριβήλης: Η ζωή εν τάφω]

• [...] και σκεφτόμουν πως δεν μπορεί, κάπου θα ’ναι κι εκείνου το άγαλμα στημένο

[…] und ich dachte, dass man ihm [diesem Dichter] bestimmt auch irgendwo ein Denk­mal aufgestellt hatte 

[bzw.]

[…] und ich dachte, dass es nicht anders sein könnte, als dass irgendwo auch sein Denk­mal anzutreffen [GF: aufgestellt] wäre

[GF + (synonyme) DF aus: Μηλιώνης: Καλαμάς]

• " Θα έρθει λέω, δεν μπορεί, θα έρθει αργότερα"  [Π. Φαλάρας: τραγούδι "Χωρίς εσένα"]

---


4. δεν μπορώ να μη(ν) ...  =  nicht umhin können, … zu ... / müssen … [etc.]

zB.:

• κι οι γυιοί του που τον έβλεπαν δεν μπόρεσαν να μην σκεφτούν: [...]

bei diesem Anblick [ihres Vaters] konnten seine Söhne nicht umhin zu denken: […]

[GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] 

• ο Στέφανος δεν μπόρεσε να μη σκεφτεί πως [...]

a) Stéfanos konnte sich des Gedankens nicht erweh­ren, dass […]

[bzw.]

b) Stéfanos kam unwillkürlich der Gedan­ke, dass […]

[GF + beide DF aus: Τριανταφύλλου: Εργοστάσιο]

• Μα αν έπρεπε να τον παρομοιάσουν και με άλλα πράγματα, δεν μπορούσαν να μη θυμηθούν πως [...].

Aber wenn sie ihn [sc. diesen merkwürdi­gen Jäger] mit jeman­den hätten ver­glei­chen sollen, dann wären sie nicht umhin ge­kom­men, daran zu den­ken, dass … [auch der Tod oft in Gestalt eines Jägers er­scheint].   [GF+DF aus: Ζατέλη: Φως] 

• Ντρεπόταν από ένστικτο και τα μάτια της ξεστράτιζαν, [...] μα κιόλας δεν μπορούσε να μη βλέπει έναν μικρό ασημένιο δίσκο που λαμπύριζε ανάμεσα στα μακριά μαυρι­δερά του δάχτυλα, ένα κατακαίνουργιο νόμισμα που το ’παιζε σαν καθρεφτάκι στον ήλιο για να την ζαλίσει, [...]

Sie schämte sich instinktiv [den frem­den Mann anzublicken], und ihre Augen irrten woanders­hin, […] doch konnte sie es auch nicht ver­meiden, auf eine kleine silbrige Scheibe zu blicken, die zwischen seinen langen bräunlichen Fingern glänz­te, eine funkelnagelneue Münze, die er wie einen kleinen Spiegel in der Sonne hin und her bewegte, um Ioulía [wörtl.: um sie] schwindlig zu machen, […]

[GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• Ο λοχίας δεν μπόρεσε να μη χαμογελά­σει, οι φαντάροι σκάσανε στα γέλια, [...]

Der Feldwebel konnte ein Lächeln nicht unter­drücken, die Soldaten brachen in schallendes Gelächter aus, […]

[GF+DF aus: Μυριβήλης: Η ζωή εν τάφω]

• δεν μπορώ να μην πάω

I can't avoid going    

[Mackridge, S.246, BS 24]

• Αποχαυνωμένος ο Χριστόφορος δεν μπορούσε να μη θυμάται τα λόγια εκείνου του αχρείου που [...]

Wie benommen musste Christóphoros an die Worte jenes Schurken denken, der […]

[GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• δεν μπορώ να μη σ’ το ρωτήσω κι αυτό σήμερα

heute muss ich dich auch danach fragen

[GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• Πρέπει να ομολογήσω, ότι από τη στιγμή που μου το είπε η Κάρμεν, δεν μπορούσα να μην κάνω κάτι για να σας γνωρίσω.

Ich muss gestehen, nachdem mir Carmen dies er­zählt hatte [sc. dass Sie und ich diese Ge­mein­samkeit haben], musste ich Sie einfach kennenlernen.

[DF+GF aus: Gaby Hauptmann: Suche …]

• Μα εκείνη δεν μπορούσε να μην τυραννιέται ακόμα.

Sie aber konnte immer noch nicht auf­hö­ren, sich selbst zu quälen.

[GF+DF aus: Ζατέλη: Φως]

• δεν μπορώ να μη …

sich (etwas) nicht verkneifen können 

[zB. Wendt]


[im selben Sinne:]

• Μπορούσε να μην αγαπήσει κανείς μια τέτοια γάτα;  °  Musste man eine solche [rei­zen­de] Katze nicht lieben?   [GF+DF aus: Π. Αμπατζόγλου: Θάνατος μισθωτού]

[Anm.: alternative Übersetzungsmöglichkeit: War es möglich, eine solche Katze nicht zu lieben?]


5. δεν μπορώ χωρίς ... [κάποιον / κάτι]:

• [...] γιατί με χρειάζεστε, δεν μπορείτε χωρίς εμένα!  °  […], weil ihr mich braucht, ihr kommt nicht ohne mich aus!   [GF+DF aus: Τριανταφύλλου: Εργοστάσιο]

• Η μουσική είναι ζωή για μένα. Δεν μπορώ χωρίς μουσική. Μου δίνει ζωντάνια, κέφι, τα πάντα.  °  Musik ist für mich Leben. Ohne Musik kann ich nicht sein. Sie gibt mir Schwung, gute Stimmung, alles.


6. όσο μπορώ  °  a) solange ich kann  //  b)  so gut ich kann / so gut es geht:

• Τους βοηθήσαμε όσο μπορούσαμε.  °  Wir halfen ihnen [bei ihrer Arbeit], so gut wir konnten.   [GF+DF aus: Μηλιώνης: Καλαμάς]


7. zur synonymen Verwendung von μπορούσε und θα μπορούσε für den Konjunktiv "könnte":

- Überschrift eines Zeitungsartikels: "Νικολούδης: Μόνο η Λίβερπουλ μπορούσε …"

       [Anm.: kein "θα" vor "μπορούσε" // drei Punkte im Original] 

- Beginn des Texts des zugehörigen Artikels:

"Μόνο η Λίβερπουλ θα μπορούσε να κοντράρει το Αμβούργο, όπως τουλάχιστον έπαιξε [το Αμβόυργο] στον τελικό." Αυτό υποστήριξε ο Τ. Νικολόυδης σε δηλώσεις που μας έκανε χτες για το παιγνίδι [Αμβόυργο – Γιουβέντους] της Τετάρτης. [...] "Κατά τη γνώμη μου [το Αμβόυργο] πλησίασε το τέλειο ποδόσφαιρο."


weitere BSe:

• Μπορούσαμε φυσικά να βρούμε μια καλύ­τερη κατοικία, αν μας το επιτρέπανε τα οικονομικά μας.

Freilich hätten wir wohl etwas besser woh­nen [GF wörtl.: eine bessere Wohnung/Un­ter­kunft fin­den] kön­nen, wenn unsere Oeko­nomie [= unsere finanzielle Lage] es erlaubt hätte.   [DF+GF aus: Ross]

• Ναι, ήταν πράγματι σειρήνα. Μπορούσε να βουλιά­ξει στο βρώμικο ποτάμι. Απλώς δεν τολμούσε.

Ja, sie [diese Frau] war wirklich eine Sire­ne. Sie hät­te sich in den schmut­zi­gen Fluss stürzen können. [so unglücklich war sie] Nur wagte sie es nicht.  

[GF+DF aus: Όσες φορές]

• Αυτή τη στιγμή ήρθε το σοκ της αυτο­γνω­σίας. Θα ερχόταν ούτως ή άλλως, απλώς η κρίση το έφερε πιο γρήγορα. Ήρθε όμως. Ευτυχώς ή δυστυχώς, η χώρα [= η Ελλά­δα] δεν θα χρεοκοπήσει τυπικά, ούτε θα βγει από το ευρώ γιατί δεν μας αφήνουν – προς το παρόν – οι εταίροι μας για δικούς τους λόγους. Μολο­νότι μπορούσαν να μας οδη­γή­σουν εκεί με τις προ­βλεπόμενες από την Συνθήκη ποινές, δεν το κάνουν γιατί αυτό θα σήμαινε σοβαρή αποσταθερο­ποί­ηση της Ευρωζώνης και του χρηματο­πι­στω­­τικού της συστήματος. 

[aus einer Rede des griechischen Politikers Αλέκος Παπαδόπουλους im April 2010 in Zusam­menhang mit der griechischen Finanzkrise, ver­öffent­licht auf dessen Homepage]

---


Weitere Wörter:

Vorher
  • ΜΠΙΧΛΙΜΠΙΔΙ, το...μπιχλιμπίδι, το • κανένα μπιχλιμπίδι για τον λαιμό τους ° irgendeinen Klunker für ihren [sc. der Frauen] Hals [GF+DF aus: Ζατέλη:...
  • ΜΠΛΕΚΩ...μπλέκω 1. Grundbedeutungen: …. 2. als Verb zur Beschreibung eines persönlichen Verhaltens: 2.1. μπλέκω σε ... [bzw.] με ... : a) [intransitiv]*:...
  • ΜΠΛΟΚΟ, το...μπλόκο, το Vgl....
  • ΜΠΛΟΥΖΑ, η...μπλούζα, η • σορτς, μακό μπλούζες με γιακά ° Shorts und Polohemden [trugen die Kinder in dieser Stadt] [GF+DF aus: Όσες φορές] • vgl. auch μπλουζάκι,...
  • ΜΠΛΟΥΖΑΚΙ, το...μπλουζάκι, το = das T-Shirt / das Shirt / das Sweatshirt z.B.:...
  • ΜΠΟΓΙΑ, η...μπογιά, η (δεν) περνάει η μπογιά μου (σου, ...): συνήθως αρνητικά: δεν περνάει η μπογιά μου = δεν είμαι επίκαιρος, δεν εντυπωσιάζω, δεν ισχύω,...
  • ΜΠΟΛΙΚΟΣ, -η, -ο...μπόλικος, -η, -ο • Μπόλικος Κίρκεγκωρ και Κροπότκιν. ° Jede Menge Kierkegaard und Kropotkin. [sc....
  • ΜΠΟΜΠΟΝΙΕΡΑ, η...μπομπονιέρα, η - μικρή ποσότητα από κουφέτα ειδικά συσκευασμένα που μοιράζεται στους καλεσμένους σε γάμους ή σε βαφτίσια [ΛΚΝ] - s. auch Anmerkung in:...
  • ΜΠΟΡΕΙ...μπορεί s. μπορώ ...
  • ΜΠΟΡΝΤΟ...μπορντό • φορούσε ένα μπορντό φόρεμα ° sie trug ein bordeauxrotes Kleid [GF+DF aus: Όσες φορές] ...
Nachher:
  • ΜΠΟΥΚΑΛΙ, το [bzw.] ΜΠΟΥΚΑΛΑ, η...μπουκάλι, το [bzw.] μπουκάλα, η 1. το μπουκάλι – η μπουκάλα: η μπουκάλα = το μεγάλο μπουκάλι [ΛΜΠ] 2. Beispiele:...
  • ΜΠΟΥΡΛΟΤΟ, το...μπουρλότο, το Η καταστροφή από πυρκαγιά. Από την κοινή ονομασία των "πυρπολικών". (Eνετ. Burloto, ιταλ. Brulotto = το πυρπολικό πλοίο)....
  • ΜΠΟΥΦΑΝ, το...μπουφάν, το = die Jacke* // das Blouson** / die Wind­jacke** *[DF+GF aus: Friedrich: Currywurst // Gaby Hauptmann: Suche …] **[vgl. zB....
  • ΜΠΟΥΧΤΙΖΩ...μπουχτίζω = βαριέμαι κάτι (κάποιον) // δεν αντέχω πια κάτι (κάποιον) [ΑΓΝ, σ. 48] π.χ.: • είχα μπουχτίσει από τη βροχή ° ich hatte bis zum Hals genug davon [sc....
  • ΜΠΡΑΒΟ...μπράβο • έτσι μπράβο ° so ist es gut [Ausdruck des Lobs für jeman­den, der solche (Tanz-)Be­we­gungen macht, die man von ihm sehen möchte] [GF+DF aus: Ζατέλη:...
  • ΜΠΡΑΣΕΛΕ, το...μπρασελέ, το 1) das Uhrband [zB. aus Leder; aus Stahl] 2) das Armband [zB. aus Perlen] ...
  • ΜΠΡΟΣΤΑ...μπροστά 1. μπροστά σε: a) vor: • το καθρεφτάκι που του έβαλαν μπροστά στο στόμα der kleine Spiegel, den sie ihm vor den Mund hielten [um zu überprüfen,...
  • ΜΥΑΛΟ, το...μυαλό, το Übersicht: 1. Grundbedeutungen 2. βάζω κάτι στο μυαλό μου (στο κεφάλι μου / στον νου μου) [bzw.] βάζω κάτι με το μυαλό μου (με τον νου μου) [bzw....
  • ΜΥΓΑ, η...μύγα, η 1. Grundbedeutung: die Fliege 2. δεν σηκώνω μύγα στο σπαθί μου ° δεν ανέχομαι άδικες κατηγορίες, πολλά-πολλά [ΑΓΝ, σ. 171] [bzw. (ähnlich)]:...