μυαλό, το
Übersicht: 1. Grundbedeutungen 2. βάζω κάτι στο μυαλό μου (στο κεφάλι μου / στον νου μου) [bzw.] βάζω κάτι με το μυαλό μου (με τον νου μου) [bzw. ebenso:] το μυαλό μου (το κεφάλι μου / ο νους μου) βάζει κάτι 3. βγάζω από το μυαλό μου 4. μου περνάει από το μυαλό 5. το μυαλό μου τρέχει (στον / στην / στο ...) 6. Sonstiges |
1. Grundbedeutungen:
- der Kopf [als Sitz von Gehirn, Bewusstsein, Verstand etc.], das Hirn, der Sinn [iS von: Bewusstsein]
- der Verstand
2. βάζω κάτι στο μυαλό μου (στο κεφάλι μου / στον νου μου) [bzw.]
βάζω κάτι με το μυαλό μου (με τον νου μου)
[bzw. ebenso:]
το μυαλό μου (το κεφάλι μου / ο νους μου) βάζει κάτι:
διανοούμαι, σκέπτομαι, υποθέτω, έχω υπ’ όψη μου [ΛΔΗ, S 242 bzw. 243 bzw. 253]
π.χ.:
• Επειδή αργούσε, ανησυχούσα και το μυαλό μου έβαλε κακό (δηλ. σκέφτηκα ή υπόθεσα πως θα έχει συμβεί κανένα κακό). [ΛΔΗ, σ. 242]
• Στην έκθεση (λουλουδιών) υπήρχανε κάθε λογής λουλούδια: Μικρά, μεγάλα, άσπρα, κόκκινα, μπλε, μονόχρωμα, πολύχρωμα και ό,τι άλλο βάλει το μυαλό σου. [ΛΔΗ, σ. 242]
• Είναι πολύ ζηλιάρα η Καίτη. Πάντοτε βάζει στο μυαλό της, πως ο Γιώργος την απατάει. [ΛΔΗ, σ. 243]
• Όταν βάλει αυτός κάτι στον νου του, ο κόσμος να χαλάσει, θα το κάνει! [ΛΔΗ, σ. 243]
• Βάλ’ το αυτό που θα σου πω τώρα καλά στο νου σου: Άλλη φορά δεν θα κάνεις παρέα με αυτόν τον νεαρό! [ΛΔΗ, σ. 253]
• Δεν είχα βάλλει [Anm.: sic!] ποτέ στο κεφάλι μου πως θα έκανα σήμερα αυτή την δουλειά για να κερδίζω λεφτά. [ΛΔΗ, σ. 243]
• Πολύ φοβάται η μητέρα τους. Λίγο να αργήσουν τα παιδιά της ή ο άντρας της, βάζει κακό με τον νου της (δηλ. υποθέτει πως τους συνέβη κάποιο κακό). [ΛΔΗ, σ. 253]
weitere BSe:
• Δεν ξέρω αν τόνε βάζει ο νους σου κείνο τον κοντόπαχο αξιωματικό με την τσιτωμένη κοιλιά, που καθότανε στο Κιόσκι. |
Ich weiß nicht, ob Du Dich noch an jenen dicklichen, stämmigen Offizier mit dem strammen Bauch erinnern kannst, der in Kioski wohnt [GF: wohnte]. [GF+DF aus: Μυριβήλης: Η ζωή εν τάφω] |
• Βάλε με το νου σου ένα κομπολόι από άσπρες και μαύρες χάντρες, [...] |
Stell Dir [zur Veranschaulichung meiner Situation] ein Komboloi aus weißen und schwarzen Perlen vor, […] [GF+DF aus: Μυριβήλης: Η ζωή εν τάφω] |
• Μα κείνο που έβαζε ο νους δεν ήτανε τίποτα μπροστά σε κείνο που μας περίμενε. |
Aber das, was sich unser Geist [an Schrecklichem] ausmalte, war nichts verglichen mit dem, was uns [tatsächlich] erwartete [= bevorstand]. [GF+DF aus: Σωτηρίου: Χώματα] |
3. βγάζω από το μυαλό μου:
• Σου ορκίζομαι, δεν τα βγάζω απ’ το μυαλό μου. ° Ich schwör's dir, es geht mir nicht mehr aus dem Kopf. [sc. das Erlebte] [GF+DF aus: Όσες φορές]
4. μου περνάει από το μυαλό:
• Έπειτα της πέρασε απ’ το μυαλό να κρεμαστεί μέσα στην καμπίνα [...]. ° Dann war ihr [= der Frau mit Selbstmordplänen] der Gedanke gekommen, sich in der [Schiffs‑]Kabine zu erhängen, […]. [GF+DF aus: Τριανταφύλλου: Εργοστάσιο]
• Ποτέ δε μου πέρασε απ’ το μυαλό ότι [...] ° It never occurred to me that […] ° Ich kam nie auf den Gedanken, dass […]* / Mir kam nie der Gedanke, dass […] / Mir kam nie in den Sinn, dass […] [Anm.: sth. occurs to someone = etwas kommt jemandem in den Sinn] [GF, EF + DF (*) aus: Hornby: High Fidelity]
• Δεν θα προλάβω να γεράσω, της πέρασε ξαφνικά από το μυαλό. ° Ich werde es nicht schaffen, alt zu werden, ging es ihr [= der Schwerkranken] plötzlich durch den Kopf. [GF+DF aus: Ζιγκ-ζαγκ]
5. το μυαλό μου τρέχει (στον / στην / στο ...):
• στη διάρκεια της τελετής, το μυαλό του έτρεχε στον Βάγκαλη και στο ότι δεν είχε έρθει στο Τζιμπουτί ° während der [Hochzeits-]Zeremonie wanderten seine Gedanken zu Vágalis und der Tatsache, dass er nicht nach Dschibuti gekommen war [GF+DF aus: Τριανταφύλλου: Εργοστάσιο]
6. Sonstiges:
• Τι γυναίκα! Ώριμη, ωραία, με τα μυαλά της τετρακόσια. ° Was für eine Frau! Reif, schön, ~blitzgescheit. [Eigenübersetzung]
• τι σου είναι το μυαλό: vgl. unter τι (Z 9)
Weitere Wörter:
- ΜΠΟΡΕΙ...μπορεί s. μπορώ ...
- ΜΠΟΡΝΤΟ...μπορντό • φορούσε ένα μπορντό φόρεμα ° sie trug ein bordeauxrotes Kleid [GF+DF aus: Όσες φορές] ...
- ΜΠΟΡΩ...μπορώ (-είς) Übersicht: 1. Grundbedeutungen 2. μπορεί να … [bzw.] μπορεί και να ... 3. δεν μπορεί [ohne nachfolgendes να …] 4. δεν μπορώ να μη(ν) ... 5....
- ΜΠΟΥΚΑΛΙ, το [bzw.] ΜΠΟΥΚΑΛΑ, η...μπουκάλι, το [bzw.] μπουκάλα, η 1. το μπουκάλι – η μπουκάλα: η μπουκάλα = το μεγάλο μπουκάλι [ΛΜΠ] 2. Beispiele:...
- ΜΠΟΥΡΛΟΤΟ, το...μπουρλότο, το Η καταστροφή από πυρκαγιά. Από την κοινή ονομασία των "πυρπολικών". (Eνετ. Burloto, ιταλ. Brulotto = το πυρπολικό πλοίο)....
- ΜΠΟΥΦΑΝ, το...μπουφάν, το = die Jacke* // das Blouson** / die Windjacke** *[DF+GF aus: Friedrich: Currywurst // Gaby Hauptmann: Suche …] **[vgl. zB....
- ΜΠΟΥΧΤΙΖΩ...μπουχτίζω = βαριέμαι κάτι (κάποιον) // δεν αντέχω πια κάτι (κάποιον) [ΑΓΝ, σ. 48] π.χ.: • είχα μπουχτίσει από τη βροχή ° ich hatte bis zum Hals genug davon [sc....
- ΜΠΡΑΒΟ...μπράβο • έτσι μπράβο ° so ist es gut [Ausdruck des Lobs für jemanden, der solche (Tanz-)Bewegungen macht, die man von ihm sehen möchte] [GF+DF aus: Ζατέλη:...
- ΜΠΡΑΣΕΛΕ, το...μπρασελέ, το 1) das Uhrband [zB. aus Leder; aus Stahl] 2) das Armband [zB. aus Perlen] ...
- ΜΠΡΟΣΤΑ...μπροστά 1. μπροστά σε: a) vor: • το καθρεφτάκι που του έβαλαν μπροστά στο στόμα der kleine Spiegel, den sie ihm vor den Mund hielten [um zu überprüfen,...
- ΜΥΓΑ, η...μύγα, η 1. Grundbedeutung: die Fliege 2. δεν σηκώνω μύγα στο σπαθί μου ° δεν ανέχομαι άδικες κατηγορίες, πολλά-πολλά [ΑΓΝ, σ. 171] [bzw. (ähnlich)]:...
- ΜΥΤΗ, η...μύτη, η 1. Grundbedeutung: die Nase 2. φυσώ τη μύτη μου ° sich die Nase putzen 3. σκάω μύτη: s. unter σκάζω (Z 4.1) ...
- ΜΩΡΕ...μωρέ = Mensch [so die dt. Übersetzung des Ausdrucks in "Το τρίτο στεφάνι" von Κ. Ταχτσής] Το "μωρέ" είναι πολύ πιο ανεπίσημο από το "αγαπημένε"....
- ΜΩΡΙΑΣ, ο...Μωριάς, ο s. Μοριάς, ο ...
- ΝΑ (Ι) [Konjunktion]...να (Ι) [Konjunktion] Übersicht: 1. Beispiele für die Bedeutung "sollen" etc. 2. weitere Beispiele (allgemein) für die Wiedergabe im Deutschen: a) in Aussage-,...
- ΝΑ (ΙΙ) [Partikel]...να (ΙΙ) [Partikel] Übersicht: 1. Funktion bzw. Bedeutung 2. Beispiele für die Wiedergabe im Deutschen: 2.1. να + τι / γιατί / πώς [etc.] 2.2. να που 2.3....
- ΝΑΖΙ, ο (= ναζί, ο)...ναζί, ο (Pl.: οι ναζί) = der Nazi [Anm.: o ναζί ist zu unterscheiden von: το νάζι !] ...
- ΝΑΖΙ, το (= νάζι, το)...νάζι, το (Pl.: τα νάζια) [Anm.: τo νάζι ist zu unterscheiden von: ο ναζί !] Νάζια είναι τα καμώματα, νάζια κάνουν οι γυναίκες και τα μωρά,...
- ΝΑΙ...ναι 1. ναι μεν ° (es stimmt) zwar: • Ναι μεν δεχόταν από τους φίλους του άνδρα της διαρκώς φιλοφρονήσεις, αλλά δεν εμπιστευόταν κανέναν τους,...