μύγα, η


1. Grundbedeutung: die Fliege


2. δεν σηκώνω μύγα στο σπαθί μου  °  δεν ανέχομαι άδικες κατηγορίες, πολλά-πολλά   [ΑΓΝ, σ. 171]

[bzw. (ähnlich)]:

• Μύγα δε θέλω να καθίσει στο σπαθί μου.  °  a) Meine Ehre muss wiederhergestellt wer­den.  [bzw.]  b) Ich lasse das nicht auf mir sitzen.  [gesagt von jemandem, der von ihm unvorsichtigerweise ausgegebenes Geld seines Freundes diesem unbedingt zurück­zahlen will]

[Καζαντζάκης: Ζορμπάς, S 208, 13.+12. Z. von unten // DF 1: S 164, 6. Z., bzw. DF 2: S 198, 3. Z. von unten]


Weitere Wörter:

Vorher
  • ΜΠΟΡΝΤΟ...μπορντό • φορούσε ένα μπορντό φόρεμα ° sie trug ein bordeauxrotes Kleid [GF+DF aus: Όσες φορές] ...
  • ΜΠΟΡΩ...μπορώ (-είς) Übersicht: 1. Grundbedeutungen 2. μπορεί να … [bzw.] μπορεί και να ... 3. δεν μπορεί [ohne nachfolgendes να …] 4. δεν μπορώ να μη(ν) ... 5....
  • ΜΠΟΥΚΑΛΙ, το [bzw.] ΜΠΟΥΚΑΛΑ, η...μπουκάλι, το [bzw.] μπουκάλα, η 1. το μπουκάλι – η μπουκάλα: η μπουκάλα = το μεγάλο μπουκάλι [ΛΜΠ] 2. Beispiele:...
  • ΜΠΟΥΡΛΟΤΟ, το...μπουρλότο, το Η καταστροφή από πυρκαγιά. Από την κοινή ονομασία των "πυρπολικών". (Eνετ. Burloto, ιταλ. Brulotto = το πυρπολικό πλοίο)....
  • ΜΠΟΥΦΑΝ, το...μπουφάν, το = die Jacke* // das Blouson** / die Wind­jacke** *[DF+GF aus: Friedrich: Currywurst // Gaby Hauptmann: Suche …] **[vgl. zB....
  • ΜΠΟΥΧΤΙΖΩ...μπουχτίζω = βαριέμαι κάτι (κάποιον) // δεν αντέχω πια κάτι (κάποιον) [ΑΓΝ, σ. 48] π.χ.: • είχα μπουχτίσει από τη βροχή ° ich hatte bis zum Hals genug davon [sc....
  • ΜΠΡΑΒΟ...μπράβο • έτσι μπράβο ° so ist es gut [Ausdruck des Lobs für jeman­den, der solche (Tanz-)Be­we­gungen macht, die man von ihm sehen möchte] [GF+DF aus: Ζατέλη:...
  • ΜΠΡΑΣΕΛΕ, το...μπρασελέ, το 1) das Uhrband [zB. aus Leder; aus Stahl] 2) das Armband [zB. aus Perlen] ...
  • ΜΠΡΟΣΤΑ...μπροστά 1. μπροστά σε: a) vor: • το καθρεφτάκι που του έβαλαν μπροστά στο στόμα der kleine Spiegel, den sie ihm vor den Mund hielten [um zu überprüfen,...
  • ΜΥΑΛΟ, το...μυαλό, το Übersicht: 1. Grundbedeutungen 2. βάζω κάτι στο μυαλό μου (στο κεφάλι μου / στον νου μου) [bzw.] βάζω κάτι με το μυαλό μου (με τον νου μου) [bzw....
Nachher:
  • ΜΥΤΗ, η...μύτη, η 1. Grundbedeutung: die Nase 2. φυσώ τη μύτη μου ° sich die Nase putzen 3. σκάω μύτη: s. unter σκάζω (Z 4.1) ...
  • ΜΩΡΕ...μωρέ = Mensch [so die dt. Übersetzung des Ausdrucks in "Το τρίτο στεφάνι" von Κ. Ταχτσής] Το "μωρέ" είναι πολύ πιο ανεπίσημο από το "αγαπημένε"....
  • ΜΩΡΙΑΣ, ο...Μωριάς, ο s. Μοριάς, ο ...
  • ΝΑ (Ι) [Konjunktion]...να (Ι) [Konjunktion] Übersicht: 1. Beispiele für die Bedeutung "sollen" etc. 2. weitere Beispiele (allgemein) für die Wiedergabe im Deutschen: a) in Aussage-,...
  • ΝΑ (ΙΙ) [Partikel]...να (ΙΙ) [Partikel] Übersicht: 1. Funktion bzw. Bedeutung 2. Beispiele für die Wiedergabe im Deutschen: 2.1. να + τι / γιατί / πώς [etc.] 2.2. να που 2.3....
  • ΝΑΖΙ, ο (= ναζί, ο)...ναζί, ο (Pl.: οι ναζί) = der Nazi [Anm.: o ναζί ist zu unterscheiden von: το νάζι !] ...
  • ΝΑΖΙ, το (= νάζι, το)...νάζι, το (Pl.: τα νάζια) [Anm.: τo νάζι ist zu unterscheiden von: ο ναζί !] Νάζια είναι τα καμώματα, νάζια κάνουν οι γυναίκες και τα μωρά,...
  • ΝΑΙ...ναι 1. ναι μεν ° (es stimmt) zwar: • Ναι μεν δεχόταν από τους φίλους του άνδρα της διαρκώς φιλοφρονήσεις, αλλά δεν εμπιστευόταν κανέναν τους,...
  • ΝΑΝ...ναν • Να ’ρθω το βράδυ ναν τα πούμε; ° Soll ich am Abend kommen, damit wir miteinander reden? • [...] για ναν το ζήσουμ’ όλοι. [Κ. Καρυωτάκης: Ποιήματα, σ....